Ας ξεκινήσουμε με μια υπόθεση εργασίας: ο Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου κερδίζει τις προσεχείς εκλογές στην Τουρκία. Τι οικονομική πολιτική πρόκειται να ασκήσει και ποιες θα είναι οι συνέπειες στην τουρκική οικονομία; Για να απαντήσει στα ερωτήματα αυτά ένας προσεκτικός όσο και περιγραφικός (εννοώ μη αξιολογικός) αναλυτής θα πρέπει να ξεκινήσει από τα υπαρκτά προβλήματα της τουρκικής οικονομίας, να μελετήσει τον τρόπο που ο πρόεδρος Ερντογάν έχει επιχειρήσει να τα επιλύσει μέσω της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής και αφού κατανοήσει όλο αυτό το πλέγμα να εξετάσει τις λύσεις που θα επιχειρήσει να επιβάλλει ο διάδοχος του και τι μπορεί αυτές να σημαίνουν για την Τουρκία. Χωρίς να θέλω να ταυτίσω τις δύο περιπτώσεις, οι οποίες έχουν σημαντικότατες διαφορές, στο μυαλό μου έρχεται η περίπτωση της Αργεντινής όπου μετά την αθέτηση πληρωμών και μετά από πάνω μια δεκαετία επικράτησης του περονικού κόμματος, κατά τη διακυβέρνηση του οποίου ασκήθηκε ένα είδος οικονομικής πολιτικής σε πολλά σημεία ασύμβατη με τα κελεύσματα και τις κατευθύνσεις του κυρίαρχου παγκοσμιοποιημένου οικονομικού υποδείγματος. Τα προβλήματα που παρουσιάστηκαν από ένα χρονικό σημείο και μετά (Δες: Κ.Μελάς, Αργεντινή- Ελλάδα, Εκδόσεις Πατάκη 2015) οδήγησε στην κυβέρνηση Mauricio Macri, φανατικού οπαδού του νεοφιλελευθερισμού και των οδηγιών των διεθνών αγορών, η οποία το μόνο που κατάφερε ήταν να οξύνει και να χειροτερεύσει στο έπακρο την οικονομία της χώρας , υποδουλώνοντάς την για ακόμη μια φορά στο ΔΝΤ (Κ. Μελάς, Ο νεοφιλελεύθερος πρόεδρος Μάκρι ξαναφέρνει το ΔΝΤ στην Αργεντινή https://slpress.gr/oikonomia/o-neofileleftheros-proedros-makri-xanafernei-to-dnt-stin-argentini/ 18.05.2018).
Τούτων λεχθέντων, ας περάσουμε στο θέμα μας.
Η διακυβέρνηση της Τουρκίας από το κόμμα Δημοκρατίας και Ανάπτυξης υπό την ηγεσία του Ερντογάν, αναφορικά με την οικονομική διαχείριση χωρίζεται σε δύο περιόδους[1]:
Η πρώτη περίοδος, αφορά στην περίοδο 2003-2015 κατά την οποία κυριάρχησε το δόγμα «ασκώ πολιτική μέσω της οικονομίας». Ουσιαστικά πρόκειται, όπως θα δούμε στη συνέχεια, για μια πολιτική απόλυτης προσαρμογής στο περιβάλλον της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας[2].
Η δεύτερη περίοδος, ειδικά μετά την απόπειρα πραξικοπήματος (2016) και τις προστριβές με την κυβέρνηση Τραμπ (2018), χαρακτηρίζεται από την προσπάθεια αλλαγής αυτής της πολιτικής με βασικό άξονα τη μείωση των εξαρτήσεων της οικονομίας, τουλάχιστον σε επιμέρους θέματα, με την χρήση κυρίως μέσων πολιτικής που εδράζονται σε γεωπολιτικούς παράγοντες[3].
Αν θέλουμε να προβούμε σε ένα συμπέρασμα για το κύριο πρόβλημα της τουρκικής οικονομίας αυτό θα ήταν το ακόλουθο: την πρώτη περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από το κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης με την ακολουθούμενη οικονομική πολιτική δημιουργούσε συνεχώς, σχετικά υψηλό, εξωτερικό βραχυχρόνιο χρέος το οποίο όμως το αναχρηματοδοτούσε εύκολα, διαμέσου της αυτόνομης εισροής πόρων. Ήταν η περίοδος ευφορίας της τουρκικής οικονομίας. Στη δεύτερη περίοδο υπάρχει δυσκολία ως προς την αναχρηματοδότηση με τους ίδιους τρόπους, με αποτέλεσμα ο Ερντογάν να επιδιώξει μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση στο ζήτημα. ( Η πλήρης ανάλυση υπάρχει στο άρθρο που αναφέρεται στην υποσημείωση 1).
