Διακινείται η πρόταση ότι η λύση των οικονομικών προβλημάτων που έχουν δημιουργηθεί από την πανδημία COVID-19, συνίσταται στην έκδοση ευρωομολόγων από την ΕΚΤ, ύψους 1 τρις για διάρκεια 30 ετών(πχ ΜΕΡΑ 25).
Ομολογώ ότι έχω δυσκολίες για την κατανόηση της πρότασης. Ας αφήσουμε για τη συνέχεια αν αυτό επιτρέπεται από το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο.
- Ας δούμε τι σημαίνει έκδοση πιστοποιητικών χρέους. Σημαίνει ότι χρειάζεται να χρηματοδοτηθούν τα ελλείμματα που έχουν δημιουργηθεί , ή οι προγραμματιζόμενες επενδύσεις, ή αύξηση της κεφαλαιακής βάσης κτλ. Επομένως εκδίδονται πιστοποιητικά χρέους, τα οποία απευθύνονται στις χρηματοπιστωτικές αγορές προκειμένου να χρηματοδοτηθούν. Δεν νομίζω ότι η ΕΚΤ έχει ανάγκη να χρηματοδοτήσει κάτι από τα παραπάνω, διότι απλά δεν ασκεί οικονομικές δραστηριότητες τέτοιου είδους που να χρειάζονται χρηματοδότηση από τις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές. Είναι τα κράτη, οι επιχειρήσεις και οι εμπορικές τράπεζες που προβαίνουν σε έκδοση χρέους για τους λόγους που αναφέρθηκαν παραπάνω. Η ΕΚΤ, όπως κάθε ΚΤ, έχει το αποκλειστικό προνόμιο έκδοσης χρήματος. Μπορεί να εκδώσει χρήμα απεριόριστα και κατά το δοκούν με τους περιορισμούς που τίθενται από την ασκούμενη οικονομική πολιτική και τους στόχους που αυτή θέτει. Έτσι για την ΕΚΤ πρωταρχικός στόχος είναι το γενικό επίπεδο τιμών να ευρίσκεται στο 2,0%. Συνεπώς η ΕΚΤ (και κάθε ΚΤ) δεν έχει ανάγκη να χρηματοδοτηθεί από πουθενά και μπορεί «να κόβει» χρήμα απεριόριστα με τις προϋποθέσεις που τις έχουν τεθεί. (Δεν συζητάω εδώ την ορθότητα των προϋποθέσεων και των στόχων). Άρα σε ποια λογική συνάδει η ανάγκη έκδοσης ευρωομολόγων από την ΕΚΤ εφόσον μπορεί να εκδώσει όσο χρήμα επιθυμεί; Προφανώς σε καμία. Φαίνεται τουλάχιστον ακατανόητη αυτή η άποψη.
- Η ΕΚΤ (και κάθε ΚΤ) χαράσσει και ασκεί την νομισματική πολιτική , δηλαδή διαχειρίζεται την αυξομείωση της ρευστότητα του οικονομικού συστήματος με τρόπο ώστε να βρίσκεται σε συνάφεια με τον πρωταρχικό στόχο της. Αυτό γίνεται με τα μέσα νομισματικής πολιτικής που έχει στη διάθεσή της. Αυτά είναι: πράξεις ανοικτής αγοράς, παροχή πάγιων διευκολύνσεων και τήρηση ελαχίστων υποχρεωτικών διαθεσίμων από τα πιστωτικά ιδρύματα. Οι πράξεις ανοικτής αγοράς παίζουν σημαντικό ρόλο στη νομισματική πολιτική του Ευρωσυστήματος. Διαθέτει πέντε είδη μέσων για τη διενέργεια των πράξεων ανοικτής αγοράς : αντιστρεπτέες συναλλαγές, οριστικές συναλλαγές, την έκδοση πιστοποιητικών χρέους, πράξεις ανταλλαγής νομισμάτων και αποδοχή καταθέσεων καθορισμένης διάρκειας. Ας προσπεράσουμε όλα τα υπόλοιπα μέσα και ας δούμε σε τι συνίσταται η έκδοση πιστοποιητικών χρέους που επιτρέπει ίσως σε κάποιους να θεωρούν ότι υπάρχει καταστατικά η δυνατότητα έκδοσης χρέους. Η έκδοση πιστοποιητικών χρέους γίνεται με σκοπό την προσαρμογή της διαρθρωτικής θέσης του Ευρωσυστήματος έναντι του χρηματοπιστωτικού τομέα ώστε να δημιουργεί (ή να διευρύνει) έλλειμμα ρευστότητας στην αγορά. Με απλά λόγια όταν η ΕΚΤ θεωρεί ότι υπάρχει υπερβάλλουσα ρευστότητα (στην περίπτωσή μας ισχύει εντελώς το αντίθετο) πουλάει (από τα υπάρχοντα στον ισολογισμό της πιστοποιητικά χρέους ) ή εκδίδει νέα βραχυχρόνια πιστοποιητικά χρέους (διάρκειας μέχρι 12 μηνών) με σκοπό την απορρόφηση ρευστότητας από την αγορά!!! Με απλά λόγια η έκδοση πιστοποιητικών χρέους, στο παραπάνω αναφερόμενο πλαίσιο, απορροφά ρευστότητα. Το ίδιο αποτέλεσμα θα είχε και η οποιαδήποτε έκδοση χρέους, εκτός αυτού του πλαισίου ,από την ΕΚΤ. Συνεπώς για παροχή ρευστότητας στην οικονομία η ΕΚΤ πρέπει να αγοράζει πιστοποιητικά χρέους (τα οποία εκδίδουν τα υπουργεία οικονομικών των χωρών, οι επιχειρήσεις και οι εμπορικές τράπεζες) και όχι να εκδίδει ή να πουλάει πιστοποιητικά χρέους.
- Τώρα είναι γνωστό ότι η ΕΚΤ δεν μπορεί να αγοράσει πιστοποιητικά χρέους από την πρωτογενή αγορά (λόγω του καταστατικού της και της γενικότερης αντίληψης περί μη νομισματοποίησης των δημοσιονομικών ελλειμμάτων) αλλά μόνο από την δευτερογενή. Συνεπώς η υπόσχεση της ΕΚΤ ότι θα συνεχίσει να αγοράσει πιστοποιητικά χρέους των ευρωπαϊκών χωρών και επιχειρήσεων μέχρις ότου αυτό χρειασθεί είναι μια σωστή θέση. Μόνο η αγορά πιστοποιητικών χρέους εκ μέρους της ΕΚΤ μπορεί να αυξήσει τη ρευστότητα στην οικονομία. Κάθε πράξη αγοράς ομολόγων στη δευτερογενή αγορά προσβλέπει στην αύξηση της ποσότητας χρήματος η οποία κυκλοφορεί στην οικονομία . Δηλαδή επιχειρείται να ασκηθεί επεκτατική νομισματική πολιτική με προφανή στόχο , κατ’ αρχάς, την υποβοήθηση της μεγέθυνσης της οικονομίας. Το αν θα έχει επιτυχία η επεκτατική νομισματική πολιτική εξαρτάται από πολλούς παράγοντες η διαμεσολαβητική επίδραση των οποίων μπορεί να εξακριβωθεί μόνο εκ των υστέρων. Όπως όλες οι πολιτικές έτσι και η νομισματική πολιτική ασκείται σε καθεστώς αβεβαιότητας.
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ Η ΕΠΟΧΗ , ΚΥΡΙΑΚΗ 12 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2020