ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ.
1.
Ολόκληρη την περίοδο που μαίνεται ο πόλεμος στο Ιράκ χωρίς διαφαινόμενο τέλος, το αμερικανικό κατεστημένο της εξωτερικής πολιτικής φαίνεται ότι έχει ριχτεί μετά μανίας στην ενδοσκόπηση σχετικά με την εισβολή και τον πόλεμο . Όσα έχουν γραφτεί μπορούν να γεμίσουν μια βιβλιοθήκη. Μεγάλο μέρος των γραφτών εκφράζουν αμφιβολίες ως προς την εισβολή. Ο Φουκουγιάμα παρουσιάζεται ως ένας από τους πλέον διάσημους αμφισβητίες. Είναι γνωστό ότι τα βιβλία του Φουκουγιάμα διαβάζονται πολύ . Αυτό δίχως άλλο οφείλεται και στη φήμη του ως συγγραφέας του βιβλίου Το Τέλος της Ιστορίας και ο τελευταίος άνθρωπος .
Στο ανά χείρας βιβλίο του αναφέρονται κατ’ αρχάς όλες οι αμφισβητήσεις και οι λόγοι που τον οδήγησαν να εγκαταλείψει , το σκάφος των νεοσυντηρητικών. Αποτελεί κατά κάποιο τρόπο μια ερμηνεία των πολιτικών εξελίξεων που αφορούν στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ μετά την εισβολή και την κατάκτηση του Ιράκ , στο συνεχιζόμενο πόλεμο και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν . Όμως θα ήταν άδικο το βιβλίο να θεωρηθεί ότι περιλαμβάνει απλά μια καταγραφή των πολιτικών εξελίξεων δεδομένου ότι συγγραφέας του είναι ο Φουκουγιάμα , τα βιβλία του οποίου προκαλούν κατά γενική ομολογία ένα γενικότερο πνευματικό ενδιαφέρον. Άλλωστε έχουμε αναφερθεί σε προηγούμενο κείμενό μας για αυτά τα ζητήματα. .
Τα επιχειρήματα που περιέχονται στο βιβλίο μπορούν να χωρισθούν σε τρία μέρη : στην ιστορία του νεοσυντηρητισμού , στη κριτική για το τι πήγε στραβά στο Ιράκ και τέλος στις προτάσεις του για μια εναλλακτική εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ.
2.
Στο πρώτο μέρος ο Φουκουγιάμα εξερευνά την προέλευση και την ιστορική εξέλιξη του σύγχρονου νεοσυντηρητισμού.
Η ιστορία αρχίζει με μια ομάδα διανοουμένων, φοιτητών στο City College της Νέας Υόρκης. Οι περισσότεροι ήσαν εβραϊκής καταγωγής , υποστήριζαν τη σοσιαλιστική ιδεολογία στην τροτσκιστική της εκδοχή και ως εκ τούτου θεωρούσαν τους εαυτούς τους αντιπάλους του σταλινικού καθεστώτος της Σοβιετικής Ένωσης. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου συντάχθηκαν χωρίς κανένα ενδοιασμό με τις ΗΠΑ. Παράλληλα, παρουσιάζοντας μια δικιά τους κοινωνική πρόταση αντιτάχθηκαν σε όλα τα επίπεδα με τις αντιλήψεις της Νέας Αριστεράς , όπως αυτές διαμορφώθηκαν κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1960 και του πολέμου του Βιετνάμ.
Το περιοδικό Public Interest που εκδιδόταν από τους Ίρβιγκ Κρίστολ και Ντάνιελ Μπελ
ήταν ο χώρος όπου αναπτύχθηκε κατ’ αρχάς η νεοσυντηρητική προβληματική. Το φιλοσοφικό βάθος αποκτάται από τις ιδέες του Λήο Στράους και του μαθητή του Άλαν Μπλουμ. Η κοινωνική συνιστώσα προσφέρεται από τις απόψεις του Σέϋμουρ Μάρτιν Λίπσετ, ενώ η πολιτισμική συνιστώσα από τις αντίστοιχες απόψεις του Ντάνιελ Μπελ.. Τις εξηγήσεις για όλα τα στρατιωτικά ζητήματα παρέχει ο Άλμπερτ Ουωλστέττερ , ειδικός στη στρατηγική των πυρηνικών , θεωρητικός στη χρήση αντιποίνων με πυρηνικά και υπό μιαν έννοια προφήτης του ηλεκτρονικού πολέμου.
