Σε γεωπολιτικό επίπεδο δεσπόζει η έντονη διαμάχη μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας η οποία καθορίζει σε μέγιστο βαθμό όλων των λοιπών εξελίξεων. Βασικός παίκτης και η Ρωσία η οποία έχει το βάρος, με τις επιλογές της να δράσει καταλυτικά στις εξελίξεις. Η δημιουργούμενη ένταση στις σχέσεις με την Κίνα και τη Ρωσία αυξάνει την υπάρχουσα αβεβαιότητα στον πλανήτη.
Το οικοδόμημα της Δύσης φαίνεται να έχει υποστεί ρωγμές και να μην είναι αρραγές όπως δέκα χρόνια πριν. Η ΕΕ ουσιαστικά παρακολουθεί τις εξελίξεις δείχνοντας την γνωστή αδυναμία της να παρέμβει διαμορφωτικά.
Οι ΗΠΑ, υπό τη νέα διοίκηση Μπάϊντεν, επαναφέρουν το διαχωρισμό μεταξύ «δημοκρατικών και αυταρχικών» κυβερνήσεων και με αιχμή του δόρατος τα «δημοκρατικά και ανθρώπινα δικαιώματα» επιχειρούν να ξανακερδίσουν το χαμένο έδαφος των τελευταίων ετών. Η προσπάθεια ενδυνάμωσης του οικοδομήματος της Δύσης, πάνω στο οποίο στηρίχτηκε η αμερικανική ηγεμονία ολόκληρη την μεταπολιτική εποχή, αποτελεί βασικό στόχο της διοίκησης Μπάϊντεν.
Στην σύνοδο των G7 στην Κορνουάλη της ΜΒ, ο πρόεδρος Μπάϊντεν, αναφερόμενος στην κοινότητα των δημοκρατικών χωρών, διατύπωσε με ένταση την ανάγκη πλανητικής αναδιάρθρωσης μετά την πανδημία του Covid 19 και την ανάγκη να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις του 21ου αιώνα, δείχνοντας χωρίς περιστροφές ότι ο πιο επίφοβος στρατηγικός αντίπαλος της δημοκρατικής Δύσης είναι η Κίνα του προέδρου Xi Jinping. Παράλληλα διακήρυξε, με έμφαση, ότι δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα η διαδεδομένη αντίληψη που θεωρεί τις δυτικές δημοκρατίες σε κατάσταση υποχώρησης και κάμψης. Επανέφερε στο προσκήνιο την ανάγκη «της κοινής ασφάλειας και της υποστήριξης ενός δικαίου διεθνούς συστήματος εμπορικών συναλλαγών» υπενθυμίζοντας τα λόγια του Franklin D. Roosevelt στην αρχή της περιόδου της αμερικανικής ανάμειξης στον πόλεμο εναντίον της ναζιστικής Γερμανίας και της φασιστικής Ιταλίας.
Ο Αμερικανός πρόεδρος θέλει να καταστήσει τις χώρες που ανήκουν στο G-7, την καρδιά ενός δικτύου στρατηγικών και οικονομικών συμμαχιών, προκειμένου να αντιμετωπισθούν δύο προκλήσεις: η πλανητική αναδιάρθρωση μετά την πανδημία και η απόκρουση της γεωπολιτικής και γεωοικονομικής επίθεσης της Κίνας.
Το μέσο για την αντιμετώπιση της αναδιάρθρωσης του πλανήτη είναι το νέο δόγμα Build Back Better World Partnership, δηλαδή η δέσμευση υποστήριξης των αναπτυσσομένων χωρών, με πόρους ύψους τουλάχιστον 40 δις δολάρια, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για την κατασκευή υποδομών με τέσσερις βασικούς επενδυτικούς στόχους: κλίμα, υγεία, ψηφιακή τεχνολογία και μείωση των ανισοτήτων. Με απλά λόγια επιθυμεί οι δυτικές δημοκρατίες να μην είναι μόνο ο κινητήρας μιας οικονομικής ανάπτυξης, αλλά και στα δημοκρατικά ζητήματα. Σε αυτό κατά τον Μπάϊντεν συνίσταται η ουσιαστική διαφοροποίηση της πρότασής του από την αντίστοιχη κινέζικη Belt and Road Initiative (δρόμος του μεταξιού).
Μπορούμε να πούμε ότι οι Δημοκρατικοί συνεχίζουν την πολιτική Τραμπ, δεχόμενη ότι η Κίνα αποτελεί τον βασικό αντίπαλο σε πλανητικό επίπεδο. Κάνουν ένα βήμα παραπάνω προτείνοντας α) την κοινή αντιμετώπιση με τις χώρες της Δύσης του αντιπάλου β) προτείνουν παράλληλα μια στρατηγική βασιζόμενη στην αναπτυξιακή βοήθεια προς τις χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου.
Δύο παρατηρήσεις επί αυτών των προτάσεων. Σχετικά με την πρώτη : είναι δύσκολο να προβλέψουμε την έκβαση της προσπάθειας δεδομένου ότι οι αντικειμενικές συνθήκες έχουν μεταβληθεί και η οικονομική παρουσία της Κίνας στις Ευρωπαϊκές χώρες έχει σταθεροποιηθεί.
Με τη δεύτερη : οι πόροι είναι ελάχιστοι σε σχέση με τα κεφάλαια που έχει διοχετεύσει και συνεχίζει να διοχετεύει η Κίνα στις χώρες του αναπτυσσομένου κόσμου. Τα 40 δις δολάρια είναι λιγότερα από τους πόρους που έχει επενδύσει μόνο στο Πακιστάν ( 2005-2019 = 45,3 δις δολάρια). Έχω την γνώμη ότι η προσπάθεια αυτή είναι καταδικασμένη, ως όπλο ενάντια στην Κίνα, πριν καν αρχίσει να διαμορφώνεται.
Νομίζω, ότι για ακόμη μια φορά οι ΗΠΑ με τους Δημοκρατικούς στη διοίκηση θα επιδιώξουν να ξαναπαίξουν το όπλο των δημοκρατικών ελευθεριών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, επιχειρώντας να συμπαρασύρουν τις χώρες της Δύσης προς αυτή την κατεύθυνση. Η διαφορά αυτή την φορά με τις προηγούμενες είναι, δεομένου ότι αυτό είναι το μόνο όπλο που ουσιαστικά διαθέτουν, ότι θα το χρησιμοποιήσουν εντονότερα, οξύτερα και με υψηλή ιδεολογική φόρτιση, προφανώς με στόχο να διαχωρίσουν τις Δημοκρατίες από τα αυταρχικά κράτη και σε τελική ανάλυση να δημιουργήσουν τέτοια πολωτικές αντιπαραθέσεις πιθανότατα οδηγώντας στην εμφάνιση του Β’ Ψυχρού Πολέμου.
ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ SL PRESS