Η μείωση των ανισοτήτων βασική προϋπόθεση για τη μείωση της φτώχειας και για την υποστήριξη της σταθερής μεγέθυνσης της οικονομίας.

1.

Τα τελευταία περίπου σαράντα χρόνια – από τα μέσα της δεκαετίας  του 1980- το παγκόσμιο καπιταλιστικό οικονομικό σύστημα παρουσιάζει εμφανή μεγάλη αύξηση των οικονομικών ανισοτήτων (https://www.oecd.org/social/inequality.htm#income).

Για μεγάλη διάστημα κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα οι εξελίξεις ήταν εντελώς διαφορετικές : οι οικονομικές ανισότητες μειώνονταν.

Είναι τόσο μεγάλο το μέγεθος των αλλαγών πλέον, ώστε  όλοι οι μεγάλοι πολυμερείς διεθνείς οργανισμοί , World Bank (https://www.worldbank.org/en/topic/isp/overview), ΟΟΣΑ ( https://www.oecd.org/social/inequality.htm), ΔΝΤ( https://blogs.imf.org/2020/01/07/reduce-inequality-to-create-opportunity/?utm_medium=email&utm_source=govdelivery), World Economic Forum (https://www.weforum.org/focus/fixing-inequality), ΟΗΕ (https://www.un.org/sustainabledevelopment/inequality/), κτλ έχουν αναγάγει το ζήτημα  των ανισοτήτων σε πρώτη προτεραιότητα εκεί που λίγα χρόνια πριν «σφύριζαν αδιάφορα». Μάλιστα υπογραμμίζουν με έμφαση ότι χωρίς τη μείωση των οικονομικών ανισοτήτων είναι αδύνατον να υπάρξει «στέρεη οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη».

2.

Το μεγάλο πρόβλημα συνίσταται στη μέτρηση των ανισοτήτων. Είναι κάτι το σύνηθες όταν επιχειρούμε να υπολογίσουμε κοινωνικά και οικονομικά μεγέθη. Ο συντελεστής Gini (Gini, Corrado, Measurement of Inequality and Incomes, in The Economic Journal, vol. 31, 1921, pp. 124-126)  είναι ο βασικός δείκτης που χρησιμοποιείται για τη μέτρηση των οικονομικών  ανισοτήτων, από τους παραπάνω αναφερόμενους διεθνείς πολυμερείς οργανισμούς. Ο συγκεκριμένος δείκτης έχει ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά τα οποία πρέπει να ληφθούν υπόψη προκειμένου να καταλάβουμε  γιατί χρησιμοποιείται ευρέως.

Ο συντελεστής Gini μετρά την ανισότητα διαμέσου της δημιουργίας ενός λόγου μεταξύ δύο μεγεθών. Είναι, δηλαδή , ένα απλός αριθμός, που συγκρίνει την εξέλιξη της ανισότητας σε μια χώρα ικανοποιώντας τα παρακάτω κριτήρια:

Ανωνυμία: δεν μπορούμε να συνάγουμε ποιοι κερδίζουν  πολλά ή ποιοι κερδίζουν λίγα.

Ανεξαρτησία κλίμακας : δεν λαμβάνει υπόψη του το μέγεθος της οικονομίας  μιας χώρας, ή αν είναι πλούσια ή φτωχή.

Ανεξαρτησία από το μέγεθος του πληθυσμού κάθε χώρας.

Όπως συμβαίνει με όλους του παρόμοιους δείκτες σχετικής μορφής (που υπολογίζονται ως ο λόγος μεταξύ δύο άλλων μεγεθών) παρουσιάζει το όριο να παραμένει αμετάβλητος εάν το εισόδημα των πλουσίων και το εισόδημα των φτωχών αυξάνονται με την ίδια αναλογία, και συνεπώς δεν λαμβάνει υπόψη του το άνοιγμα της ψαλίδας των απόλυτων αξιών, που στην πραγματικότητα αυξάνει. Παράδειγμα θεωρητικό: αν το άτομο Α έχει εισόδημα 10000 δολάρια και το άτομο Β 100000 δολάρια και οι δύο διπλασιάζουν το εισόδημά τους, ο συντελεστής Gini δεν μεταβάλλεται παρότι η διαφορά του εισοδήματος  μεταξύ των δύο ατόμων αυξήθηκε από 90000 δολάρια  σε 180000 δολάρια. Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι μπορεί η φτώχεια να μειώνεται (ή κάτι παρόμοιο) αλλά η ανισότητα  σε απόλυτα νούμερα να αυξάνει. Παράδειγμα πραγματικό: το 2010 η Ολλανδία (με κατά κεφαλή εισόδημα 42183 δολάρια) και το Μπαγκλαντές (κατά κεφαλή εισόδημα 1693 δολάρια ) είχαν το ίδιο συντελεστή εισοδήματος  Gini  0.31.  Εδώ συμβαίνει το αντίθετο : η ποιότητα ζωής δεν λαμβάνεται υπόψη καθόλου.