Ο ιδεολογικός αυτός πυρήνας αφού αποκτήσει συνοχή και συνεκτικότητα ,σιγά –σιγά αρχίζει να εξαπλώνεται και να εμπλουτίζεται καταφέρνοντας τελικά να συγκλίνει με τα πλατιά και δημοφιλή ρεύματα του συντηρητισμού – πίστη στον περιορισμένο ρόλο της κυβέρνησης , θρησκευτική ευσέβεια , εθνικισμός- στη βάση του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος . Ο συνδυασμός όλων αυτών αποτέλεσε την πολιτική καταιγίδα που έφερε στην εξουσία τον πρόεδρο Ρέηγκαν.
3.
Η νίκη στον Ψυχρό Πόλεμο και η πτώση της Σοβιετικής Ένωσης αποτέλεσε το μέγιστο θρίαμβο της συντηρητικής πολιτικής στις ΗΠΑ. Το γεγονός αυτό, σύμφωνα με τον Φουκουγιάμα, δημιούργησε υπερβολική αυτοπεποίθηση στους νεοσυντηρητικούς για τη δυνατότητα αναδιαμόρφωσης του πλανήτη σε ευρεία κλίμακα υπό την μονοκρατορία των ΗΠΑ. Υπερβάλλοντας για το ρόλο των αμερικανικών πιέσεων στην κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης , οι νεοσυντηρητικοί θεώρησαν ότι η «τυραννία» θα μπορούσε να ηττηθεί και η «ελευθερία» να εγκαθιδρυθεί και σε άλλα μέρη του κόσμου. Αυτή η παραίσθηση , σύμφωνα με τον Φουκουγιάμα, οδήγησε και στην επίθεση ενάντια στο Ιρακ.
Η νεοσυντηρητική φιλοσοφία που κρύβεται πίσω από αυτές τις αντιλήψεις υποστηρίζει ότι καταστάσεις όπως παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τρομοκρατία, φτώχεια, μπορούν να επιλυθούν με την δημιουργία δημοκρατικών θεσμών. Αυτή είναι και η λογική πίσω από τα σχέδια για εκδημοκρατισμό της Μέσης Ανατολής. Οι νεοσυντηρητικοί όπως ο Douglas Feith ή ακόμα και ο Natan Sharansky , αντιλαμβάνονται την μεταμόρφωση της Μέσης Ανατολής ως ευθύνη της Αμερικής. Ο πόλεμος του Ιράκ υπό αυτό το πρίσμα είναι ένα πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση . Οι νεοσυντηρητικοί δεν δέχονται ότι η Αραβική κουλτούρα ή η Ισλαμική θρησκεία και ηθική είναι αντίθετη στις έννοιες της ελευθερίας και δημοκρατίας. Κατηγορούν τους επικριτές τους ότι κάνουν διακρίσεις όταν υποστηρίζουν ότι η δημοκρατία δεν μπορεί να διαδοθεί σε αυτές τις περιοχές. Δεν υπάρχει καμία έμφυτη «ασυμβατότητα» ανάμεσα στη δημοκρατία και τον Αραβικό κόσμο, υποστηρίζει η ηγεσία Μπους .
Αγνοώντας παντελώς την ιδιαιτερότητα του τοπίου της Μέσης Ανατολής προχώρησαν στην υλοποίηση απίστευτων βολονταριστικών σχεδίων κοινωνικής ανοικοδόμησης φορτώνοντας στις ΗΠΑ μια τεράστια καταστροφή από την οποία θα κάνουν χρόνια να συνέλθουν. Η προσφυγή στη μονομερή χρήση της πολεμικής ισχύος έχει απομονώσει τις ΗΠΑ από τον υπόλοιπο δημοκρατικό κόσμο.
4.
Το τρίτο μέρος του βιβλίου αφιερώνεται στην περιγραφή , με αδρές αλλά ευδιάκριτες γραμμές , μιας διαφορετικής εξωτερικής πολιτικής η οποία θα επιβεβαίωνε την ηγεμονία των ΗΠΑ στον κόσμο με τρόπο σύμφωνο με την «διεθνή νομιμότητα». Ο Φουκουγιάμα ονομάζει την εναλλακτική θεωρία του «Ρεαλιστικό Ουιλσιονισμό» . Είναι φανερό ότι προσπαθεί να συνδυάσει δύο σώματα σκέψης που αφορούν στις διεθνείς σχέσεις και τα οποία εξ’ αρχής φαίνονται(και είναι) αντίθετα μεταξύ τους.