- Η επιχειρούμενη αλλαγή της οικονομικής πολιτικής του προέδρου Ερντογάν, σε τελευταία ανάλυση, καθοδηγείται από ένα στρατηγικό και ένα τακτικό στόχο: να αυξήσει τους βαθμούς ελευθερίας της τουρκικής οικονομίας στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας και να κερδίσει τις εκλογές του 2023 ώστε να διατηρηθεί στην εξουσία. Το ζήτημα είναι ότι ο βραχυχρόνιος τακτικός στόχος αποτελεί προϋπόθεση για την επίτευξη του στρατηγικού στόχου. Επομένως διαβλέπω μια ενοποίηση των δύο στόχων ως προς την άσκηση της οικονομικής πολιτικής. Σε αυτό το σχεδιασμό εντάσσεται η πολιτική των χαμηλών επιτοκίων σε μια προσπάθεια να αποφύγει οποιαδήποτε νομισματική προσαρμογή (αύξηση των επιτοκίων) η οποία θα προκαλούσε αναπόφευκτα συρρίκνωση της παραγωγικής δραστηριότητας, αύξηση της ανεργίας και μείωση των μισθών για μια αρκετά μεγάλη περίοδο που σαφώς θα υπερέβαινε την περίοδο μέχρι τις εκλογές. Αυτό προφανώς είναι κάτι που δεν το επιθυμεί ο Ερντογάν, δεδομένου ότι θα λειτουργούσε εναντίον του στην εκλογική διαδικασία. Η επιμονή του προέδρου Ερντογάν στο χαμηλό κόστος του δανεισμού στις εγχώριες επιχειρήσεις και στα νοικοκυριά ,στοχεύει στη συνεχή παραγωγή νέων θέσεων εργασίας και θα του διασφαλίσει τη νίκη στις εκλογές του 2023.
- Ο πρόεδρος Ερντογάν στοιχηματίζει ότι μέσω της επεκτατικής πιστωτικής πολιτικής και των χαμηλών επιτοκίων και το ασθενές νόμισμα θα δώσουν ώθηση στη μεταποίηση και στις εξαγωγές, και θα οδηγήσουν σε αύξηση των προσλήψεων, μειώνοντας έτσι τον έλεγχο που ασκεί η αγορά στην τουρκική οικονομία. Ο πρόεδρος Ερντογάν και το οικονομικό του επιτελείο επιδιώκει πάση θυσία να τονώσει την αγορά επενδύσεων και αγαθών μέσω της μείωσης των επιτοκίων σε επίπεδο χαμηλότερο από τον πληθωρισμό. Αυτή η πολιτική η οποία ασκείται πλέον μακροχρονίως προκαλεί συνεχή διολίσθηση του τουρκικού νομίσματος κάτι που μέσω feed back επιδράσεων ανατροφοδοτεί- μέσω του εισαγόμενου πληθωρισμού- τον γενικό πληθωρισμό, και πάλι από την αρχή, αυτό προκαλεί νέα διολίσθηση του νομίσματος, δημιουργώντας ένα συνεχή ανατροφοδοτούμενο φαύλο κύκλο.
