Μέσα από δύο κεφάλαια του αριστουργήματος του J.R.R. Tolkien, Ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών,(Η Συντροφιά του Δαχτυλιδιού, Οι Δύο Πύργοι, Η Επιστροφή του Βασιλιά, Εκδόσεις Κέρδος) που αναφέρονται στις μαγικές «βλέπουσες» πέτρες (κρυστάλλινες μπάλες που δεν καταστρέφονται), μπορούμε να συνάγουμε ορισμένα βασικά συμπεράσματα για το ρόλο της σύγχρονης τεχνοεπιστήμης .
Πρώτον: στο κεφάλαιο ΧΙ του τρίτου βιβλίου του δεύτερου μέρους «Των Δύο Πύργων» όπου αναφέρεται ότι επτά πέτρες κατασκευάστηκαν από το αρχαίο ξωτικό Fëanor σε μια πολύ μακρινή εποχή. Οι πέτρες χρησιμοποιήθηκαν από τους ανθρώπους «για να βλέπουν μακριά και να μεταδίδουν τις σκέψεις». Μαζί σχημάτισαν ένα είδος δικτύου που φύλαγε και κρατούσε ενωμένα τα ανθρώπινα βασίλεια. Ο Γκάνταλφ εξηγεί στα χόμπιτ ότι η δύναμη να διερευνάς , να κινείσαι στο χώρο και στο χρόνο και έτσι να συντομεύεις τις αποστάσεις είναι μεγάλος κίνδυνος για όσους τη χρησιμοποιούν. Όμως κανείς δεν μπορεί να αντισταθεί πραγματικά σ ’αυτό τον πειρασμό .
Οι πέτρες που βλέπουν το μέλλον δεν φαίνονται είναι άσχετες με την καταστροφή των βασιλείων των ανθρώπων που τις χρησιμοποίησαν με στόχο να πετύχουν την ευημερία τους. Το ίδιο «διερευνητικό με εξονυχιστικό τρόπο μάτι του Σάρουμαν»[1], που κατέχει κρυφά μια πέτρα Παλαντίρ, όταν όλοι σε μια νέα εποχή έχουν ξεχάσει την ύπαρξή του, «παγιδεύεται και υπνωτίζεται». Ο ισχυρός μάγος γίνεται σκλάβος αυτού που βλέπει, τη στιγμή που προσπαθεί να συντομεύσει τις αποστάσεις και να γίνει κύριος του χώρου και του χρόνου. Στην πραγματικότητα, αυτός που κοιτά μέσα στο Palantir δεν μπορεί ποτέ να ικανοποιηθεί. Στην αρχή βλέπει «μόνο μικρές εικόνες μακρινών πραγμάτων και απομακρυσμένων ημερών». Μετά πηγαίνει σε αναζήτηση του άγνωστου. Και, σε αυτή την αναζήτηση της γνώσης, ο ερευνητής συναντά κάτι πολύ βαθύ για να το κρατήσει το βλέμμα του.
Ο Γκάνταλφ προειδοποιεί: «Είναι επικίνδυνο για οποιονδήποτε να χρησιμοποιεί τα τεχνάσματα μιας τεχνικής της οποίας δεν μπορούμε να καταλάβουμε το βάθος της αβύσσου της». Όποιος ψάχνει στην άβυσσο, όποιος θέλει να μάθει οτιδήποτε, πάντα θα βρίσκει ένα μάτι να τον παρακολουθεί. Και αυτό τον αποκαλύπτει. Στον κόσμο του Τόλκιν, είναι το μάτι του κακού. Το μάτι του σκοτεινού άρχοντα της Μόρντορ, από το οποίο δεν μπορεί να ξεφύγει. Έτσι έρχεται η καταστροφή του μάγου Σάρουμαν.
Συμπερασματικά : Ένα από τα αρχαία εργαλεία για την απόκτηση της εξουσίας ήταν οι μαγικές πέτρες Παλαντίρ, οι οποίες έδιναν τη δυνατότητα σε έναν μάγο να βλέπει σε οποιαδήποτε απόσταση και να ερευνά ακόμη και όσα δεν φαίνονται με γυμνό μάτι. Η παγίδα των Παλαντίρ, στην ιστορία μας, ήταν ότι οι συγκεκριμένες σφαίρες ελέγχου ελέγχονταν κι έτσι ο μάγος που θεωρούσε πως κατείχε την εξουσία της γνώσης γινόταν υποχείριο του πνεύματος που έλεγχε τα Παλαντίρ!