Ο ρεαλισμός είναι μια θεωρία των διεθνών σχέσεων η οποία βασίζεται σε τρεις θεμελιώδεις πεποιθήσεις :
Πρώτον θεωρεί τα κράτη ως τους κυρίαρχους δρώντες στη διεθνή σκηνή. Επικεντρώνει όμως την προσοχή του κυρίως στις μεγάλες δυνάμεις επειδή αυτές κυριαρχούν στη διεθνή σκηνή και συνήθως προκαλούν τους πλέων θανατηφόρους πολέμους.
Δεύτερον, θεωρεί ότι η συμπεριφορά τους επηρεάζεται κυρίως από το εξωτερικό τους περιβάλλον και όχι από την εσωτερική τους κατάσταση. Συνεπώς δεν προβαίνουν σε διακρίσεις ηθικού (καλά ή κακά ) ή πολιτικού ( δημοκρατία ή δικτατορία) περιεχομένου σχετικά με τα κράτη. Η διάκριση γίνεται μόνο με βάση την ισχύ.
Τρίτον , θεωρεί ότι τα κράτη ανταγωνιζόμενα συνεχώς για την ισχύ σε έναν άναρχο κόσμο , πολλές φορές οδηγούνται σε πόλεμο. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν προσβλέπουν στη δημιουργία ειρηνικών καταστάσεων στο διεθνές περιβάλλον, απλά θεωρούν ότι δεν είναι εύκολο να επιτευχθεί σε ένα έντονα ανταγωνιστικό κόσμο.
Παρ’ ότι υπάρχουν πολλές ρεαλιστικές θεωρίες που ασχολούνται με την ισχύ , ξεχωρίζουν τρείς: ο ρεαλισμός της ανθρώπινης φύσης , ο αμυντικός ρεαλισμός και ο επιθετικός ρεαλισμός . Αν μπορούμε να αναφέρουμε με μια φράση τις διαφορές τους θα λέγαμε ότι , ο πρώτος θεωρεί ότι τα κράτη διευθύνονται από ανθρώπινα όντα τα οποία από τη φύση τους έχουν μέσα τους τη θέληση για ισχύ και κυριαρχία , ο δεύτερος υποστηρίζει ότι τα κράτη επιχειρούν μόνο για να επιβιώσουν και ως εκ τούτου διοχετεύουν τη θέλησή τους για ισχύ σε αυτό τον σκοπό και ο τρίτος ότι τα κράτη έχουν μια ακόρεστη και συνεχή θέληση για ισχύ.
Οι θεωρίες αυτές αντιμετωπίζουν τη διεθνή πολιτική σκηνή με όρους της γενικής ισορροπίας των δυνάμεων και των πολύπλοκων περιφερειακών ισοζυγίων ισχύος . Στις ΗΠΑ συνδέεται με την παράδοση του Αλεξάντερ Χάμιλτον και κυρίως με αυτή του προέδρου Θίοντορ Ρούζβελτ. Στη μεταπολεμική εποχή θα μπορούσε να συμπεριληφθεί η προεδρία Ρίτσαρντ Νίξον με υπουργό εξωτερικών των Χένρυ Κίζιντζερ. Ο ρεαλισμός δεν έχει σοβαρά λαϊκά ερείσματα στις ΗΠΑ , αλλά επηρεάζει σημαντικά τις κεντροδεξιές ελίτ. Ίσως αυτό να οφείλεται ότι απαρνιέται τη βαθιά ριζωμένη στην αμερικανική κοινωνία αντίληψη περί της αμερικανικής μοναδικότητας.
Στον αντίποδα βρίσκεται η ουιλσονιστική αντίληψη της εξωτερικής πολιτικής.
Ουιλσονισμός ονομάζεται το σύνολο των ιδεών που διατύπωσε ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Γούντροου Ουίλσον σχετικά με τους κανόνες άσκησης της εξωτερικής πολιτικής.
Για τον Ουίλσον, η αιτιολογία του διεθνούς ρόλου της Αμερικής ήταν μεσιανικού χαρακτήρα: η Αμερική είχε υποχρέωση να διαδώσει τις αρχές της σε όλο τον κόσμο. Περιεχόμενο αυτών των αρχών ήταν ότι η ειρήνη εξαρτάται από την εξάπλωση της δημοκρατίας, ότι τα κράτη θα έπρεπε να κρίνονται με τα ίδια ηθικά κριτήρια με τα οποία κρίνονται τα άτομα και ότι το εθνικό συμφέρον ταυτίζεται με την επιδίωξη για ένα οικουμενικό σύστημα δικαίου.
