1.
Μία από τις εκφάνσεις της βαθιάς κρίσης στην οποία έχουν περιέλθει οι δυτικές φιλελεύθερες- δημοκρατικές κοινωνίες, είναι η παραβίαση του ιδιωτικού βίου των πολιτών τους, εκ μέρους των διαφόρων υπηρεσιών ασφαλείας της κάθε χώρας, πολλάκις σε συνεργασία με τεχνολογικές εταιρείες που διαχειρίζονται τα big data των πελατών-πολιτών αυτών των εταιρειών, γεγονός που θίγει βασικά δημοκρατικά δικαιώματα τους. Στην ουσία μετά την κατάργηση της δημόσιας σφαίρας οι πολίτες υφίστανται και την απώλεια της ιδιωτικότητα τους.
2.
Με την επίκληση διαφόρων λόγων ( εθνικής ασφάλειας, τρομοκρατίας, βαρειών ποινικών αδικημάτων κτλ) και με την απεριόριστη δυνατότητα που παρέχει η σύγχρονη ηλεκτρονική τεχνολογία οι εκάστοτε εκλεγμένες εξουσίες όλο και περισσότερο περιορίζουν τα κατοχυρωμένα από τα διάφορα Συντάγματα δικαιώματα του ιδιωτικού βίου των πολιτών εισβάλλοντας πανταχόθεν και δημιουργώντας ουσιαστικά μια κοινωνία ελέγχου.
3.
Στην χώρα μας , από τον περασμένο Αύγουστο, ζούμε μια υπόθεση υποκλοπών , μετά την παραδοχή από την κυβέρνηση (συνοδεύτηκε από την παραίτηση του άμεσου συνεργάτη του πρωθυπουργού και του διοικητή της ΕΥΠ) ότι, η ΕΥΠ παρακολουθούσε τον Ν. Ανδρουλάκη για λόγους εθνικής ασφαλείας!! Οι οποίοι ποτέ δεν εξηγήθηκαν ποιοι είναι. Ακολούθησαν και άλλες αποκαλύψεις (λειτουργία του κακόβουλου λογισμικού PREDATOR), δημιουργώντας μια αφόρητη τοξική κατάσταση στο δημόσιο βίο. Τα γεγονότα επιβεβαίωσαν την ροπή που υπάρχει στις εκάστοτε κυβερνήσεις να επιχειρούν να ελέγξουν πολιτικούς αντιπάλους και μη αρεστούς δραστήριους πολίτες. Στα ανωτέρω χρειάζεται να προσθέσει κανείς ότι, όπως έχει επισήμως ανακοινωθεί, οι παρακολουθήσεις ξεπερνούν αισίως τις 16.000 ετησίως στη χώρα μας, και, ότι στις σχετικές εισαγγελικές διατάξεις δεν αναγράφεται καν το ονοματεπώνυμο του παρακολουθούμενου.
4.
Ενόσω η τεχνολογία των κακόβουλων λογισμικών κάλπαζε, οι θεσμικές εγγυήσεις για να περιοριστούν οι αρνητικότατες συνέπειες αποδυναμώνονταν. Γιατί προφανώς οι κυβερνώντες ήθελαν να χρησιμοποιήσουν την τεχνολογία αυτή για λογαριασμό τους. Ετσι, κάποιοι (προφανώς συγκεκριμένοι που θα πρέπει να τους κατονομάσει η δικαστική έρευνα) εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία!!!
Συνεπώς η θεσμική προστασία των δικαιωμάτων των πολιτών στον ιδιωτικό βίο ( ειρήσθω εν παρόδω δεν υφίσταται υγιής ιδιωτικός βίος ανεξάρτητα από υγιή δημόσιο βίο, μάλιστα ο τελευταίος αποτελεί τη βάση για τη λειτουργία του πρώτου) θα πρέπει να αποτελέσει την πρώτη ουσιαστική απάντηση του πολιτικού συστήματος και απαίτηση της κοινωνίας.
