Οι πρόσφατες δημόσιες παρεμβάσεις του οίκου αξιολογήσεων Moody’s και της επενδυτικής τραπέζης J.P.Morgan αναφορικά με την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, θεωρώ ότι πραγματικά μετά από καιρό θέτουν «τον δάκτυλον επί (εις) τον τύπον των ήλων».
Σαφέστατα θέτουν σε αμφισβήτηση τα όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας την τελευταία περίοδο και τα οποία χαρακτηρίζουν ως «οικονομικό θαύμα» τα επιτεύγματα της ελληνικής οικονομίας. Επιπλέον δίνουν τη δυνατότητα σε όλους όσοι ασχολούνται με την ελληνική οικονομία να αναστοχαστούν σοβαρά για τα προβλήματα που την ταλανίζουν αφήνοντας κατά μέρος τους άκοπους ρητορικούς πανηγυρισμούς
Η επενδυτική τράπεζα J.P.Morgan απόλυτα και ωμά υποστηρίζει ότι η αναβάθμιση του Χρηματιστηρίου Αθηνών στις ώριμες αγορές θα είναι, εκτός από εξαιρετικά απίθανη, ένας σημαντικός αρνητικός καταλύτης. Η χρηματιστηριακή αγορά της χώρας είναι ακόμη πολύ αδύναμη προκειμένου να ενταχθεί στις ώριμες αγορές. Δεδομένου ότι οι χρηματιστηριακές αγορές αντανακλούν πρωταρχικά την κατάσταση της οικονομίας στην οποία εδράζονται … ο νοών νοείτω!!!
Από τη μεριά του ο οίκος Moody’s δεν προχώρησε την Παρασκευή 15 Μαρτίου 2024, σε αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδας, διατηρώντας την τρέχουσα αξιολόγηση «Ba1». Έτσι, το ελληνικό αξιόχρεο παραμένει κάτω από την επενδυτική βαθμίδα. Παράλληλα διατήρησε αμετάβλητες τις προοπτικές της οικονομίας (stable outlook). Οι παρατηρήσεις στις οποίες βασίστηκε ο οίκος Moody’s για να διατηρήσει την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας στην τρέχουσα αξιολόγηση«Ba1», είναι οι ακόλουθες:
- Τα υψηλά ελλείμματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών παρά τις υψηλές αποδόσεις του τουρισμού και των συνδεδεμένων με αυτόν λοιπών δραστηριοτήτων. Επειδή ακριβώς το έλλειμμα «καλύπτεται» από την απόδοση των συγκεκριμένων τομέων , η οικονομία είναι ευάλωτη σε εξωτερικούς κλυδωνισμούς. Επίσης περαιτέρω βελτιώσεις όσον αφορά την οικονομική ανθεκτικότητα μέσω της διεύρυνσης της εξαγωγικής βάσης, δηλαδή των αγαθών, θα χρειαστούν χρόνο. Είναι φανερό ότι η διάγνωση κινείται στη σωστή κατεύθυνση, χωρίς όμως να εμβαθύνει στον τρόπο που αλληλοσυνδέονται – αλληλεξαρτώνται τα δύο ισοζύγια, το εμπορικό (ελλειμματικό) και των υπηρεσιών (πλεονασματικό), ώστε να γίνει κατανοητή, εν μέρει, η στενή παραγωγική βάση της ελληνικής οικονομίας. Βεβαίως στο ότι η παραγωγική βάση είναι στενή ευθύνονται πλείστοι ακόμα παράγοντες- πολιτικοί, κοινωνικοί, πολιτιστικοί. Έχω πολλάκις αρθρογραφήσει για το ζήτημα αυτό.
- Το τραπεζικό σύστημα θα πρέπει να αποκτά τα έσοδά του με ανάλογους τρόπους με αυτούς των ευρωπαϊκών τραπεζών. Δεν μπορούν να κερδοσκοπούν με βάση το άνοιγμα του spread μεταξύ επιτοκίου καταθέσεων και χορηγήσεων. Επίσης οι υψηλές προμήθειες συμβάλλουν στην αύξηση των εσόδων. Παρά τη μεταφορά στην κοινωνία μεγάλου όγκου των Μη Αποτελεσματικών Δανείων, το ποσοστό τους στο σύνολο των δανείων παραμένει πολύ υψηλότερος από τον αντίστοιχο της ευρωζώνης. Επίσης[1], «Η κεφαλαιακή επάρκεια των ελληνικών τραπεζικών ομίλων υποχώρησε ελαφρά και η ποιότητα των εποπτικών ιδίων κεφαλαίων τους παραμένει χαμηλή. Ο Δείκτης Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 1 (Common Equity Tier 1 ratio – CET1 ratio),και ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαίου (Total Capital Ratio – TCR) υπολείπονται του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπρόσθετα, η ποιότητα των εποπτικών ιδίων κεφαλαίων των ελληνικών τραπεζών παραμένει χαμηλή λόγω των εκκαθαρισμένων αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων οι οποίες ανέρχονταν σε 13,4 δισεκ. ευρώ, αντιπροσωπεύοντας το 51% των συνολικών εποπτικών ιδίων κεφαλαίων τον Ιούνιο του 2023».