Σύμφωνα με τον Ουίλσον η Αμερική δεν έβλεπε τον εαυτό της σαν κανένα από τα άλλα έθνη του κόσμου. Σταθερό πιστεύω του αμερικανικού λαού είναι η μοναδικότητα του χαρακτήρα του και αυτό οδηγεί στη διάδοση των κανόνων της ελευθερίας.
Οι Αμερικανοί μπορούν να μεγαλουργούν μόνο αν ακολουθούν ένα όραμα που θα συνέπιπτε με την αντίληψη ότι η χώρα τους αποτελούσε κάτι μοναδικό.
Από τον Ουίλσον Γούντροου μέχρι και τον Τζώρτζ Μπούς, οι Αμερικανοί Πρόεδροι επικαλούνται την ανιδιοτέλεια της πατρίδας τους σαν κύριο γνώρισμα του ηγετικού της ρόλου. Η αλτρουιστική φύση της αμερικανικής κοινωνίας ήταν απόδειξη θείας εύνοιας. Ο ισχυρισμός αυτός υποδηλώνει έναν παγκόσμιο ρόλο για την Αμερική. Έβαζε τα θεμέλια μιας οικουμενικής σταυροφορίας.
Ο όρος «Ουϊλσονικός» χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει οποιονδήποτε πιστεύει πως η Αμερικανική εξωτερική πολιτική πρέπει να καθοδηγείται από την προώθηση των Αμερικανικών αξιών και όχι για την προστασία των στενά καθορισμένων στρατηγικών και οικονομικών συμφερόντων της.
Από την σκοπιά του Ουίλσον δεν υπήρχε καμιά ουσιαστική διαφορά ανάμεσα στην ελευθερία για την Αμερική και στην ελευθερία για τον κόσμο. Ερμηνεύοντας τη ρήση του πρώτου Προέδρου Τζώρτζ Ουάσινγκτον που προειδοποιούσε ενάντια στην ανάμιξη της Αμερικής «στους σκοπούς των άλλων», υποστήριξε ότι τίποτα από όσα αφορούν στην ανθρωπότητα «δεν μπορεί να είναι ξένο ή να μας αφήνει αδιάφορους». Οι στόχοι της εξωτερικής πολιτικής προσδιορίζονται ως καθαρά ηθικές κατηγορίες.
Όπως σημειώνει ο X.Kissinger «Το ιστορικό επίτευγμα του Ουίλσον βρίσκεται στη διαπίστωση του ότι οι Αμερικανοί δεν μπορούν να εμπλακούν σε κρίσιμες διεθνείς υποθέσεις αν δεν τους δικαιώνει το ηθικό πιστεύω τους. Το λάθος του ήταν ότι αντιμετώπισε τις τραγωδίες της ιστορίας σαν ηθικές παρεκτροπές ή σαν συνέπειες της μυωπίας και του κακού χαρακτήρα μεμονωμένων ηγετών και ότι απέρριψε κάθε αντικειμενική βάση ειρήνης εκτός από τη δύναμη της κοινής γνώμης και την οικουμενική εξάπλωση των δημοκρατικών θεσμών.»
Συμπερασματικά ο ουιλσονισμός υποστηρίζει ότι για την εδραίωση της παγκόσμιας ειρήνης απαιτείται : η εξάπλωση των δημοκρατικών θεσμών σε όλες τις χώρες , η παράλληλη εξάπλωση του διεθνούς εμπορίου το οποίο δημιουργεί αλληλεξάρτηση μεταξύ των χωρών και αυξάνει το εναλλακτικό κόστος του πολέμου και κατοχύρωση της συλλογικής ασφάλειας με τη δημιουργία πολυμερών θεσμών ( Κοινωνία των Εθνών, ΟΗΕ) και συνεργασία των μεγάλων δυνάμεων για την αντιμετώπιση μεγάλων απειλών ( Πόλεμος της Γιουγκοσλαβίας και Εισβολή στο Ιράκ). Τα λαϊκά ερείσματα του ουιλσονισμού στις ΗΠΑ βρίσκονται κυρίως μεταξύ των κεντροαριστερών φιλελευθέρων.
