την ηγεμονική λειτουργία ρύθμισης του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος: «Η
αμερικανική ηγεσία και οι σύμμαχοί της δημιούργησαν μια στερεή και σταθερή βάση
για την ανάπτυξη των παγκόσμιων κεφαλαιοκρατικών οικονομικών σχέσεων. Για πρώτη
φορά όλες οι καπιταλιστικές οικονομίες ήταν πολιτικοί σύμμαχοι». Κατασκευάσθηκε
η έννοια της Δύσεως[1] η οποία συμπεριλάμβανε
όλες τις χώρες στις οποίες κυριαρχούσε ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής, και
γινόταν αποδεκτοί οι θεσμοί της
αντιπροσωπευτικής δυτικής δημοκρατίας, οι Δυτικοευρωπαϊκές χώρες
(συμπεριλαμβανομένων της Γαλλίας , της Γερμανίας αλλά και της Ελλάδος και της Τουρκίας) , η Ιαπωνία και οι
συνδεδεμένες μαζί της χώρες της Άπω Ανατολής ( Ν.Κορέα, Ταϊβάν, Σιγκαπούρη,
Μαλαισία, Φιλιππίνες …) καθώς και οι Αγγλοσαξωνικές χώρες του Ειρηνικού
(Αυστραλία, Ν. Ζηλανδία..) . Η έννοια της Δύσης οριοθετούσε και το αντίπαλο
στρατόπεδο , την αυτοκρατορία της Σοβιετικής Ένωσης , προσδίδοντάς του την
ονομασία Ανατολή. Ο όρος τρίτος κόσμος σηματοδοτούσε τη θέση των υπόλοιπων χωρών του πλανήτη .
πρωταρχικό σκοπό την «αποτροπή και τον κατευνασμό» της Σοβιετικής Ένωσης. Ήταν
προσανατολισμένη στην περικύκλωση και τον έλεγχο της Ευρασίας.[2]Συγχρόνως
επεδίωκε την διευρυμένη και ασφαλή αναπαραγωγή της κεφαλαιοκρατικής κυριαρχίας.
να φτάνει στην πραγματοποίησή του ο «αμερικανικός αιώνας», βασιζόταν στα παρακάτω στοιχεία :
- Στην ιεραρχία των εθνικών
κρατών μέσα στο καπιταλιστικό σύστημα, οι ΗΠΑ κατείχαν αρχικά την πρώτη
θέση, επειδή μετά το τέλος του Β’ Παγκόσμιου πολέμου είχαν στη διάθεσή
τους τις πιο μεγάλες οικονομικές και στρατιωτικές δυνατότητες εξουσίας σε
ολόκληρο τον κόσμο. «Το βιοτικό επίπεδο και η παραγωγικότητα, κατά
κεφαλήν, ήταν υψηλότερα από ό,τι σε όλες τις άλλες χώρες. Οι Ηνωμένες
Πολιτείες ήταν η μόνη χώρα ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις που με τον πόλεμο
έγινε πιο πλούσια – πραγματικά πολύ πιο πλούσια – αντί πιο φτωχή. Με το
τέλος του πολέμου, η Ουάσινγκτον είχε στην κατοχή της αποθέματα χρυσού
αξίας 20 δισεκατομμυρίων δολαρίων, σχεδόν τα δύο τρίτα των συνολικών
αποθεμάτων χρυσού παγκοσμίως. . . Περισσότερο από το μισό της παγκόσμιας
βιομηχανικής παραγωγής και το ένα τρίτο της παγκόσμιας παραγωγής αγαθών
κάθε είδους προέρχονταν από τις ΗΠΑ. Κατά το τέλος του πολέμου, οι ΗΠΑ
ήταν και ο μεγαλύτερος εξαγωγέας στον κόσμο και σε μεγάλη απόσταση από
τους άλλους, ενώ ακόμη και μερικά χρόνια αργότερα διεξήγαν το ένα τρίτο
των παγκόσμιων εξαγωγών. Εξαιτίας της τεράστιας επέκτασης του ναυπηγικού
δυναμικού τους, οι ΗΠΑ κατείχαν τα μισά πλοία όλου του κόσμου. Από
οικονομική άποψη, ο κόσμος ήταν πλέον το «στρείδι» της Ουάσινγκτον». - Η κυρίαρχη θέση των ΗΠΑ
στον κόσμο βασιζόταν φυσικά και στη στρατιωτική ισχύ τους. Ενώ οι άλλες
δυνάμεις – νικητές του Β’ Παγκόσμιου πολέμου (για να μη μιλήσουμε για τους
χαμένους, Γερμανία και Ιαπωνία), συμπεριλαμβανομένης και της Σοβιετικής
Ένωσης– αιμορραγούσαν στρατιωτικά και οικονομικά, οι ΗΠΑ διέθεταν
τεράστιο στρατιωτικό δυναμικό. Ειδικά στη θάλασσα και στον αέρα υπερείχαν
οι στρατιωτικές δυνάμεις τους και τα υψηλής τεχνολογίας υλικά τους. Οι
