Η πανδημία επανέφερε στο προσκήνιο τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας

Αν κλείσουμε τα αυτιά μας στις κυβερνητικές επικοινωνιακές ρητορείες και τις χαλαρές έως ανύπαρκτες  αιτιάσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αναφορικά  με τις εξελίξεις τις ελληνικής οικονομίας , και στρέψουμε τον προβολέα των συνεπειών της πανδημίας COVID- 19 στις μεσοπρόθεσμες προοπτικές της, εύκολα θα αντιληφθούμε τα σοβαρά προβλήματα που έχουν συσσωρευθεί. Η πανδημία του COVID-19  αναμένεται να επιδεινώσει σημαντικά ορισμένα σημαντικά προβλήματα (το υψηλό δημόσιο χρέος, το υψηλό ποσοστό ανεργίας, το μεγάλο απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων και το επενδυτικό κενό) που κληροδότησε στην Ελλάδα η κρίση χρέους του 2009 και τα μνημονιακά προγράμματα που εφαρμόστηκαν τη δεκαετία του 2010. Αναφέρω επιγραμματικά τα στοιχεία , για το 2019, που αφορούν στα παραπάνω μεγέθη (σε παρένθεση τα αντίστοιχα στοιχεία με τον μέσο όρο των χωρών της ευρωζώνης) : ο λόγος ΔΧ/ΑΕΠ = 176,6% (86,4%), ποσοστό ανεργίας = 16,4% (7,4%), μη εξυπηρετούμενα δάνεια = 68,5 δις ευρώ ή 42,0% του συνόλου των δανείων(2,7%) , ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου στο 10,0% (20,5%) του ΑΕΠ. Η σύγκριση με τον μέσο όρο των χωρών της ευρωζώνης δείχνει το μέγεθος των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία, πριν την έλευση της πανδημίας COVID-19.

Για τα μεγέθη αυτά οι προβλέψεις είναι δυσμενείς ,με δεδομένη την ύφεση της οικονομίας, και η μεταβολή τους εξαρτάται από το μέγεθος της  μείωσης του ΑΕΠ.

Με βάση τα βασικά  σενάρια μείωσης του ΑΕΠ του Υπουργείου Οικονομικών (4,8%)  και της Τραπέζης της Ελλάδος (5,8%) ο λόγος του ΔΧ/ΑΕΠ θα ανέλθει στο 188,8% και στο 191,4%. Με βάση τις εαρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Μάιος 2020), η οικονομική δραστηριότητα αναμένεται να συρρικνωθεί κατά 9,7% το 2020 και  το δημόσιο χρέος αναμένεται να αυξηθεί στο 196,4% του ΑΕΠ. Σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις του ΔΝΤ,(Απρίλιος 2020) η ελληνική οικονομία αναμένεται να συρρικνωθεί κατά 10% το 2020 και το δημόσιο χρέος να αυξηθεί στο 200,8% του ΑΕΠ.

Το ποσοστό ανεργίας αναμένεται να αυξηθεί σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Μάιος 2020),στο 19,9% και με την έκθεση του ΙΟΒΕ για το πρώτο τρίμηνο του 2020 από 2 έως 4 ποσοστιαίες μονάδες( 19,3- 21,3%).

Ο λόγος των ΜΕΔ προς το σύνολο των δανείων παρέμεινε το Μάρτιο του 2020 σε υψηλό επίπεδο (37,4%), παρότι μειώθηκε σε σχέση με το Δεκέμβριο 2019. Η μείωση αυτή οφείλεται ουσιαστικά στη μεταφορά ΜΕΔ εντός ομίλου από την τράπεζα Eurobank εν όψει της ολοκλήρωσης της συναλλαγής πώλησης μέσω τιτλοποίησης δανείων. Σύμφωνα με την Έκθεση για τη Νομισματική Πολιτική 2019-2020, «Οι εξελίξεις στο μέτωπο της πανδημίας άλλαξαν τις συνθήκες, με αποτέλεσμα οι τράπεζες να έχουν μετατοπίσει χρονικά τα σχέδια υλοποίησης τιτλοποιήσεων αλλά και την περίμετρο δανείων σε σχέση με τον αρχικό τους προγραμματισμό, γεγονός που θα καθυστερήσει την περαιτέρω αποκλιμάκωση του υψηλού αποθέματος των ΜΕΔ. Ταυτόχρονα, παρά τα θετικά μέτρα που έχουν ληφθεί από την πολιτεία και τις τράπεζες, αναμένεται εισροή νέων ΜΕΔ, ιδίως από τις αρχές του επόμενου έτους. Το ύψος της νέας γενιάς ΜΕΔ θα εξαρτηθεί από το μέγεθος της ύφεσης και την αύξηση της ανεργίας το τρέχον έτος, καθώς και την επακόλουθη ανάκαμψη».

Ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις της ευρωπαϊκής επιτροπής (Μάιος 2020) αναμένεται να μειωθεί κατά 30,0%. Ενώ σύμφωνα  με την έκθεση του ΙΟΒΕ για το πρώτο τρίμηνο του 2020, «σε όλα τα σενάρια το ποσοστό υποχώρησης των επενδύσεων στο σύνολο του 2020 είναι διψήφιο, τουλάχιστον 17%, ενώ δεν αποκλείεται να υπερβεί το 30%».

Σύμφωνα με το βασικό μακροοικονομικό σενάριο της Τράπεζας της Ελλάδος, «το πρωτογενές αποτέλεσμα της γενικής κυβέρνησης εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί σε έλλειμμα 2,9% του ΑΕΠ το 2020 εξαιτίας της απότομης επιδείνωσης της οικονομικής δραστηριότητας, όπως προβλέπεται από την Τράπεζα της Ελλάδος, και των δημοσιονομικών παρεμβάσεων που είχαν θεσμοθετηθεί μέχρι τα τέλη Μαΐου (6,8% του ΑΕΠ)». Αντίστοιχα με βάση το μακροοικονομικό σενάριο, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Μάιος 2020), προβλέπεται πρωτογενές έλλειμμα ύψους 3,4% του ΑΕΠ το 2020. Σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις του ΔΝΤ (Απρίλιος 2020),το πρωτογενές αποτέλεσμα του προϋπολογισμού αναμένεται να υποχωρήσει σε έλλειμμα 5,1% το 2020.

Ακόμη θα πρέπει να υπογραμμισθεί η αναμενόμενη μείωση του διαθεσίμου εισοδήματος, η μείωση των μισθών (κατά μέσο όρο) και η αύξηση της φτώχειας στην ελληνική κοινωνία.

Τα προβλήματα αυτά προστίθενται σε σειρά άλλων προβλημάτων που αντιμετώπιζε ήδη η ελληνική οικονομία και αυτά πριν από την πανδημία του COVID-19  και τα οποία περιόριζαν τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της: τη χαμηλή διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα, τον αργό ψηφιακό μετασχηματισμό της οικονομίας, το υψηλό επίπεδο φοροδιαφυγής, τη φυγή ανθρώπινου δυναμικού υψηλής εξειδίκευσης στο εξωτερικό, το κόστος μετάβασης σε πιο καθαρές μορφές ενέργειας (μια ακατανόητη εμμονή στην παρούσα φάση), τη μεταναστευτική-προσφυγική κρίση, την προβλεπόμενη δημογραφική επιδείνωση λόγω της γήρανσης του πληθυσμού και τη μεγάλη αρνητική καθαρή διεθνή επενδυτική θέση της Ελλάδος, όπως σημειώνει η Τράπεζα της Ελλάδος, στην πρόσφατη Έκθεση για την Νομισματική Πολιτική (Ιούνιος 2020).

Με απλά λόγια, και με την προϋπόθεση ότι δεν θα υπάρξει νέο κύμα της πανδημίας COVID-19, η ελληνική κυβέρνηση από το 2021, θα βρεθεί αντιμέτωπη με δύσκολα προβλήματα, τα οποία θα πρέπει να αντιμετωπιστούν ξεκινώντας από πολύ δυσμενέστερη θέση σε σχέση με αυτή μετά τις εκλογές. Το τοπίο είναι διαφορετικό, δύσβατο και δεν επιτρέπει πανηγυρισμούς ή ρητορικές εύκολες υπερβάσεις. Η στήριξη όλων των ελπίδων στους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης – New Generation, οι οποίοι, ειρήσθω εν παρόδω , θα είναι λιγότεροι από όσους  προβλέπει το σχέδιο της ευρωπαϊκής επιτροπής, δεν μπορούν να αποτελέσουν τη λύση των δύσκολων προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας. Οι αυταπάτες,  οι οποίες εύκολα μετατρέπονται σε απάτες, αποτελούν κυρίαρχο χαρακτηριστικό του πολιτικού προσωπικού της χώρας.