Ο Φουκουγιάμα επιχειρεί να συνδυάσει τις δύο αυτές θεωρητικές απόψεις δημιουργώντας μια άλλη θεωρία σε μια προσπάθεια να επεξηγήσει τη διαφωνία του με τους νεοσυντηρητικούς στο ακολουθούμενο δόγμα της αμερικάνικης εξωτερικής πολιτικής.
Όμως η νεοσυντηρητική θεώρηση των διεθνών σχέσεων –το υπόδειγμα Μπους- ουσιαστικά δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένας «Ουιλσονισμός με δόντια» . Η θεωρία έχει μια ιδεολογική πλευρά και μια πλευρά αναφερόμενη στην ισχύ: ο Ουιλσονισμός αποτελεί τη βάση της ιδεολογικής πλευράς ενώ η Στρατιωτική ισχύς αυτή των οδόντων. Η εξάπλωση της δημοκρατίας και η πάταξη της τυραννίας (το καλό έναντι του κακού) αποτελεί την μεσσιανικού τύπου αποστολή του αμερικανικού έθνους προερχόμενη από τα σπλάχνα του Ουιλσονισμού.
Παράλληλα και δεδομένου ότι οι νεοσυντηρητικοί θεωρούν ότι οι ΗΠΑ σήμερα αποτελούν την υπερδύναμη με την ισχυρότερη σχετικά στρατιωτική ισχύ από καταβολής κόσμου πριμοδοτούν ως μέσον επίλυσης των διεθνών διαφορών την Στρατιωτική Ισχύ αντί της διπλωματίας. Μάλιστα χρησιμοποιούν την στρατιωτική τους ισχύ , πολλές φορές, αδιαφορώντας για τους πολυμερείς θεσμούς του Διεθνούς Δικαίου , τους οποίους θεωρούν ως εμπόδια στην υπεράσπιση των αμερικανικών συμφερόντων και κατά τη δική τους λογική ολοκλήρου του κόσμου.
Γίνεται επομένως εμφανές ότι η θεωρητική πρόταση του Φουκουγιάμα δεν διαφοροποιείται ως προς τον λογικό της πυρήνα από αυτή των νεοσυντηρητικών. Απλά επιδιώκει την αλλαγή του μίγματος των δύο συνιστωσών θεωριών με την απαραίτητη προσθήκη ορισμένων προϋποθέσεων που εκλογικεύουν κατά κάποιον τρόπο τις προθέσεις του.
Ο «ρεαλιστικός ουιλσονισμός» του Φουκουγιάμα μετριάζει τις καλύτερες νεοσυντηρητικές πεποιθήσεις με μια περισσότερο «σύγχρονη» συναίσθηση των αντιρρήσεων των άλλων πολιτισμών και των ορίων της αμερικανικής ισχύος , διατηρώντας την ανάγκη για προληπτικό πόλεμο ως την ύστατη λύση και ως μόνιμο στόχο την προώθηση της δημοκρατίας σε όλη την υδρόγειο. Με τον τρόπο αυτό οι ΗΠΑ θα συσκέπτονταν με τους συμμάχους , θα προσέφευγαν συχνότερα στο δόγμα της ήπιας και όχι της σκληρής δύναμης, θα αναλάμβαναν την ανασυγκρότηση των κρατών με τα φώτα των κοινωνικών επιστημών και θα ενθάρρυναν τη διάδοση νέων, προσαρμοσμένων μορφών πολύπλευρης δράσης που θα παρέκαμπτε τα αδιέξοδα του ΟΗΕ .
Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο Φουκουγιάμα «ο σημαντικότερος τρόπος που η αμερικανική κυριαρχία μπορεί να ασκηθεί , δεν είναι μέσω της στρατιωτικής ισχύος αλλά μέσω της δυνατότητας των Ηνωμένων Πολιτειών να διαμορφώσουν τους διεθνείς θεσμούς».
5.