ΗΠΑ, τέλος, κατείχαν, μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ’40, το μονοπώλιο
στα ατομικά όπλα, των οποίων η φρικιαστική καταστροφική ικανότητα είχε
επιδειχθεί στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι. - Το δεύτερο και όχι λιγότερο
σημαντικό πυλώνα της παγκόσμιας πολιτικής αμερικανικής ηγεμονίας
αποτελούσε το σύστημα των στρατιωτικών και πολιτικών συμμαχιών (ΝΑΤΟ,
ΣΕΑΤΟ κ.λ.π.), που συμπληρωνόταν και με πολλές διμερείς στρατιωτικές
συμφωνίες με τις ΗΠΑ. Οι αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις απλώθηκαν έτσι
σύντομα σε ολόκληρο τον κόσμο – σαν μια ζώνη που τύλιγε την «περιοχή
κομουνιστικής εξουσίας» στην Ευρώπη και την Άπω Ανατολή. Με αυτό τον
τρόπο, οι ΗΠΑ παρασύρθηκαν σε «ένα βαθμό παγκόσμιας εξάπλωσης που ερχόταν
σε αντίθεση με την προηγούμενη ιστορία τους». - Οι προϋποθέσεις για αυτή
την ηγεμονία καθορίζονταν όμως και από την ελκυστικότητα του «αμερικανικού
τρόπου ζωής», καθώς και από την αντίστοιχη αμερικανική ιδεολογία του
«manifest destiny» που ένωνε τον επαναστατικό μύθο, από την αμερικανική
επανάσταση και μετά, με μια αποστολική συνείδηση για τον «ελεύθερο κόσμο».
Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου πολέμου, οι ΗΠΑ αγωνίζονταν να
«δημιουργήσουν μια νέα, δίκαιη παγκόσμια τάξη πραγμάτων». Αυτή η ηγεμονία
έγινε ευρύτερα αποδεκτή – κυρίως στην Ευρώπη – και εξαιτίας της
ελκυστικότητας του «αμερικανικού τρόπου ζωής», ο οποίος έμοιαζε να
υπόσχεται όχι μόνο «ελευθερία και δημοκρατία», αλλά και υψηλό βιοτικό
επίπεδο για την εργατική τάξη, καθώς και την ικανοποίηση πολιτιστικών
αναγκών μέσα από έναν νέο τύπο μαζικής κουλτούρας. - «Η νέα ηγεμονική τάξη
πραγμάτων μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο βασιζόταν καταρχήν στο νεοσυσταθέν
νομισματικό σύστημα, που βαφτίστηκε το 1944 στο Μπρέτον Γουντς. Με αυτή τη
θεσμική ρύθμιση η λειτουργία του παγκόσμιου χρήματος μεταφέρθηκε, μετά τη
διφορούμενη περίοδο του μεσοπολέμου, στο εθνικό νόμισμα των ΗΠΑ. Το
δολάριο γίνεται το παγκόσμιο μέσο κυκλοφορίας που βοηθά στη σύναψη των
παγκόσμιων εμπορικών σχέσεων». Από το 1947, με τη Γενική Συμφωνία Δασμών
και Εμπορίου (GATT) ακολουθήθηκε μια διεθνής οικονομική πολιτική που
προσανατολιζόταν στα αιτήματα του ελεύθερου εμπορίου – με την κατάργηση
των δασμών και άλλων προστατευτικών μέτρων που εμποδίζουν το παγκόσμιο
εμπόριο . Αυτή η φιλελευθεροποίηση του παγκόσμιου εμπορίου ήταν απαραίτητη
για να ανοίξουν διεθνείς αγορές – όπως στη Δυτική Ευρώπη – για το
αμερικανικό κεφάλαιο. Συγχρόνως, με την τιμή του δολαρίου και την
υψηλότερη παραγωγικότητα του αμερικανικού κεφαλαίου τέθηκε κάποιο μέτρο
σύγκρισης για τις σχέσεις ανταγωνισμού στην παγκόσμια αγορά, προς το οποίο
έπρεπε να προσανατολίζονται οι εθνικές οικονομίες στη Δυτική Ευρώπη και
στην Ιαπωνία, που βρίσκονταν ακόμη σε διαδικασία μεταπολεμικής
ανασυγκρότησης. Με άλλα λόγια, η υπεροχή της οικονομίας των ΗΠΑ ασκούσε
στη φιλελευθεροποιημένη συνοχή της παγκόσμιας αγοράς έναν «αντικειμενικό
καταναγκασμό» ή μια πίεση για εκσυγχρονισμό (για την αύξηση της
παραγωγικότητας), την οποία δεν μπορούσαν να αποφύγουν οι σύμμαχοι των
ΗΠΑ.
