Οι εκλογές για τον νέο πρόεδρο του CDU θέτουν ερωτήματα.

 

Οι εξελίξεις τρέχουν με έντονο ρυθμό στην Γερμανία. Όχι μόνο όσες αφορούν σε οικονομικά προβλήματα (εμπορικές διαμάχες με ΗΠΑ, Brexit, και τελευταία οι επιδράσεις του κορονοϊού) αλλά και εκείνες που αφορούν στα αμιγή πολιτικά ζητήματα με προεξάρχον ζήτημα αυτό της εκλογής του νέου αρχηγού του κυβερνώντος χριστιανοδημοκρατικού κόμματος (CDU) μετά την ξαφνική παραίτηση της  Άνεγκρετ Κραμπ-Καρενμπάουερ. Η  Άνεγκρετ Κραμπ-Καρενμπάουερ, δεν κατάφερε να δώσει σαφές ιδεολογικό στίγμα στο κόμμα της, έκανε σοβαρά λάθη, ακόμη και δημόσιες γκάφες, ενώ παρέμεινε διστακτική στα μεγάλα θέματα που αντιμετωπίζουν η Γερμανία και η Ευρώπη.

Η εκλογή του νέου αρχηγού θα γίνει στο έκτακτο Συνέδριο της 25ης Απριλίου. Το CDU έχει ήδη ανακοινώσει ότι ο αρχηγός του και ο υποψήφιος Καγκελάριος θα πρέπει να είναι το ίδιο πρόσωπο, διαπιστώνοντας ότι το τρέχον σύστημα δεν ωφέλησε το κόμμα.

Οι τρεις  υποψήφιοι που έχουν εκδηλώσει επισήμως τη θέλησή τους να συμμετάσχουν στις εκλογές μέχρι σήμερα , εκφράζουν διαφορετικές αντιλήψεις  στο πλαίσιο του χριστιανοδημοκρατικού κόμματος κυρίως σε αναφορά με την μέχρι σήμερα πολιτική που ακολούθησε η καγκελάριος Μέρκελ τόσο στη Γερμανία όσο και στην Ευρώπη. Καθένας τους φιλοδοξεί να αλλάξει την πορεία του CDU, προκειμένου να απαντήσει στις ανησυχίες των Γερμανών και να προσελκύσει ξανά τους απογοητευμένους  ψηφοφόρους των τελευταίων ετών.

Υπό μίαν έννοια τη συνέχεια της πολιτικής Μέρκελ, εκφράζει ο Άρμιν Λάσετ , ο πρωθυπουργός του πολυπληθέστερου κρατιδίου της Γερμανίας, της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, ο οποίος κατεβαίνει ως δίδυμο με τον νυν υπουργό υγείας Γενς Σπαν, ο οποίος, στα 39 του, μετά την ήττα του στις εσωκομματικές εκλογές του 2018, μάλλον θεωρεί ότι μπορεί να περιμένει. Οι δύο στοχεύουν να πείσουν τις δύο ψυχές του CDU: ο Λάσετ τους λεγόμενους μερκελιστές και την πιο κοινωνική πλευρά του κόμματος, ενώ ο Σπαν, ο οποίος επισήμως δηλώνει ομοφυλόφιλος πάντα τονίζει ότι το κόμμα πρέπει να ενστερνισθεί « ένα πατριωτισμό ανοικτό στον κόσμο», στον οποίο η οικογένεια, η παράδοση και η ‘Heimat’ (ο τόπος γέννησης σε ευρεία έννοια) είναι συμβατά με μια ελεύθερη οπτική του κόσμου. Επίσης η προστασία του περιβάλλοντος μπορεί να γίνει παράλληλα με την προστασία των συνόρων.

Την αλλαγή στην πολιτική Μέρκελ εκφράζει με όλους τους τρόπους ο Φρίντριχ Μερτς. Ο πρώην επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του CDU, εκλεκτός του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, έχει παλιούς λογαριασμούς με την Άγγελα Μέρκελ, η οποία τον «αποκεφάλισε» το 2002. Στηρίζεται από τη συντηρητική πτέρυγα του κόμματος, αλλά και την νεολαία του CDU, ενώ τον αγαπούν επιχειρηματίες και σημαντική μερίδα των ΜΜΕ

Δηλώνει οπαδός του οικονομικού φιλελευθερισμού, των συντηρητικών αξιών, κοινωνικά ενεργός, όχι νεοφιλελεύθερος, πεπεισμένος ευρωπαϊστής, αλλά και ατλαντιστής. Θεωρεί ότι η λύση  στο θέμα του ακροδεξιού ριζοσπαστισμού είναι η αντιμετώπιση των συμμοριών και το κλείσιμο των συνόρων.  Ήταν  υπέρ της διακοπής της χρηματοδότησης της Ελλάδας το 2015 και συνεχίζει να πιστεύει και σήμερα το ίδιο σε ανάλογη περίπτωση. Θέλει περισσότερη, όχι λιγότερη Ευρώπη και ψέγει την Καγκελάριο για την αδιαφορία της προς τις προτάσεις του  Μακρόν για το μέλλον της Ευρωζώνης.

Ο τρίτος υποψήφιος, είναι  ο Νόρμπερτ Ρέτγκεν,  σήμερα επικεφαλής της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Bundestag, της ομοσπονδιακής κάτω Βουλής. Πρόκειται για μια μετριοπαθή φωνή εντός του χριστιανοδημοκρατικού κόμματος, οι πιθανότητες του οποίου σε ένα πολωμένο κόμμα μάλλον θα πρέπει να θεωρούνται μικρές.

Τελικά φαίνεται ότι η εποχή Μέρκελ τελειώνει στη Γερμανία και μια νέα αρχίζει. Οι εξελίξεις θα είναι ενδιαφέρουσες αλλά περικλείουν και πολλές δυσκολίες για το ρόλο της Γερμανίας στην Ευρώπη οι οποίες δεν είναι καθόλου ανεξάρτητες από τις αντίστοιχες εγχώριες.

ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΝΕΑ ΣΕΛΙΔΑ , ΚΥΡΙΑΚΗ 1 ΜΑΡΤΙΟΥ 2020