Υπάρχει όμως ένα κρίσιμο ερώτημα που αποτελεί κατά την άποψή μου την ουσία τούτου του βιβλίου. Γιατί ο Φουκουγιάμα ενώ αρχικά ήταν απόλυτα σύμφωνος με τους νεοσυντηρητικούς , θεωρητικά αλλά και στην πολιτική πρακτική , αλλά και είχε δεσμευτεί τόσο πολύ απέναντι στη περιπέτεια του πολέμου στο Ιράκ , υπήρξε από τα ιδρυτικά μέλη του Project for the New American Century, αργότερα διέκοψε έτσι απότομα τις σχέσεις του με τους πρώην πνευματικούς και πολιτικούς του συμμάχους; Μάλιστα η διακοπή αυτή έλαβε τη μορφή της οριστικής ρήξης με το νεοσυντηρητικό χώρο και όχι μια απλή κριτική τοποθέτηση ακαδημαϊκού χαρακτήρα. .
Η εύκολη απάντηση. η οποία τις περισσότερες φορές είναι αυτή που αντιπροσωπεύει την αλήθεια , είναι προφανής : όλα τα πλάσματα από τα πιο μεγάλα ως τα πιο μικρά εγκαταλείπουν το βυθιζόμενο καράβι. Όμως αυτό που οι αναγνώστες του βιβλίου χρειάζεται να αντιληφθούν και να θέσουν υπό την βάσανο της κριτικής είναι τα θεωρητικά επιχειρήματα που παραθέτει ο Φουκουγιάμα. Αυτά χρειάζεται να ενταχθούν οργανικά στην γενικότερη προβληματική του χωρίς να δημιουργούν αντιφάσεις αλλά συνδράμοντας στην στέρεη υποστήριξή της.
Δύο είναι οι λόγοι που μπορούν να συναχθούν από το ανά χείρας βιβλίο αλλά και από το άρθρο του “The Neoconservative Moment” .
Το παραπάνω άρθρο ήταν απάντηση στην ομιλία του Τσαρλς Κραουτχάμμερ στις 10 Φεβρουαρίου του 2004 στο American Enterprise Institute, όπου υποστήριξε την θέση του «Δημοκρατικού Ρεαλισμού» . Στη συνέχεια ο Κραουτχάμμερ απάντησε στον Φουκουγιάμα . Ακολούθησε σειρά άρθρων – ανταπαντήσεων στο National Interest, που η διαμάχη χαρακτηρίσθηκε ως νεοσυντηρητικό σχίσμα. O Φουκουγιάμα εξέφρασε τελικά τις αντιρρήσεις του στο παρόν βιβλίο.
Το αντικείμενο της διαμάχης ήταν διπλό .Κατ’ αρχάς ο Φουκουγιάμα «παραπονέθηκε» ότι οι περισσότεροι νεοσυντηρητικοί συνάδελφοί του (εβραϊκής ή όχι καταγωγής) συμμερίζονταν την ισραηλινή θεώρηση για τα ζητήματα της Μέσης Ανατολής και του Αραβικού κόσμου γενικότερα . Δεν υποστήριξε βεβαίως ότι η αμερικανική εξωτερική πολιτική για τη Μέση Ανατολή υποτασσόταν στη θέληση του Ισραήλ , πράγμα που έκαναν αργότερα δύο άλλοι ακαδημαϊκοί συνάδελφοί του . Θεωρούσε όμως ότι η αμερικανική επέμβαση στο Ιράκ δεν ήταν υπέρ των συμφερόντων των ΗΠΑ. .
Στη συνέχεια υπογράμμισε με εμφατικό τρόπο τη θεωρούμενη ρήξη που επήλθε λόγω του πολέμου στο Ιράκ, με τους δυτικούς συμμάχους και κυρίως τους Ευρωπαίους. Ο Φουκουγιάμα εξέφρασε την άποψη ότι η ενότητα της Δύσης βρίσκεται σε μεγάλο κίνδυνο. Η διάσπαση της Δύσης ήταν παράγοντας σοβαρής κρίσεως και απειλής των αμερικανικών συμφερόντων.
Οι απαντήσεις του Κραουτχάμμερ ήταν άμεσες , κοφτές και χωρίς καμία υπεκφυγή. Σχετικά με το πρώτο ζήτημα ορθά κοφτά τοποθέτησε τον Φουκουγιάμα στην πλευρά των εχθρών του Ισραήλ και στους αντισημίτες. Ο Φουκουγιάμα δεν έδωσε συνέχεια στο ζήτημα….
Στο δεύτερο επίσης απάντησε ότι οι ΗΠΑ δεν απειλούνται από κάποια έλλειψη διαβεβαιώσεων εκ μέρους της ΕΕ ή ψηφισμάτων του ΟΗΕ , έχουν άφθονες από αυτές , αλλά απειλούνται μόνο από την ιρακινή εξέγερση. Οι Ευρωπαϊκές ελίτ απλά έχουν πικαριστεί από τη στάση των ΗΠΑ και τίποτε άλλο. Οι διαμαρτυρίες τους είναι ζήτημα ύφους και όχι ουσίας. Μεταξύ μας όχι μακριά από την αλήθεια… .