Είμαστε σίγουροι ότι αυτό δεν είναι αρκετό. Σε μια εποχή ηθικού ξεπεσμού, κατάλυσης των αξιών και επικράτησης της μαζικοδημοκρατίας χρειάζονται πολλά να γίνουν για να πούμε ότι τα πράγματα θα πάρουν τον επιθυμητό δρόμο.
5.
Το σχέδιο νόμου για την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών, ασφαλώς καθυστερημένα και υπό την πίεση της υπόθεσης των υποκλοπών, προσπαθεί να βελτιώσει το αποδυναμωμένο νομοθετικό πλαίσιο. Συγκεκριμένα η κατάσταση έχει ως ακολούθως:
Το 2008, ο νόμος της Νέας Δημοκρατίας, υπήγαγε την ΕΥΠ στον υπουργό Εσωτερικών. Με αυτόν προβλέφθηκε η απόσπαση εισαγγελέα πλήρους απασχόλησης στην ΕΥΠ για να ελέγχει τη νομιμότητα «των ειδικών επιχειρησιακών δράσεών της» (άρθρο 5 παρ. 3 ν. 3649/2008). Για την άρση του απορρήτου διατηρήθηκε η δεύτερη υπογραφή του εισαγγελέα Εφετών.
Η αποδυνάμωση του νομοθετικού πλαισίου προκύπτει από τις ακόλουθες νομοθετικές πρωτοβουλίες[1]:
- Το 2018, ο νόμος του ΣΥΡΙΖΑ, κατάργησε τον δεύτερο εισαγγελέα. Εφεξής θα αρκούσε η υπογραφή μόνον του αποσπασμένου εισαγγελέα (άρθρο 25 παρ. 3 ν. 4531/2018).
- Τον Ιούνιο του 2019, με τον νέο Ποινικό Κώδικα, ο ΣΥΡΙΖΑ μετέτρεψε την παράνομη υποκλοπή από κακούργημα σε πλημμέλημα (άρθρο 370Α Π.Κ.). Την ξανακάνει κακούργημα το υπό διαβούλευση κυβερνητικό νομοσχέδιο.
- Στις 8 Ιουλίου 2019, ήτοι την επαύριον της νίκης της Νέας Δημοκρατίας στις εκλογές, με το π.δ. 81/2019 (άρθρο 5 παρ. 3) η ΕΥΠ μεταφέρθηκε στον πρωθυπουργό. Ασφαλώς, αυτό είχε ξαναγίνει στο παρελθόν. Αυτή τη φορά, ωστόσο, η υπαγωγή της ΕΥΠ στον πρωθυπουργό γινόταν με το πρώτο κιόλας διάταγμα της νέας κυβέρνησης, την ημέρα που ορκιζόταν!
- Τον Αύγουστο του 2019, με νόμο της Νέας Δημοκρατίας προβλέφθηκε ότι δεν χρειάζεται πλέον να είναι κανείς πτυχιούχος πανεπιστημίου για να διοριστεί διοικητής της ΕΥΠ· αρκεί δεκαετής τουλάχιστον «αποδεδειγμένη επαγγελματική απασχόληση» οπουδήποτε (άρθρο 21 παρ. 2 ν. 4625/2019).
- Με άλλο νόμο, τον Αύγουστο πάντοτε του 2019, η Νέα Δημοκρατία κατάργησε τη δυνατότητα του προέδρου της Αρχής Προστασίας Δεδομένων (ΑΠΔΠΧ) να ελέγχει τα ηλεκτρονικά αρχεία της ΕΥΠ και των άλλων υπηρεσιών που τηρούνται για «δραστηριότητες που αφορούν την εθνική ασφάλεια» (άρθρο 10 παρ. 5 ν. 4624/2019). Προηγουμένως, ο πρόεδρος της Αρχής αυτής είχε αυτή τη δυνατότητα, σύμφωνα με τον ιδρυτικό της νόμο, χωρίς, όπως προβλεπόταν, να μπορεί να του αντιταχθεί κανενός είδους απόρρητο (με εξαίρεση τα στοιχεία ταυτότητας των πρακτόρων της ΕΥΠ, άρθρο 19 παρ. 1 του ν. 2472/2019).