Δεύτερον: από το κεφάλαιο VII του πέμπτου βιβλίου του τρίτου μέρους , Η Επιστροφή του Βασιλιά (The Return of the King), με τίτλο Το κάψιμο του Denethor (The Burning of Denethor).
Ακόμη πιο τραγική είναι μια άλλη αναφορά στη πέτρα Παλαντίρ﮲ πρόκειται για τη συνάντηση με τον Ντένεθορ (Denethor), επιθεωρητή του Gondor που έχασε τον αγαπημένο και βασανισμένο γιο του Μπόρομιρ (Boromir) που ανήκε στη συντροφιά του Δαχτυλιδιού. Ο Τόλκιν μας θυμίζει ότι «ο Ντένεθορ, πολύ περισσότερο από τον Γκάνταλφ, είχε την εμφάνιση του μεγάλου μάγου: ήταν πιο βασιλικός, πιο όμορφος και δυνατός. φαινόταν ισχυρότερος». Επίσης ότι οι δύο αντίπαλοι, ο Ντένεθορ και ο Γκάνταλφ, «κοιτούσαν ο ένας στα μάτια του άλλου ,σαν να ήθελαν να διαβάσουν ο ένας τις σκέψεις του άλλου». Εκτός από την προσπάθεια να κοιτάξουμε τον χώρο και τον χρόνο, υποστηρίζει ο Tolkien, προσπαθούμε ασταμάτητα να γνωρίσουμε τους άλλους, να τους αποκαλύψουμε με το βλέμμα μας και ξέρουμε πραγματικά πώς να αντισταθούμε σ’ αυτό μόνο όταν είμαστε σε θέση να δούμε τον εαυτό μας.
Περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον, ο Ντένεθορ δείχνει τις επιπτώσεις, ακόμη και τις φυσικές, που έχουν οι πέτρες που βλέπουν στην ανθρώπινη ύπαρξη. Οι πέτρες μας επιτρέπουν να γνωρίζουμε, αλλά, στον κόσμο του Tolkien, η γνώση είναι στενά συνδεδεμένη με τη διαφθορά. Το να γνωρίζεις πάρα πολλά, να μένεις στα δεδομένα της εμπειρίας , σημαίνει να γίνεσαι σκλάβος της εξουσίας και, στο τέλος, να συναντάς πάντα το μάτι που σε βλέπει από την άλλη πλευρά: το μάτι του Σάουρον[2].
Πολύ λίγοι έχουν την απαιτούμενη σταθερότητα για να επιβιώσουν από αυτή τη δοκιμασία. Για να αντισταθείς, δεν πρέπει να βάζεις πρώτα τη γνώση, αλλιώς δεν θα είσαι ποτέ ικανοποιημένος. Η φιγούρα του ίδιου του Γκάνταλφ δεν οδηγείται ποτέ από το πάθος για γνώση ή δύναμη, ή από ανησυχία. Ακόμη και η φύση των χόμπιτ, τα οποία ο Tolkien περιγράφει ως φιλικά και περίεργα, έχει μια αθωότητα που γρατζουνίζεται στα άκρα από τα εργαλεία γνώσης που συναντούν, δηλαδή το Palantir. Και φυσικά από το Δαχτυλίδι. Αλλά ούτε αυτό το βάρος μπορεί να τους λυγίσει μέχρι τέλους.