Ο συντελεστής Gini μπορεί να είναι ο ίδιος σε δύο χώρες με το ίδιο συνολικό εισόδημα αλλά με διαφορετική κατανομή εισοδήματος (De Maio, Fernando G. (2007). “Income inequality measures”. Journal of Epidemiology and Community Health. 61 (10): 849–852)

Παράδειγμα (οριακό αλλά σημαντικό για την κατανόηση) : μια οικονομία στην οποία τα μισά νοικοκυριά δεν έχουν εισόδημα και στα άλλα  μισά ισοκατανέμεται ολόκληρο το εισόδημα έχει συντελεστή Gini 0,5. Αλλά και μια οικονομία στην οποία ένα νοικοκυριό κατέχει το μισό του εισοδήματος και το υπόλοιπο ισοκατανέμεται στα εναπομένοντα νοικοκυριά έχει πάλι συντελεστή  Gini 0,5.

Επομένως γνωρίζοντας το συντελεστής Gini δεν έχουμε εικόνα της κατανομής του εισοδήματος. Προσοχή δεν αποδίδουμε καμία ευθύνη στη χρησιμοποίηση του συντελεστή Gini, απλά πρέπει να γνωρίζουμε τα μειονεκτήματα και τα πλεονεκτήματα του.

Χρειάζεται να γνωρίζουμε την κατανομή του εισοδήματος ; Η απάντηση είναι χίλιες φορές ΝΑΙ. Εδώ εισέρχονται πολλοί ερευνητές οι οποίοι επιχειρούν να προσεγγίσουν και να διερευνήσουν το ζήτημα. Μεταξύ αυτών και Thomas Piketty και η ομάδα του. Τι υποστηρίζει κατ’ αρχάς ο Piketty (Escaping the inequality-data Dark Ages , Social Europe, 2nd January 2020) : ότι είναι τουλάχιστον προσβλητικό αλλά και επικίνδυνο για τις δημοκρατικές αρχές να είναι γνωστά μέχρι τελευταίας λεπτομέρειας τα στοιχεία που αφορούν πλήθος οικονομικών μεγεθών αλλά και στοιχείων που αφορούν στην ιδιωτική ζωή των πολιτών από τα κράτη και τις ιδιωτικές επιχειρήσεις, και να μην υπάρχουν επίσημα στοιχεία που να αφορούν στην κατανομή του εισοδήματος. Τόσο απλά. Ξεκίνησε, λοιπόν, να δημιουργήσει μια βάση δεδομένων προκειμένου να υπολογίζεται η κατανομή του εισοδήματος. Κανένας δεν ισχυρίζεται ούτε ο ίδιος ότι τα στοιχεία του ανταποκρίνονται στην πλήρη  πραγματικότητα δεδομένου των πολλαπλών δυσκολιών στη συλλογή των στοιχείων: «The WID’methodology is set up in way that allows results to be reproduced and debated, while contributing to the expansion and improvement of the available data. When consistently applied to various regions and countries, divergent patterns appear, with inequality increasing in some countries and stagnating or declining in (a few) others. And the WID is just one of multiple institutions—including the LIS Cross-National Data Center, the Commitment to Equity Institute, the World Bank and the OECD—now fruitfully working to improve our understanding of these issues».(Escaping the inequality-data Dark Ages , Social Europe, 2nd January 2020)

Η επίθεση που δέχεται το  World Inequality  Database, από το γνωστό, ιδεολογικά προσανατολισμένο, περιοδικό,  The Economist (Inequality could be lower than you thinkNov 28th 2019 edition)  αλλά και οικονομολόγους όπως ο ακραίος νεοκλασικός Martin Feldstein (ειρήσθω   εν παρόδω, ο εν λόγω οικονομολόγος δεν έχει τιμηθεί με Βραβείο Νόμπελ Οικονομίας , όχι ότι έχει και τόση σημασία αυτό, αλλά  εκείνο που θα πρέπει να ειπωθεί είναι ότι υπηρέτησε ως πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομολόγων του Ρόναλντ Ρέιγκαν συμμετέχοντας στην διαμόρφωση του οικονομικού υποδείγματος που κυριαρχεί σήμερα και σύμβουλος του G.W.Bush για την ιδιωτικοποίηση του αμερικάνικου  συστήματος υγείας) και υιοθετούνται άκριτα , δεν αφορά τόσο στο ότι τα υπολογιζόμενα στοιχεία είναι προ-φόρων και συνεπώς το μέγεθος της ανισότητας είναι μικρότερη (δεν το αρνείται ο Thomas Piketty) αλλά στη θεωρητική θέση που υποστηρίζει ότι ακόμη και η αναφορά σε μείωση των υπαρχόντων ανισοτήτων θέτει σε κίνδυνο τις επενδυτικές δραστηριότητες των επιχειρηματιών. Πρόκειται για τη γνωστή θεωρητική (;) άποψη trickle down economics η οποία απλά σημαίνει αφήστε τους πλούσιους να πλουτίσουν βραχυχρόνια και μακροπρόθεσμα (sic!!!) ο πλούτος θα διαχυθεί στην κοινωνία!!!