- Εκείνο που διαφοροποιεί τη σημερινή περίοδο σε σχέση με την περίοδο Μπεράτ Αλμπαϊράκ, είναι νομίζω η απόφαση του Ερντογάν να μην ασχοληθεί ιδιαιτέρως με την ισοτιμία του νομίσματος. Δηλαδή ο Ερντογάν πραγματοποιεί ένα ακόμα βήμα στη μονόπλευρη αντίληψή του για τη λειτουργία της οικονομίας. Το επιχείρημα που διαθέτει είναι ο ρυθμός μεγέθυνσης της οικονομία και η διατήρηση του όγκου των εξαγωγών αγαθών σε υψηλά επίπεδα των προηγουμένων χρόνων αλλά και η αύξηση των εισροών του τουριστικού εισοδήματος. Βεβαίως η διατήρηση του ύψους των εξαγωγών γίνεται με όλο και περισσότερο δυσμενείς όρους εμπορίου (λόγω της συνεχούς διολίσθησης του νομίσματος). Η πολιτική αυτή δυσκολεύει αφάνταστα την προσέλκυση Άμεσων Ξένων Επενδύσεων (ΑΞΕ) οι οποίες ειρήσθω εν παρόδω, είχαν αποτελέσει την αιχμή του δόρατος της τεράστιας αλλαγής που έχει επέλθει στην τουρκική οικονομία την περίοδο 2003-2016 και τη βοήθησε να εξελιχθεί σε μια ισχυρή αναδυόμενη οικονομία. Η προσέλκυση ΑΞΕ εξαρτάται, εκτός άλλων πολλών παραμέτρων, και από τη σχετική σταθερότητα του νομίσματος που εξασφαλίζει την διατήρηση της αξίας των επενδυμένων κεφαλαίων. Η ανακοίνωση του προέδρου Ερντογάν ότι η Τουρκία δεν θα προσπαθεί πλέον να προσελκύσει ξένες επενδύσεις προσφέροντας υψηλές αποδόσεις και ισχυρό νόμισμα, αποτελεί αφενός ένδειξη αδυναμίας της τουρκικής οικονομίας να συνεχίσει σε αυτό το μονοπάτι, για τους λόγους που έχουμε αναφέρει παραπάνω, και αφετέρου κάνοντας την ανάγκη φιλοτιμία επιχειρεί να κάνει ένα μεγάλο ποιοτικό άλμα το οποίο συνίσταται στην μεγαλύτερη ενσωμάτωση της υπάρχουσας τεχνολογίας που έχουν φέρει οι ΑΞΕ, στον εγχώριο παραγωγικό ιστό της χώρας, σε μια προσπάθεια να αποκτήσει η χώρα βαθμούς ελευθερίας από τους εξωτερικούς παράγοντες.
- Πρόκειται για δοκιμασμένη συνταγή, καθώς έχει μετασχηματίσει αρκετές ασιατικές οικονομίες. Κλειδί όλης αυτής της συνταγής, για τις ασιατικές οικονομίες την περίοδο που αρχίζει από τη δεκαετία του 1970, ήταν η ενσωμάτωση και μετεξέλιξη της τεχνολογίας που χρησιμοποιείται για τα εξαγόμενα προϊόντα και βοηθά στις εξαγωγές , με παράλληλη απομόνωση της παραγωγικής της βάσης από τους κλυδωνισμούς των εξωτερικών αναταραχών. Παράλληλα υπήρχε μια σαφής ιεράρχηση και αλληλεξάρτηση των οικονομιών της Ανατολικής Ασίας, μέσω ενός συγκεκριμένου υποδείγματος που έγινε γνωστό ως το « Πέταγμα της Χήνας». Με απλά λόγια οδήγησε το πέταγμα η Ιαπωνία με την υψηλότερη τεχνολογία, ακολούθησαν η Ν. Κορέα και η Ταϊβάν με την τεχνολογία που δεν χρησιμοποιούσε πλέον η Ιαπωνία , στη συνέχεια ήταν η Σιγκαπούρη, το Χονγκ Κονγκ, η Μαλαισία με χαμηλότερη τεχνολογία. Τα κράτη αυτά ανήκουν σε μια ημι-περιφέρεια όπου διατηρούν ισχυρές ημεδαπές επιχειρήσεις, οι οποίες εξάγουν στην περιφέρεια τα προϊόντα τους, αλλά ταυτόχρονα εισάγουν προϊόντα υψηλής τεχνολογίας από τον πυρήνα. Τα κράτη αυτά ενώ προηγουμένως συμπεριλαμβάνονταν στην περιφέρεια κατόρθωσαν να εκβιομηχανισθούν και σε συνάρτηση με το γεγονός της γειτονίας τους σε άφθονες πηγές πρώτων υλών και του χαμηλού κόστους εργατικού τους δυναμικού μεταμορφώθηκαν σε εξαγωγικές χώρες με υψηλό ανταγωνιστικό προϊόν λόγω του συγκριτικού τους πλεονεκτήματος . Η διαδικασία αυτή κράτησε δεκαετίες μέχρι την πραγμάτωση του σχεδίου. Πρόκειται όχι μόνο για μια μακρά διαδικασία αλλά και προϋποθέτει και συγκεκριμένες παραμέτρους – ιστορικές, πολιτισμικές, συγκυριακές, γεωγραφικές- που επέτρεψαν την επιτυχία του.
