Μήπως επωάζεται μια νέα διαμάχη μεταξύ νέων και ηλικιωμένων;

Η πανδημία προκαλεί πολλαπλές και πολυποίκιλες επιπτώσεις σε όλες τις «στιγμές» του σημερινού ανθρώπου: πολιτικές, κοινωνικές, οικονομικές, ψυχολογικές.

Τα πρώτα πλήγματα είναι οικονομικού χαρακτήρα. Οι κρατικές πολιτικές αντιμετώπισης της πανδημίας συνίστανται σε διοικητικά μέτρα περιορισμού (lockdown) της οικονομικής δραστηριότητας τόσο από την πλευρά της προσφοράς όσο και από την αντίστοιχη της ζήτησης. Τα μέτρα περιορισμού που εφαρμόζονται έχουν δημιουργήσει μια πρωτόγνωρη κατάσταση αρνητικών επιπτώσεων στις διάφορες κατηγορίες του πληθυσμού.

Όμως τα πλήγματα που  δέχονται από την πανδημία  οι επιμέρους κατηγορίες του πληθυσμού δεν είναι ομοιόμορφα και έχουν προφανώς  διαφορετικές συνέπειες σε κάθε μια από αυτές.

Για τον ίδιο λόγο και οι αντιδράσεις προς τα λαμβανόμενα μέτρα είναι διαφορετικές και ανάλογες του μεγέθους των αρνητικών επιπτώσεων που επιφέρουν.

Σε συνάρτηση με το κατά πόσον επηρεάζεται η κάθε κοινωνική ομάδα από τα λαμβανόμενα διοικητικά μέτρα διαπιστώνεται (ή μπορεί να διαπιστωθεί σωστότερα)  ο βαθμός αποδοχής (ή μη αποδοχής )των μέτρων και κατά συνέπεια και ο αντίστοιχος βαθμός αντίδρασης σε αυτά. Επειδή δεν υπάρχει ακόμη ενδεδειγμένη ιατρική αντιμετώπιση της νόσου, ο φόβος του θανάτου (ίσως σωστότερα του ξαφνικού θανάτου), καταλαμβάνει τη θέση του βασικού κριτηρίου για την αποδοχή ή όχι των περιοριστικών μέτρων.

Με βάση αυτό το κριτήριο, θα μπορούσαμε να προβούμε στον ακόλουθο διαχωρισμό:

Όποιες κοινωνικές  κατηγορίες εργαζομένων απολαμβάνουν  ένα εισόδημα που δεν επηρεάζεται ή δεν χειροτερεύει από την πανδημία,  ο φόβος του θανάτου φαίνεται ότι αποτελεί κυρίαρχο στοιχείο της ψυχολογίας τους. Καταλαμβάνει μια από τις  πρώτες θέσεις στην ιεράρχηση των κινδύνων από τους οποίους αισθάνονται απειλούμενοι. Με βάση την αντίληψη αυτή διάκεινται ευμενώς σε όλα τα μέτρα περιορισμού που εφαρμόζονται ή που συζητούνται προς εφαρμογή. Είναι περισσότερο υπάκουοι και  δεν εκφράζονται αρνητικά  για κάθε μέτρο που λειτουργεί αποτρεπτικά προς τους κινδύνους. Η βασική  κοινωνική ομάδα που ανήκει σε αυτή την κατηγορία είναι οι συνταξιούχοι. Στη στάση τους αυτή συμβάλλει προφανώς και το ηλικιακό κριτήριο, που τους κατατάσσει στις εξόχως ευαίσθητες κατηγορίες που κινδυνεύουν περισσότερο από τον ιό COVID-19. Μια άλλη κατηγορία πληθυσμού που δεν έχει υποστεί απώλειες εισοδήματος  είναι οι δημόσιοι υπάλληλοι. Εδώ η συμμόρφωση προς τα μέτρα περιορισμού είναι  και συνάρτηση της ηλικίας.