διάρκεια του δεύτερου μισού του 20ου δεν θεμελιωνόταν σε κάποια αμφισβητούμενη
«διεθνή κυριαρχία», αλλά απέρρεε ως προέκταση της δικής τους εσωτερικής ισχύος
και κυριαρχίας.
Γίνεται λοιπόν σαφές ότι η οικονομική ρύθμιση (του παγκόσμιου καπιταλιστικού
συστήματος) πάντοτε προϋποθέτει την
έννοια της κυριαρχίας. Για να δύναται το κράτος να επιβάλει φόρους,
μεταβιβάσεις πόρων, να προβεί σε ανακατανομή εισοδήματος και να ασκήσει γενικά
οικονομική πολιτική, προαπαιτείται jus imperium, που απορρέει από την «εθνική
κυριαρχία».
Η οικονομική «αναρχία» της φιλελεύθερης παγκόσμιας αγοράς πρέπει σε κάθε
ιστορική περίοδο να βρίσκεται σε σχέση ισορροπίας με το πολιτικό καθεστώς του
διεθνούς συστήματος, που χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη (και επομένως και τα
ιδιαίτερα συμφέροντα) ενός πλήθους εθνικών κρατών.
Τούτο σημαίνει απλά:Η διεθνής σταθερότητα μπορεί να επιτευχθεί μόνο στο βαθμό
που υπάρχει μια σχέση λειτουργικής αντιστοιχίας μεταξύ των διαφορετικών λογικών
λειτουργίας οι οποίες καθορίζουν τις σχέσεις της παγκόσμιας αγοράς και την
πολιτική των εθνικών κρατών.Στο διεθνές καπιταλιστικό σύστημα, αυτή η οργάνωση
πραγματοποιείται ,τα τελευταία διακόσια χρόνια από μια ηγεμονική δύναμη, «η
οποία με τα μέσα της προσπαθεί να ρυθμίσει σφαιρικά τη λειτουργία οικονομικών
και πολιτικών διαδικασιών». Το Διεθνή Νομισματικά Συστήματα , τα Καθεστώτα
Διεθνούς Εμπορίου, οι συμφωνίες για τη
Διεθνή Κίνηση Κεφαλαίων όλων των μορφών, ο τρόπος λειτουργίας των Χρηματοπιστωτικών Συστημάτων υπόκεινται
σε ρυθμίσεις που φέρουν τη σφραγίδα της ηγεμονικής δύναμης.
Η ηγεμονία δεν πραγματοποιείται, ούτε στην εθνική ούτε στη διεθνή πολιτική,
αποκλειστικά με την άμεση εφαρμογή καταναγκασμού ή βίας.
Η σταθερότητα της βασίζεται πολύ περισσότερο στην εξασφάλιση κανόνων και ρυθμίσεων
που αναγνωρίζονται (από την άποψη της νομιμοποίησης της πολιτικής κυριαρχίας)
μέσα σε μια «ηγεμονική συμμαχία».Στο διεθνές σύστημα όλα τα μέσα για την
εξασφάλιση της ηγεμονίας είναι συγχρόνως εθνικά μέσα της ηγεμονικής δύναμης.[3]
Η ηγεμονική δύναμη μπορεί να υπάρξει μόνο αν αναπαράγει αφενός συνεχώς στο
εσωτερικό της τις πηγές της υπεροχής της και αν ξέρει αφετέρου να εκμεταλλευτεί
τη διεθνή ρύθμιση του παγκόσμιου συστήματος σαν πηγή της ηγεμονίας της.
Δίπλα στα παραπάνω, ένα ακόμα κριτήριο συνιστά το ότι οι μεγάλες δυνάμεις είναι
δυνάμεις με γενικά συμφέροντα, δηλαδή πλατιά όσο και του συστήματος κρατών,
πράγμα που σήμερα σημαίνει παγκόσμια.