- Αυτό το πολύπλοκο δίκτυο σχέσεων που συμπεριλαμβάνουν αλληλεξαρτώμενες την γεωπολιτική και την γεωοικονομία, σε ύψιστο βαθμό, δηλαδή διαπλεκόμενα τα δύο πεδία δεν είναι καθόλου εύκολο μια νέα κυβέρνηση να τα «εξορθολογήσει» κατά τα δυτικά «φιλελεύθερα» πρότυπα. Για παράδειγμα η λαμβανόμενη βοήθεια από χώρες φίλα προσκείμενες λόγω του θρησκεύματος (Κατάρ, Ιράν, λοιπές χώρες του Κόλπου) ή λόγω των γεωπολιτικών παιγνίων ( πρωτίστως Ρωσία και δευτερεύοντος Κίνα) θα πρέπει με κάποιο τρόπο να αντικατασταθεί από άλλα κέντρα. Υπάρχει πρακτικά μόνο η Δύση. Αμφιβάλλει κανείς, ότι οι Δυτικές χώρες θα επιλέξουν να οδηγήσουν την Τουρκία στο ΔΝΤ (όπως και την Αργεντινή) με τα γνωστά συνεπαγόμενα. Μάλιστα επιβάλλοντας και τη θέλησή τους στους γεωπολιτικούς προσανατολισμούς της γείτονος χώρας. Τι σημαίνει αυτό για τις οικονομικές σχέσεις με τη Ρωσία οι οποίες βρίσκονται σε ιστορικά υψηλά : οι οικονομικές συναλλαγές το 2022 έφθασαν τα 62 δις δολάρια, οι περισσότερες των οποίων ήταν απόρροια των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών. Τι θα σημάνει αυτό για τις οικονομικές σχέσεις με τις μουσουλμανικές και τουρκογενείς χώρες της Μέσης Ανατολής και της Κεντρικής Ασίας , αλλά και μεγάλου αριθμού χωρών της Αφρικής;
- Αυτό που μετά μανίας επιζητούν οι Δυτικές χώρες και οι Παγκοσμιοποιημένες Χρηματοπιστωτικές Αγορές είναι μια οικονομική πολιτική «ορθόδοξη». Αυτό άμεσα σημαίνει αποκατάσταση της σταθερότητας του νομίσματος έτσι ώστε να έχουν εξασφαλισμένες τις επενδύσεις τους. Πρακτικά σημαίνει άμεση αύξηση των επιτοκίων πάνω από τον τρέχοντα ρυθμό πληθωρισμού, δηλαδή τουλάχιστον 50,0% Τα αποτελέσματα θα είναι καταστροφικά για την οικονομία σε όλα τα επίπεδα : μακροοικονομικά μεγέθη, μισθοί, φτώχεια κτλ. (θυμήσου την Αργεντινή). Δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι μια αδύναμη και ετερόκλητη κυβέρνηση όπως αυτή του Κιλιτσντάρογλου, θα μπορέσει να φέρει σε πέρας ένα τέτοιο πρόγραμμα, μάλιστα με το ΑΚΠ ισχυρότατο στο κοινοβούλιο.
- Η εντύπωσή μου είναι ότι η Τουρκία βρίσκεται αντιμέτωπη με τεράστιες οικονομικές δυσκολίες ήδη με το καθεστώς Ερντογάν. Με κυβέρνηση Κιλιτσντάρογλου τα προβλήματα θα ενταθούν περαιτέρω. Οι κίνδυνοι είναι μεγάλοι και κανείς δεν μπορεί να προδικάσει τις μελλοντικές εξελίξεις στην χώρα.
[1] Δες: Κ. Μελάς, Οι γεωπολιτικές και γεωοικονομικές επιδιώξεις της Τουρκίας, Ιστοσελίδα geoeurope, https://www.geoeurope.org/2023/05/05/oi-geopolitikes-kai-geooikonomikes-e/
[2] Δες: Κ. Μελάς, Ακτινογραφώντας την Τουρκική Οικονομία. Στο Κ. Μελάς – Σ. Λυγερός, Μετά τον Ερντογάν τι; Εκδόσεις Πατάκη, 2013.
[3] Δες : Κ. Μελάς, Οικονομία και Υλικοί Παράγοντες Ισχύος, Περιοδικό Εθνικές Επάλξεις, Απρίλιος – Ιούνιος 2020