Ο χρόνος φαίνεται να τελειώνει για την τουρκική οικονομία

 

 

 

Η άφρονος οικονομική πολιτική του Ερντογάν φαίνεται ότι οδηγεί με
υψηλή πιθανότητα στο τέλος του προηγούμενου αναπτυξιακού της κύκλου. Η επιμονή του,
ακόμη και όταν οι μελλοντικές  εξελίξεις
είναι περισσότερο από εμφανείς ως προς την κατάληξή τους, να αρνείται τις στοιχειώδεις
διορθώσεις στην οικονομική πολιτική, σε μια προσπάθεια να επανέλθουν σε
διαχειρίσιμα επίπεδα, πρωταρχικά, η ισοτιμία του τουρκικού νομίσματος , η μείωση
του πληθωρισμού και του εξωτερικού βραχυχρόνιου χρέους.

 

 Ίσως να είναι πλέον αργά,
με δεδομένες τις διεθνείς οικονομικές εξελίξεις αλλά και την εμπλοκή της Τουρκίας
σε σειρά σημαντικών γεωπολιτικών προβλημάτων, να επιτευχθεί κάτι τέτοιο με απλά
συμβατικά μέσα οικονομικής πολιτικής . Η δυναμική των γεγονότων φαίνεται να
δείχνει την ανάγκη επιβολής οδυνηρών δραστικών έκτακτων μέτρων.    Οι περιορισμοί που επιβάλλονται από το
παγκοσμιοποιημένο οικονομικό  περιβάλλον,
λόγο του ότι ο Ερντογάν αρνείται να τους αντιληφθεί, λειτουργούν πλέον ως
θανατηφόρες θηλιές στο λαιμό της τουρκικής οικονομίας.
Τα ξένα κεφάλαια συνεχίζουν να εγκαταλείπουν  την χώρα. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της
ΚΤ της Τουρκίας , τον μήνα Μάιο 2018 , περισσότερο από 1,1 δις δολάρια
επενδύσεων χαρτοφυλακίου εγκατέλειψαν την χώρα, ενώ οι ΑΞΕ μειώνονται συνεχώς.
Ο πληθωρισμός βρίσκεται στο 15,85% (έναντι στόχου 5,0%) ενώ οι αποδόσεις των
δεκαετιών ομολόγων ξεπέρασαν το 19,0%. Το υψηλότατο εξωτερικό βραχυχρόνιο χρέος
(των επιχειρήσεων και των τραπεζών) όλο και δυσκολότερα  και με μεγαλύτερο κόστος επιχειρείται να
αναχρηματοδοτηθεί. Η ισοτιμία της τουρκικής λίρας έναντι του δολαρίου έχει
κατρακυλήσει στις 5,26 /1, καταγράφοντας απώλειες πάνω από 30,0% από την αρχή
του έτους, και πάνω από 400,0% από
 το έτος 2005 όταν καθιερώθηκε η ισοτιμία της
νέας τουρκικής λίρας με το δολάριο στην ισοτιμία 1,29/1, με την απάλειψη έξι
μηδενικών από την παλαιά.

Το
γεγονός που έχει εξαιρετική σημασία , όμως, είναι η κατάσταση του Τουρκικού
τραπεζικού τομέα, δεδομένου ότι σε αυτόν θα επιπέσουν πρώτα τα αποτελέσματα της
ακολουθούμενης αδόκιμης οικονομικής πολιτικής, αν δεν παρθούν γρήγορα μέτρα
στην εντελώς αντίθετη κατεύθυνση από αυτή που έχει επιλέξει ο Ερντογάν. Η πτώση
του δείκτη των τραπεζικών μετοχών δείχνει τους φόβους και την αβεβαιότητα των
κατόχων τους  ότι ο τραπεζικός τομέας
μπορεί να αντιμετωπίσει δύσκολες καταστάσεις που επικεντρώνονται στην πιθανή
αδυναμία των επιχειρήσεων  να
εξυπηρετήσουν τα δάνεια τους με ρήτρα ξένου νομίσματος (δολάρια και ευρώ). Οι
πρώτοι κλάδοι επιχειρήσεων που βρίσκονται αντιμέτωποι με μεγάλα προβλήματα λόγο
υψηλού δανεισμού σε συνάλλαγμα είναι ο κατασκευαστικός τομέας (ήδη ο μεγάλος
όμιλος
Agaoglou βρίσκεται
σε δεινή θέση) και ο τομέας της ενέργειας. Τα δάνεια ενεργειακών εταιρειών ανέρχονται
σε ύψος 51 δισ. Δολαρίων.

Οι
τουρκικές εταιρείες παραγωγής ενέργειας προβάλλουν ως ένας από τους
μεγαλύτερους κινδύνους για τις τράπεζες της χώρας, καθώς επένδυσαν
δισεκατομμύρια δολάρια για την παραγωγή ενέργειας, προγράμματα διανομής και
συμφωνίες τα τελευταία 15 χρόνια. Τώρα, με τη λίρα να υποτιμάται ταχύτερα από
ό,τι μπορούν να αυξάνουν τις τιμές του ρεύματος, ορισμένες εταιρείες έχουν
ετήσια κέρδη που είναι χαμηλότερα από τα ποσά που πρέπει να δώσουν για την
αποπληρωμή των δανείων τους σε ξένο νόμισμα. Δάνεια, ύψους τουλάχιστον 6,1 δισ.
δολαρίων, είναι γνωστό ότι βρίσκονται στη διαδικασία αναδιάρθρωσης ή
αναχρηματοδότησης. Σε αυτά περιλαμβάνονται δάνεια περίπου 4,1 δισ. δολαρίων της
Bereket Enerji, η οποία πουλά εργοστάσια για να μειώσει τις υποχρεώσεις της.
Εταιρείες σε διάφορους κλάδους έχουν συμφωνήσει, ή βρίσκονται ακόμη σε
συζητήσεις, για την αναδιοργάνωση δανείων ύψους τουλάχιστον 24 δισ. δολαρίων.

Οι
επερχόμενες εξελίξεις δείχνουν ότι στο προσκήνιο εμφανίζεται ως πρώτο μέσο η
επιβολή κεφαλαιακών περιορισμών, με ότι αυτό συνεπάγεται για μια οικονομία που
στηρίζεται στην εισροή ξένου κεφαλαίου. Στο βάθος βέβαια αρχίζουν να ξυπνούν τα
φαντάσματα του παρελθόντος : λέγε με ΔΝΤ.