Εκ των σημείων αυτών θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι η πολιτική κυριαρχία,
νοούμενη όχι ως εσωτερική κυριαρχία σε όλο το έδαφος της χώρας αλλά ως
δεσπόζουσα (dominant) περισσότερο από άλλες στη διεθνή κονίστρα, και η
στρατιωτική ισχύς καθορίζουν τους διεθνείς ρυθμιστικούς κανόνες μέσω των οποίων
λειτουργεί απρόσκοπτα η οικονομία
πτώση του «σοσιαλιστικού στρατοπέδου» και η προσπάθεια ανάγνωσης των
μελλοντικών πλανητικών εξελίξεων έχει
θέσει , μεταξύ των άλλων , και το εξής ερώτημα : τι επιπτώσεις έχουν όλες αυτές
οι εξελίξεις σε αυτό που ονομάσθηκε
Δύση; Έχουν μεταβληθεί οι δεσμοί και οι σχέσεις μεταξύ των μερών αυτού του
καθεστώτος ; Έχουν μεταβληθεί οι σχέσεις μεταξύ των ΗΠΑ , της ΕΕ, της Ιαπωνίας, της Αυστραλίας ;
Τι συμβαίνει σε σχέση με τις πλανητικές εξελίξεις ; Μπορεί ακόμη η έννοια της
Δύσης (ως αυτό που εκφράζει ως κοινωνικό – οικονομικό σύστημα, ως πολιτικό
σύστημα και ως στρατιωτική συμμαχία υπό
την ηγεμονία των ΗΠΑ) να είναι χρήσιμο εργαλείο ανάλυσης των πλανητικών
εξελίξεων;
ενδιαφέρει είναι βεβαίως οι σχέσεις της ΕΕ ή των μεγάλων δυνάμεων της με τις
ΗΠΑ.
για το τελευταίο ζήτημα σε προηγούμενα άρθρα[4].
θεωρούνται λανθασμένες μια σειρά αντιλήψεων οι οποίες υποστηρίζουν
ότι:
μια ιδιαίτερη προσπάθεια από την πλευρά των οπαδών της ευρωπαϊκής ενοποίησης
για τη διαμόρφωση ενός ιδεολογικά φορτισμένου κλίματος για την αυτονομία της
Ευρώπης. Σύμφωνα με την αντίληψη αυτή, οι ΗΠΑ στοχεύουν στη διαρκή υποταγή της
ΕΕ και επομένως οι πολιτικές προσπάθειες επίτευξης σχετικής ή πλήρους
αυτονόμησης της ΕΕ πρέπει να υποστηριχθούν από τους ευρωπαϊκούς λαούς και τις
πολιτικές δυνάμεις που τους εκφράζουν. Μια τέτοια αντίληψη παραβλέπει συνειδητά
ότι η ΕΕ οικοδομήθηκε για 50 χρόνια και έφθασε στη σημερινή της μορφή, υπό την
προστασία των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ. Επίσης δημιουργείται το ερώτημα αν η ΕΕ θα μπορέσει να συνεχίσει την πορεία
ολοκλήρωσής της αναλαμβάνοντας η ίδια το οικονομικό βάρος της άμυνας και της ασφάλειάς της. Στο
ερώτημα αυτό, οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ της Ευρώπης απαντούν
ψελλίζοντας για μια στρατηγική διασφάλισης
σχετικής αυτονομίας μέσα στους ευρωατλαντικούς θεσμούς γεγονός που
επίσης δείχνει την αδυναμία ή τη μη θέληση
των ιθυνόντων της ΕΕ να προχωρήσουν σε πραγματική εξισορρόπηση των
ευροαντλαντικών σχέσεων ισχύος.
προοπτικής θεωρούν ότι η ΕΕ έχει να παίξει έναν συγκεκριμένο ρόλο στη διεθνή
σκηνή. Ο ρόλος αυτός κινείται μέσα στο γενικότερο πλαίσιο λειτουργίας της
«ήπιας ισχύος». Ορισμένοι θεωρούν ότι η ΕΕ αποτελεί ένα μελλοντικό πρότυπο. Ένα
πρωτοπόρο πρόπλασμα οικονομικής και πολιτικής ενοποίησης το οποίο μπορούν να
ακολουθήσουν χώρες και σε άλλες περιοχές του πλανήτη. Στα πλαίσια αυτού του
ρόλου η ΕΕ πρέπει να προβάλει το κοινωνικό της πρόσωπο και τη θεσμική της
υπεροχή. Έτσι η ΕΕ μπορεί να αποτελέσει
δύναμη εξισορρόπησης μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας – προφανώς λόγω της θέσης της στην
Ευρασία και του αναπτυσσόμενου νέου Ψυχρού Πολέμου μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων.