- Τον Μάρτιο του 2021, η Νέα Δημοκρατία, κατάργησε τη δυνατότητα που είχε η Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου (ΑΔΑΕ), να ενημερώνει, μετά το τέλος της παρακολούθησης, τα πρόσωπα που το απόρρητό τους είχε αρθεί για λόγους εθνικής ασφάλειας (άρθρο 87 παρ. 1 ν. 4790/2021).
- Τον Ιούλιο του 2020 συστάθηκε ως «αυτοτελής υπηρεσία» εντός της ΕΥΠ ένα «Κέντρο Τεχνολογικής Υποστήριξης, Ανάπτυξης και Καινοτομίας» (ΚΕΤΥΑΚ). Υπαγόμενο απευθείας στον διοικητή, το κέντρο αυτό έχει σκοπό να διεξάγει «εφαρμοσμένη έρευνα», συνεργαζόμενο με φορείς της Ελλάδας και του εξωτερικού (άρθρο 27 παρ. 2 ν. 4704/2020). Οπως διευκρινιζόταν, με αποφάσεις του διοικητή της ΕΥΠ, που δεν δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί ελεύθερα να προσλαμβάνεται προσωπικό για το εν λόγω κέντρο, με συμβάσεις έργου.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι αν αρκεί η επαναφορά όλων των σημείων που οδήγησαν στην αποδυνάμωση του θεσμικού πλαισίου. Τουλάχιστον αυτό θα ήταν αναγκαίο. Όχι όμως αρκετό. Παρόλα αυτά ούτε αυτό δεν γίνεται με βάση όσων συστηματικά μελετούν το υπό συζήτηση νομοσχέδιο.
Θα αναφέρω μόνο ένα απόσπασμα από άρθρο του Ε Βενιζέλου[2] «Το σχέδιο νόμου για την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών έστω και καθυστερημένα, έστω υπό την πίεση μιας τοξικής δημόσιας ατμόσφαιρας, προσπαθεί να βελτιώσει το νομοθετικό πλαίσιο και περιλαμβάνει κάποια θετικά στοιχεία ιδίως σε σχέση με τη διοίκηση της ΕΥΠ και την οργάνωση της κυβερνοασφάλειας. Πάσχει όμως από μια γενετική αδυναμία: Δεν αποδέχεται ως οδηγό τη συμμόρφωση με τα πορίσματα της σχετικής νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) και επιχειρεί να θέσει υπό τη συσταλτική πίεση του νομοθέτη τις συνταγματικές εγγυήσεις του απορρήτου των επικοινωνιών. Σε σχέση μάλιστα με την επείγουσα ανάγκη διερεύνησης εκκρεμών υποθέσεων, οι προτεινόμενες ρυθμίσεις μπορεί να θεωρηθούν ειρωνικές».
Ίσως το σπουδαιότερο ζήτημα αφορά στον καθορισμό του εύρους της έννοιας της «εθνικής ασφάλειας». Αν αντιλαμβάνομαι σωστά και οι δύο αναφερόμενοι Συνταγματολόγοι θεωρούν ότι η προτεινόμενη ρύθμιση είναι αντισυνταγματική. Πρόκειται για ένα κατ’ εξοχήν πολιτικό ζήτημα και όποια πρόταση, εκτός του ότι πρέπει να βρίσκεται εντός των ορίων του Συντάγματος, θα πρέπει να αντανακλά το πνεύμα και το αίσθημα της δημοκρατικής πολιτείας.
ΚΩΣΤΑΣ ΜΕΛΑΣ 27 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2022
[1] Νίκος Αλεβιζάτος, Τα βαθύτερα αίτια της κακοδαιμονίας, Ηλεκτρονική Καθημερινή , 20.11.2022 • 17:50
[2] Ε. Βενιζέλος, Ας εφαρμόσουμε το Σύνταγμα και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, Ηλεκτρονική Καθημερινή, 20.11.2022 • 22:07