Αυτό που προσπαθεί να πει ο Φουκουγιάμα σε αυτήν τη διαμάχη είναι ότι δεν ασπάζεται το δόγμα της αμερικανικής μοναδικότητας σε πλήρη αντίθεση με τους νεοσυντηρητικούς Το θέτει ως εξής «…Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι σε θέση να δρουν γενναιόδωρα , παρέχοντας παγκοσμίως δημόσια αγαθά , και είναι ακόμα πιο γενναιόδωρες όταν τα ιδανικά συμπίπτουν με τα συμφέροντά τους. Αλλά οι ΗΠΑ είναι επίσης και μια μεγάλη δύναμη με συμφέροντα που δεν σχετίζονται με τα παγκόσμια δημόσια αγαθά».
Αυτό έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τον πυρήνα της σκέψης των νεοσυντηρητικών όπου η αμερικανική ισχύς είναι η μηχανή της παγκόσμιας ελευθερίας. Δεν μπορεί να υπάρξει απολύτως καμιά απόκλιση μεταξύ των δύο.
Ο εντοπισμός της έλλειψης αυτόματης σύμπτωσης οδηγεί το Φουκουγιάμα στην αναζήτηση εκείνων των μηχανισμών που θα οδηγήσουν , μέσω πλαγίων οδών, στην ποθούμενη ταύτιση. Αυτή είναι η κοινότοπη διαδικασία του εκσυγχρονισμού.. .. Η σύγχρονη ελευθερία δεν αποτελεί έναν οικουμενικό πόθο … Μια κοινωνία που απελευθερώνεται από την τυραννία δεν οδηγείται αυτομάτως στην δημοκρατία.. . Η σύγχρονη ελευθερία απαιτεί τυπικώς ορισμένα επίπεδα οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης για την στήριξή της…Αυτά δεν μπορούν να δημιουργηθούν σε μια νύκτα. Τα κίνητρα της αγοράς σύμφωνα με τις νεοφιλελεύθερες συνταγές δεν είναι αρκετά. Το ισχυρό κράτος και η «καλή Διακυβέρνηση» είναι απαραίτητα. .
Όμως αυτό το επιχείρημα του Φουκουγιάμα έρχεται σε σύγκρουση με τη λογική του έργου που τον έκανε γνωστό. Στο «Τέλος της Ιστορίας» η επιδίωξη της αναγνώρισης και η παρακίνηση της επιθυμίας ήταν οι δύο μοχλοί της ιστορίας. . Όμως η «επιθυμία που βρίσκεται πίσω από την επιθυμία « του οικονομικού ατόμου «ήταν μια τελείως μη οικονομική παρόρμηση , η προσπάθεια αναγνώρισης» . Η πολιτική διαλεκτική ήταν τόσο έντονη που αποτέλεσε τον πρωταρχικό μοχλό της ανθρώπινης ιστορίας.
Τελικά οι κοινοτοπίες της θεωρίας του εκσυγχρονισμού είναι ασφαλέστερες από την δημιουργία και υποστήριξη έστω και μιας φιλοσοφίας της ιστορίας όπως έκανε ο Κοζέβ τη σκέψη του οποίου κατά κόρον χρησιμοποίησε ο Φουκουγιάμα στο «Τέλος της Ιστορίας». Το δρόμο αυτό ακολούθησε ο Φουκουγιάμα. ακόμα και έναντι της στραουσιανής μήτρας της φιλοσοφίας των νεοσυντηρητικών από την οποία επίσης είχε δανειστεί μια πλατωνική σύλληψη της ψυχής του ανθρώπου.
Τελειώνοντας τη σύντομη αυτή εισαγωγή πρέπει να σημειώσω ότι η Ανθρώπινη Ιστορία συνεχίζει το δρόμο της και τις ΗΠΑ ως μοναδική υπερδύναμη να βρίσκονται αντιμέτωποι με σειρά προβλημάτων η λύση των οποίων φαντάζει αρκετά δύσκολη.
ΚΩΣΤΑΣ ΜΕΛΑΣ ΑΘΗΝΑ 25-01-2008.