αντιθέτως :
και ένα πολύ συγκεκριμένο μηχανισμό ισχύος και παρόλες τις διακρατικές τριβές και
ανταγωνισμούς που τον χαρακτηρίζουν κυρίως στο οικονομικό επίπεδο , εξακολουθεί
να αναπαράγεται και να επεκτείνεται προς ανατολάς ενσωματώνοντας πρωταρχικά
σχεδόν το σύνολο των ευρωπαϊκών χωρών (αλλά και άλλων χωρών ανεξαρτήτου γεωγραφικής
θέσης ).
Η ΕΕ είναι μια οικονομική ένωση η οποία βαδίζει σε μια μορφή πολιτικής
ολοκλήρωσης, αλλά συνυπάρχει από την αρχή της δημιουργίας της με το ΝΑΤΟ το
οποίο αποτελεί τον πολιτικοστρατιωτικό βραχίονα της Δύσης. Η ΕΕ και οι ΗΠΑ
εξακολουθούν να έχουν κοινά συμφέροντα,
Αυτό το βασικό σχήμα, με τις οποιεσδήποτε διαφοροποιήσεις, θα εξακολουθήσει
να υφίσταται και στο μέλλον. Η ΕΕ δεν αποτελεί πόλο πολιτικοστρατιωτικής
ισχύος σε παγκόσμια κλίμακα. Αντίθετα, τέτοιου είδους πόλο αποτελούν το ΝΑΤΟ
και οι ΗΠΑ. Ο δυναμισμός της παγκόσμιας καπιταλιστικής ανάπτυξης έχει
μεταφερθεί στην Ασία, και η Ενωμένη Ευρώπη εκ των πραγμάτων δεν αναμένεται να
παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στις διεθνείς εξελίξεις.
παγκόσμιο σύστημα, κινείται εδώ και αρκετά χρόνια προς την κατεύθυνση των
περιφερειακών ολοκληρώσεων.
οικονομικοί συνασπισμοί εκ των οποίων η υπό τον άμεσο έλεγχο των ΗΠΑ NAFTA συνυπάρχει αλλά και
ανταγωνίζεται με την ΕΕ. Αυτοί οι δύο οικονομικοί συνασπισμοί της Δύσης πρέπει
να αντιμετωπίσουν τη νέα πραγματικότητα που διαμορφώνουν η MERCOSUR, η ASEAN και τα εθνικά κράτη που αποτελούν
ένα συνασπισμό από μόνα τους όπως η Κίνα και η Ινδία. Ανεξαρτήτως του πώς θα
σχηματοποιηθεί ο μελλοντικός «κόσμος των περιφερειακών ολοκληρώσεων», οι
οικονομικοί συνασπισμοί της Δύσης –και εδώ θα πρέπει να συμπεριληφθεί και η
Ιαπωνία, καθώς επίσης και οι αγγλοσαξονικές χώρες του Ειρηνικού– θα βασίζονται
στη στρατιωτική ισχύ των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ για να μπορούν να συμμετέχουν στον
παγκόσμιο οικονομικό ανταγωνισμό. Ένας άκρως ανταγωνιστικός κόσμος των
οικονομικών συνασπισμών θα είναι και ένας κόσμος εντονότερων στρατιωτικών
συγκρούσεων λόγω του μεγέθους και της ισχύος των πολιτικών οντοτήτων που θα
εμπλέκονται.
αναμενόμενο ο πλανήτης να κινηθεί σε
πορεία αποκλίνουσα από αυτά που πρεσβεύει και υποστηρίζει ο πυρήνας των
ακαδημαϊκών και άλλων στοχαστών που έχουν συμβάλλει αποφασιστικά στη δημιουργία
αυτών που ονομάζονται σήμερα «Ευρωπαϊκές Σπουδές» και κυρίως στη θεωρητική
αναζήτηση της ενωσιακής διαδικασίας με
βάση τις μεταπολεμικές διαδικασίες των ευρωπαϊκών χωρών , όπως αυτές
καθορίστηκαν μέσα στο περιβάλλον του Ψυχρού πολέμου.
.Νεμό, Τι είναι η Δύση, Εστία 2008.
νόμισμα της ηγεμονικής δύναμης είναι συγχρόνως και παγκόσμιο νόμισμα. Γι’ αυτό
και συμβαίνει η κρίση του εθνικού νομίσματος της ηγεμονικής δύναμης να
μετατρέπεται αναγκαστικά σε κρίση του παγκόσμιου νομίσματος και αντιστρόφως.
Καθορίζουν τη Διαδικασία αυτή . www.cipt.gr, Μάιος 2008.
Σαστισμένη Ευρώπη.Monthly
Review. Νοέμβριος 2006. Τεύχος 23.