Άντρες σαν τον Ντένεθορ, επειδή γνωρίζουν πως λειτουργεί η πέτρα Παλαντίρ, αντιθέτως βιώνουν τη γνώση, τη συντόμευση των αποστάσεων, την ψευδαίσθηση της πρόβλεψης του μέλλοντος. Προς τα πού; Ο Ντένεθορ, στην αναζήτησή του για γνώση, βλέπει αυτό που τον περιμένει: την έλευση μιας νέας δύναμης που θα πάρει τη θέση του. Έτσι καταφεύγει στο παρελθόν. Στον Γκάνταλφ λέει: «Θα ήθελα όλα να επιστρέψουν όπως ήταν σε όλη μου τη ζωή και στην εποχή των προγόνων μου». Κανείς δεν ξέρει πώς να επιστρέψει στο παρελθόν[3], ούτε καν τα ξωτικά. Φανταστείτε έναν άνθρωπο που δεν μπορεί να σταματήσει τη ροή της γνώσης που τον κρατά τώρα στα χέρια της. Και έτσι ο Ντένεθορ αυτοπυρπολείται, μαζί με την επιστήμη του.
Ο Tolkien μας υπενθυμίζει ότι τα προϊόντα που σας επιτρέπουν να βλέπετε σε έκταση και σε βάθος δεν απευθύνονται σε ξωτικά κάτω από τον αστραφτερό ουρανό, ούτε σε νάνους που ζουν σε πέτρινα αμπάρια . Κανένα χόμπιτ δεν είναι διαθέσιμο για να θεραπεύσει, μέσω της αθωότητας, την ασάφεια της γνώσης. Το Palantir έχει δοθεί μόνο ένα είδος, το οποίο κατοικεί στη Μέση Γη και σε αυτή τη Γη: θνητούς ανθρώπους που τους περιμένει ο θλιβερός θάνατος. Η «αξιόπιστη απειλή πολέμου» που αναστατώνει τις ανθρώπινες κοινωνίες είναι φυσικά μια υποχρεωτική ανάγκη, ένα γεγονός της ζωής. Αλλά πρέπει πάντα να θεωρείται μια προειδοποίηση, διαφορετικά η μυστηριώδης πέτρα του Παλαντίρ γίνεται ο επικίνδυνος καθρέφτης στον οποίο ο Νάρκισσος κοιτάζει τον εαυτό του. Όποιος κοιτάξει στον καθρέφτη βλέπει πράγματα κοντά και μακριά, μετατρέπει τη γνώση σε χρήμα, μέχρι να πλησιάσει την άβυσσο. Και τότε, ξαφνικά, βλέπει τη δική του αντανάκλαση και ανακαλύπτει ότι κάποιος τον παρακολουθεί: ο σκοτεινός άρχοντας της Γης της Μόρντορ, από την οποία κατεβαίνει η μαύρη σκιά. Ο ανήσυχος συνεχίζει να παρακολουθεί, χωρίς να έχει στο πλευρό του τον Γκάνταλφ.
Συμπερασματικά: η τεχνολογία προχωρά ακατάπαυστα. Είναι αδύνατη η επιστροφή στο παρελθόν. Ίσως είναι η μόνη ανθρώπινη διαδικασία για την οποία μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι υπάρχει εξ αντικειμένου πρόοδος.
Δύο ζητήματα προκύπτουν από την ιστορική λειτουργία της τεχνοεπιστήμης: το πρώτο αφορά στις επιπτώσεις όταν συντελεστεί η επίτευξη του τιθέμενου σκοπού, και το δεύτερο ότι τον κάθε τιθέμενο σκοπό ακολουθεί ένας άλλος και μετά ένας άλλος και μετά. ένας ακόμα. Από τα δύο αυτά ζητήματα προκύπτει ότι με τον τρόπο της τεχνοεπιστήμης δεν γνωρίζουμε ούτε τις επιπτώσεις και τις συνέπειες της επίτευξης των στόχων, και ακόμα περισσότερο ούτε γνωρίζουμε που θέλουμε να πάμε. Οι άνθρωποι ξεχνάμε ότι τελικά είμαστε «εξαρτημένοι από τα δημιουργήματά μας», σύμφωνα με τα λόγια του Γκαίτε.