Μέχρι πρόσφατα οι περισσότεροι οικονομολόγοι (υπό το βάρος της κυρίαρχης Νέας Κλασικής Μακροικονομίας) θεωρούσαν ως δεδομένη την ύπαρξη αντίστροφης σχέσης (trade – off) μεταξύ οικονομικής μεγέθυνσης και ανακατανομής του εισοδήματος. Τα τελευταία χρόνια σειρά μελετών δείχνουν όμως το αντίθετο: μεγάλη αύξηση των ανισοτήτων προκαλεί επιβαρύνσεις στην οικονομική μεγέθυνση(Andrew Berg & Jonathan D. Ostry & Charalambos G. Tsangarides & Yorbol Yakhshilikov, 2018. “Redistribution, inequality, and growth: new evidence,” Journal of Economic Growth, Springer, vol. 23(3), pages 259-305, September.  Jonathan David Ostry & Andrew Berg & Siddharth Kothari, 2018. “Growth-Equity Trade-offs in Structural Reforms,” IMF Working Papers 18/5, International Monetary Fund).

Οι αναλύσεις αυτές επαναφέρουν στο προσκήνιο τα λόγια του J.M.Keynes από το μακρινό 1936 : « Έχουμε δει ότι, ώσπου να επικρατήσει πλήρης απασχόληση, η αύξηση του κεφαλαίου δεν εξαρτάται καθόλου από μια χαμηλή ροπή προς κατανάλωση αλλά , αντίθετα, αναχαιτίζεται από αυτήν, και μόνο σε συνθήκες πλήρους απασχόλησης η χαμηλή ροπή προς κατανάλωση επενεργεί θετικά στη μεγέθυνση του κεφαλαίου. Επιπλέον, η πείρα δηλώνει ότι, στις υφιστάμενες συνθήκες, η αποταμίευση είναι υπερεπαρκής και, επομένως μέτρα αναδιανομής των εισοδημάτων κατά τρόπο που πιθανώς να αυξάνει τη ροπή προς κατανάλωση μπορεί να αποδειχτούν ευνοϊκά για το μεγέθυνση του κεφαλαίου…. Το επιχείρημά μας, λοιπόν, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι στις σημερινές συνθήκες η αύξηση του πλούτου όχι μόνο δεν εξαρτάται από την εγκράτεια των πλουσίων, όπως κοινώς πιστεύεται, αλλά, αντίθετα, πιθανώς να εμποδίζεται από αυτήν» (J.M.Keynes, Η Γενική Θεωρία της Απασχόλησης ,του Τόκου και του Χρήματος. Εκδόσεις Παπαζήση, 2001, σ 389-390).

Μάλιστα ο Keynes δίνει απάντηση και στο ζήτημα της φύσης του ανθρώπου για ροπή προς το κίνδυνο και το κέρδος: « Από την πλευρά μου πιστεύω ότι υπάρχει κοινωνική και ψυχολογική δικαιολόγηση για σημαντικές ανισότητες εισοδημάτων και πλούτου, αλλά όχι για τόσο μεγάλες ανισότητες που υφίστανται σήμερα. Υπάρχουν πολύτιμες ανθρώπινες δραστηριότητες, οι οποίες απαιτούν το κίνητρο του κέρδους και το περιβάλλον της ιδιωτικής κατοχής του πλούτου για πλήρη άνθιση. Επιπλέον, επικίνδυνες ανθρώπινες ροπές μπορούν να διοχετευτούν σε συγκριτικά αβλαβή κανάλια λόγω της ύπαρξης ευκαιριών κέρδους και πλούτου, οι οποίες, αν δεν ικανοποιηθούν, με τον τρόπο αυτόν, ίσως βρουν διέξοδο στη σκληρότητα, στην ανελέητη επιδίωξη προσωπικής ισχύος και εξουσίας και σε άλλες μορφές ιδιοτέλειας» (.M.Keynes, Η Γενική Θεωρία της Απασχόλησης ,του Τόκου και του Χρήματος. Εκδόσεις Παπαζήση, 2001, σ 390).