Διαφορετικά τίθενται τα πράγματα για όποιον έχει πληρώσει ήδη ένα υψηλό κόστος λόγω της οικονομικής κρίσης που δημιουργεί η πανδημία  και  πιθανότατα κινδυνεύει να συνεχίσει να καταβάλλει περαιτέρω κόστος με οποιοδήποτε περιοριστικό μέτρο αποφασισθεί. Ο κίνδυνος να τεθεί εκτός της όποιας οικονομικής δραστηριότητας που ασκούσε πριν την πανδημία, και να βρεθεί οικονομικά μετέωρος , προκαλεί ποικίλα  συναισθήματα στα οποία κυριαρχούν η απογοήτευση, η απελπισία, η παραίτηση, η διάψευση, η ανυπακοή και τελικά η εξέγερση. Η ματαίωση των ονείρων (όποια και αν είναι αυτά) προκαλεί οργή η οποία μεταφράζεται σε ανεξέλεγκτη διαφυγή, σε βίαιη άρνηση να αντιληφθούμε την ανικανότητά μας να κρίνουμε την πραγματικότητα.

Ο ιδιωτικός τομέας είναι αυτός που έχει θιγεί σοβαρά από τα μέτρα περιορισμού που λαμβάνονται προκειμένου να αναχαιτισθεί η πανδημία. Οι ιδιοκτήτες των καταστημάτων που ανήκουν στην κατηγορία του λιανεμπορίου, οι εργαζόμενοι σε αυτά και οι ελεύθεροι επαγγελματίες σίγουρα έχουν υποστεί σημαντικότατες απώλειες. Η όλη τους προσπάθεια κατατείνει στην ελάφρυνση των μέτρων περιορισμού που θα επιτρέψει την  επανέναρξη της οικονομικής τους δραστηριότητας έστω υπό προϋποθέσεις.

Οπως τα στοιχεία καταδεικνύουν οι νέοι και οι γυναίκες είναι οι κατηγορίες του πληθυσμού που επλήγησαν στον μέγιστο βαθμό. Οι νέοι, για παράδειγμα, έχουν σε  συνήθως προσωρινές συμβάσεις εργασίας και είναι ευκολότερο να απολυθούν. Παράλληλα σημαντική μερίδα των γυναικών απασχολούνται σε επαγγέλματα που απαιτούν φυσική επαφή και τα οποία έχουν δεχθεί συντριπτικό πλήγμα από την πανδημία και τα περιοριστικά μέτρα.

Βλέπουμε λοιπόν, ότι, οι υλικές συνθήκες που καθορίζουν το πλαίσιο εντός του οποίου η κάθε κοινωνική κατηγορία διάγει την καθημερινότητά της ,  επιδρούν βαθιά στην αντίληψη που διαμορφώνουμε για την πραγματικότητα και καθορίζουν και τις αντιδράσεις προς αυτή. Δεν είναι οι μόνες, αλλά χωρίς να τις λάβουμε υπόψη δύσκολα είμαστε σε θέση να ερμηνεύσουμε τις αντιλήψεις μας για αυτό που συμβαίνει γύρω μας.   Αυτό είναι αρκετά εμφανές την περίοδο της πανδημίας COVID-19, η οποία έχει κυριολεκτικά καθορίσει τις πρόσφατες εξελίξεις στον πλανήτη.

Παράλληλα, όμως, αναδεικνύεται ως σημαντικό και το κριτήριο της ηλικίας , λόγω του ότι  ο κίνδυνος του θανάτου είναι σαφώς υψηλότερος στις ομάδες του πληθυσμού με μεγάλη ηλικία σε σχέση με τις υπόλοιπες . Τούτο το τελευταίο πιθανότατα να δημιουργεί υποδορίως και μια ακόμη ρωγμή στον ήδη διασπασμένο κοινωνικό ιστό : μεταξύ νέων που υφίστανται μεγάλο κόστος λόγω των μέτρων και των ηλικιωμένων ,που ως επί το πλείστο ως συνταξιούχοι, έχουν πολύ λιγότερες εισοδηματικές απώλειες. Η ανάγκη των νέων για δράση και η εντύπωση ότι ο κίνδυνος του θανάτου δεν τους αφορά, πολλές φορές τους οδηγεί  να μην είναι αλληλέγγυοι με τους ηλικιωμένους αλλά και σε αρκετές περιπτώσεις στην πλήρη αδιαφορία για αυτούς. Οι μελλοντικές εξελίξεις θα δείξουν αν θα αντιμετωπίσουμε μια νέα αμφίδρομη διαμάχη μεταξύ των νέων και των ηλικιωμένων που θα έχει τη ρίζα της στην πανδημία COVID-19.

ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗ 20 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2020