- Παρά την αναμενόμενη μεγάλη μείωση, λόγω κυρίως του υψηλότατου πληθωρισμού, ο λόγος ΔΧ/ΑΕΠ θα παραμείνει πολύ υψηλός. Συγκεκριμένα ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ μειώθηκε σημαντικά την τελευταία τριετία, από το 207% το 2020, στο 160% το 2023, σύμφωνα με την εκτίμηση του ΟΔΔΗΧ. Η αποκλιμάκωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ το 2021 και το 2022, προήλθε από την αύξηση του παρονομαστή και συγκεκριμένα από τους υψηλούς ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης (7% κατά μέσο όρο, σε σταθερές τιμές) αλλά και από τον πληθωρισμό, ο οποίος μάλιστα επιταχύνθηκε το 2022 (9,3%). Επίσης προβληματίζει το ύψος των Repo’s[2] – 54,5 δις ευρώ το 2023- τα οποία αυξάνουν συνεχώς -2021:34,5 και 2022: 50 δις ευρώ- κάτι που σημαίνει ότι «δεν μπορούν να κλείσουν» άρα χρηματοδοτούν μόνιμες δαπάνες και απλά δεν καταγράφονται στο χρέος της Γενικής Κυβέρνησης.
Η αναμενόμενη καταγραφή των αναβαλλόμενων τόκων μέρους του δανείου του EFSF στο δημόσιο χρέος το 2033 (περίπου 25 δις ευρώ) θα επιβαρύνει το δημόσιο χρέος, και το αν θα δημιουργήσει σημαντικούς κινδύνους βιωσιμότητας θα εξαρτηθεί από τον σχεδιαζόμενο τρόπο αποπληρωμή τους﮲ δηλαδή εντός ποιου χρονικού διαστήματος θα κληθεί η Ελλάδα να αποπληρώσει το συγκεκριμένο ποσόν. Επίσης όσον αφορά το λόγο δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ, μακροπρόθεσμα υπάρχει αυξημένη αβεβαιότητα, καθώς η σταδιακή αναχρηματοδότηση των δανειακών υποχρεώσεων προς τον επίσημο τομέα με όρους αγοράς θα αυξήσει την έκθεση του Ελληνικού Δημοσίου στον επιτοκιακό κίνδυνο. Ακόμη μια επιπλέον πηγή αβεβαιότητας είναι το ύψος της επιβάρυνσης του κρατικού προϋπολογισμού με τις δαπάνες χρηματοδότησης του κόστους μετάβασης του κεφαλαιοποιητικού συστήματος επικουρικής ασφάλισης που έχει επιλέξει η Κυβέρνηση Μητσοτάκη. Το συγκεκριμένο κόστος μετάβασης υπολογίζεται σε 78 δις ευρώ και θα αρχίσει να επιβαρύνει τις δαπάνες μετά το 2040 όταν θα συνταξιοδοτηθούν οι σημερινοί εργαζόμενοι άνω των 35 ετών.[3]
- Το 2023 υπήρξε σημαντική απόκλιση στον στόχο αύξησης των επενδύσεων: στον προϋπολογισμό του 2023 το ποσοστό αύξησης των επενδύσεων (ΑΣΠΚ) ήταν 15,5% .Τα στοιχεία που ανακοίνωσε η Ελληνική Στατιστική Αρχή έδειξαν ότι η τελική ετήσια αύξηση των επενδύσεων για το 2023 ήταν μόλις 4,1% (σε σταθερές τιμές του 2015). Η μικρή αύξηση των επενδύσεων (ΑΣΠΚ) σε αντίθεση με τις προσδοκίες που είχαν δημιουργηθεί λόγω των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης , ήταν από τους βασικούς λόγους για τους οποίους ο ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ περιορίστηκε στο 2% για το 2023, ενώ και στον Προϋπολογισμό του 2024 (Δεκέμβρης του 2023) η αναφορά ήταν στο 2,4%!!!
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΑΥΓΗ 24 ΜΑΡΤΊΟΥ 2024
[1] ΤτΕ, Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, Νοέμβριος 2023
[2] ΟΔΔΗΧ, Τριμηνιαία Δελτία Χρέους . Διάφορα τεύχη.
[3] Σ. Ρομπόλης – Β. Μπέτσης, Γιατί θα αυξήσει το δημόσιο χρέος η κεφαλαιοποίηση της επικουρικής ασφάλισης , SL press, 19.02.2023