Γνωρίζει κανείς που οδηγείται η τεχνολογία και τις συνέπειες που αυτό επιφέρει στις ανθρώπινες κοινωνίες; Νομίζω κανένας. Παρά ταύτα οι τεχνολογικές εξελίξεις προχωρούν ακάθεκτες. Γιατί άραγε; Οι απαντήσεις δύνανται να αναζητηθούν στον τρόπο που οι σύγχρονες ( αναπτυγμένες; ) κοινωνίες νομιμοποιούν και κατανοούν τον εαυτό τους και συντίθενται από τα παρακάτω σημεία:
Το πρώτο συνίσταται στο ότι η διαχρονική ανθρώπινη παράδοση στην ονειροπόληση της παντοδυναμίας, από τότε που ο άνθρωπος έγινε άνθρωπος, στην εποχή μας «γίνεται μια πραγματική ιστορική δύναμη, μια κοινωνική φαντασιακή σημασία που κυριαρχεί σ’ έναν ολόκληρο κόσμο… το φάντασμα της παντοδυναμίας και της παντογνωσίας… η αυταπάτη της παντογνωσίας και της παντοδυναμίας και η αυταπάτη της κυριαρχίας»[4]
Το δεύτερο συνδέεται ευθέως με το δυτικό ιδεώδες της ελευθερίας πάνω στο οποίο εδράζεται η λεγόμενη «φιλελεύθερη δημοκρατία» η οποία με τη σειρά της συναρτάται με το βασικό έρεισμα της, την ελεύθερη οικονομία. «Γιατί η τελευταία χρειάζεται οπωσδήποτε την τεχνική πρόοδο και την προωθεί αδιάκοπα μέσω του ανταγωνισμού των επιχειρήσεων. Τούτη η άκρως γενναιόδωρη σύνδεση της τεχνικής με μιάν ορθολογικότητα, η οποία τάχα υπηρετεί την ελευθερία, συμβάλλει ασφαλώς στην καθησύχαση των υπαρξιακών φόβων και γεννά το παρήγορο αίσθημα ότι τουλάχιστον κάνει κανείς ό,τι είναι πολιτικά και ηθικά ορθό, έστω κι αν δεν γνωρίζει που μας οδηγεί αυτό το ορθό»[5]
Είναι απολύτως αληθές ότι ο σύγχρονος κόσμος «καθορίζεται» αναμφίβολα σε ένα πλήθος επιπέδων, και όπως κανένας άλλος προηγουμένως, από την τεχνολογία του﮲ αλλά η τεχνολογία αυτή δεν είναι τίποτε άλλο εκτός από μια ουσιώδη έκφραση αυτού του κόσμου, η «γλώσσα» του απέναντι στην εξωτερική και εσωτερική φύση. Και η τεχνολογία αυτή δεν γεννιέται από μόνη της, ούτε από μια ¨αυτόνομη» πρόοδο του ειδέναι, αλλά από ένα πελώριο αναπροσανατολισμό της σύλληψης του ειδέναι , της φύσης, του ανθρώπου και των μεταξύ τους σχέσεων, η οποία συντελείται στη Δυτική Ευρώπη περί τα τέλη του Μεσαίωνα και τις απαρχές του καπιταλισμού. Αυτή είναι όμως μια άλλη κουβέντα.
[1] Ο Σάρουμαν ο Λευκός ήταν ένας μάγος ο οποίος έζησε στην Μέση Γη κατά τη διάρκεια της Τρίτης Εποχής και ήταν ένας από τους βασικούς εχθρούς των ελεύθερων λαών της κατά την διάρκεια του Πολέμου του Δαχτυλιδιού. Ήταν ο επικεφαλής των μάγων στην εποχή του,
[2] Ο Σάουρον είναι ο Άρχοντας του σκότους ή αλλιώς ο Άρχοντας των δαχτυλιδιών.
[3] Όπως εξηγεί ο Ηράκλειτος: η κυριολεκτική επιστροφή στο παρελθόν είναι αδύνατη, κάθε φορά βουτάει κανείς στα νερά ενός ανανεωμένου ποταμού.
[4] Κ. Καστοριάδης, Η Τεχνοεπιστήμη, στο Οι Ομιλίες στην Ελλάδα, Ύψιλον, 2000, σ. 184
[5] Π. Κονδύλης, Από τον 20ο στον 21ο αιώνα, Τομές στην πλανητική πολιτική περί το 2000, Θεμέλιο, 1998, σ. 178