Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ , την περίοδο Ιανουαρίου-Απριλίου 2025, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αυξήθηκε κατά 322,1 εκατ. ευρώ σε σχέση με το πρώτο τετράμηνο του 2024 και διαμορφώθηκε σε 6,6 δισ. ευρώ.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου αγαθών υποχώρησε οριακά, λόγω της σχεδόν ισόποσης μείωσης τόσο των εξαγωγών όσο και των εισαγωγών. Σε τρέχουσες τιμές, οι εξαγωγές συρρικνώθηκαν κατά 5,4% (‑1,0% σε σταθερές τιμές) και οι εισαγωγές κατά 3,2% (-2,3% σε σταθερές τιμές). Ειδικότερα, σε τρέχουσες τιμές οι εξαγωγές αγαθών χωρίς καύσιμα παρουσίασαν αύξηση κατά 3,0% και οι αντίστοιχες εισαγωγές άνοδο κατά 1,4% (4,7% και 0,5% σε σταθερές τιμές αντίστοιχα).
Το πλεόνασμα του ισοζυγίου υπηρεσιών συρρικνώθηκε, κυρίως λόγω της επιδείνωσης του ισοζυγίου μεταφορών και, σε μικρότερο βαθμό, της μείωσης του πλεονάσματος του ισοζυγίου λοιπών υπηρεσιών, που αντισταθμίστηκε έως ένα βαθμό από τη βελτίωση του ταξιδιωτικού ισοζυγίου. Σε σχέση με το πρώτο τετράμηνο του 2024, οι αφίξεις μη κατοίκων ταξιδιωτών αυξήθηκαν κατά 5,8% και οι σχετικές εισπράξεις κατά 10,6%.
Το ισοζύγιο πρωτογενών εισοδημάτων κατέγραψε πλεόνασμα, έναντι ελλείμματος την αντίστοιχη περίοδο του 2024, λόγω της μείωσης των καθαρών πληρωμών για τόκους, μερίσματα και κέρδη, αλλά και της αύξησης των καθαρών εισπράξεων από λοιπά πρωτογενή εισοδήματα. Το πλεόνασμα του ισοζυγίου δευτερογενών εισοδημάτων ελαττώθηκε έναντι της αντίστοιχης περιόδου του 2024, λόγω της υποχώρησης των καθαρών εισπράξεων στους λοιπούς, εκτός της γενικής κυβέρνησης, τομείς της οικονομίας, καθώς και της αύξησης των καθαρών πληρωμών στον τομέα της γενικής κυβέρνησης.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών ανήλθε στο 6,4% του ΑΕΠ. Οι εκτιμήσεις της ΤτΕ υπολογίζουν για το 2025 μείωση στο 5,8% σε αντίθεση με τις αντίστοιχες της ΕΕ που θεωρούν ότι το έλλειμμα θα παραμείνει στο 6,4%.
Ανεξαρτήτως των εκτιμήσεων η ακολουθούμενη οικονομική πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη έχει εκσφενδονίσει το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών σε πολύ υψηλά ποσοστά του ΑΕΠ την περίοδο που κυβερνά την χώρα: ετήσιος μέσος όρος 6,7% ΑΕΠ. Τουλάχιστον 4 μονάδες του ΑΕΠ υψηλότερα από την περίοδο 2016-2020 (-2,6%).
Σε σύγκριση με το μέσο όρο των χωρών της Ευρωζώνης, επειδή η κυβέρνηση αρέσκεται στις συγκρίσεις όταν αυτές είναι υπέρ της, την περίοδο 2016-2020 υπήρχε πλεόνασμα 3,0% ΑΕΠ και την περίοδο 2021-2024 επίσης πλεόνασμα ύψους 2,8% ΑΕΠ!!!!
Το γνωστό αφήγημα της κυβέρνησης και των συνοδοιπόρων της ότι η ελληνική οικονομία έχει υψηλότερο ρυθμό μεγέθυνσης από το μέσο όρο των χωρών της ΕΕ, (που οφείλεται σε μέγιστο βαθμό στο ότι η ελληνική οικονομία στα προηγούμενα δέκα έτη απώλεσε περίπου το 25,0% του ΑΕΠ και επομένως τείνει να αναπληρώσει γρηγορότερα από τις άλλες οικονομίες το κενό λειτουργώντας και σε έντονα υποβοηθητικό περιβάλλον : έκτακτοι πόροι από ΕΕ, δαπάνες πάνω από 64 δις λόγω πανδημίας κτλ) και συνεπώς όλα πηγαίνουν στο σωστό δρόμο , θα πρέπει να συμπεριλάβει και τις μακροοικονομικές επιδόσεις στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών , στον πληθωρισμό, στο ύψος των επιτοκίων κτλ.