3.

Συνεπώς, η συστηματική και σταθερή μείωση του ποσοστού της φτώχειας (άλλο μέγεθος που ο προσδιορισμός του απαιτεί νέα εργαλεία υπολογισμού) μπορεί να πραγματοποιηθεί διαμέσου της σταθερής και βιώσιμης μεγέθυνσης του ΑΕΠ κάτι που συναρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη μείωση των πολύ μεγάλων ανισοτήτων που συναντάμε σήμερα σε διάφορα κράτη του κόσμου και ειδικά σε αυτά που ο πληθυσμός τους είναι μεγάλος. Δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει της προσοχής ότι μόνο η κομμουνιστική Κίνα συνέβαλε στη μείωση του αριθμού των ατόμων που ζουν κάτω από τα όρια της φτώχειας κατά περίπου ένα δισεκατομμύριο άτομα.  Χαίρονται οι απανταχού νεοφιλελεύθεροι με τις επιτυχίες ενός κομμουνιστικού καθεστώτος ή σε κάθε περίπτωση μη –φιλελεύθερου!!!!

Επίσης η Παγκόσμια Τράπεζα για το ζήτημα αυτό αποφαίνεται με μεγάλη σαφήνεια  : «Without a significant reduction in inequality, especially in countries with high poverty and inequality, the world will not meet its goal to end extreme poverty by 2030». https://www.worldbank.org/en/topic/isp/overview.

4.

Στο σημείο θα πρέπει, για είμαστε απολύτως συνεπείς ότι οι ανισότητες , τα τελευταία 30 χρόνια δεν αυξήθηκαν σε όλες τις χώρες με τον ίδιο ρυθμό  ή και σε ορισμένες έμειναν στάσιμες ή σχεδόν στάσιμες (προσοχή με βάση το συντελεστή Gini). Αυτό είναι σημαντικό διότι δείχνει με σαφήνεια ότι οι οικονομικές ανισότητες υπό μια καθοριστική έννοια αποτελούν πολιτικό πρόβλημα , διότι ήταν οι παρεμβάσεις της οικονομικής πολιτικής αυτές που τις περιόρισαν στις συγκεκριμένες χώρες.  Μπορούμε συνεπώς να ισχυριστούμε ότι το οικονομικό υπόδειγμα που έχει ενσωματωθεί στο καθεστώς της Παγκοσμιοποίησης διευκολύνει (πολιτικά) την άνοδο των οικονομικών ανισοτήτων, αλλά ακόμη και εντός αυτού του πλαισίου υπάρχουν οι δυνατότητες παρεμβάσεων της οικονομικής πολιτικής ώστε αυτές να αμβλυνθούν. Άρα θα πρέπει να μελετηθούν όλοι εκείνοι οι ειδικοί παράγοντες που ισχύουν σε κάθε χώρα για να καταλάβουμε τους λόγους της μεγαλύτερης ή μικρότερης ανόδου των ανισοτήτων εντός των διαφόρων χωρών.

Στο γράφημα που ακολουθεί παρουσιάζονται εκτιμήσεις για  το μερίδιο του συνολικού εισοδήματος που κατέχει το υψηλότερο 1% κατά τη διάρκεια του περασμένου αιώνα σε ένα αριθμό πλουσίων χωρών (τα στοιχεία πριν από φόρους και μεταβιβάσεις). Όπως μπορούμε να δούμε, από το τέλος της δεκαετίας του 1970 διαπιστώνονται αποκλίνουσες τάσεις – στις ΗΠΑ και στις υπόλοιπες Αγγλοσαξονικές χώρες, η ανισότητα επέστρεψε στα υψηλά επίπεδα των αρχών του αιώνα. Κάτι που δεν διαπιστώνεται στις χώρες της ηπειρωτικής Ευρώπης και στην Ιαπωνία (παρόλη τη σχετική  άνοδο των ανισοτήτων). Αυτό επιβεβαιώνει για ακόμη μια φορά ότι οι εθνικές πολιτικές έχουν σημασία αλλά και το οικονομικό υπόδειγμα λειτουργίας του καπιταλισμού ιστορικά είναι διαφορετικό σε αυτές τις περιοχές του πλανήτη (Κώστας Μελάς – Εθνικά Οικονομικά Συστήματα, Φεβρουάριος 2005,  https://www.scribd.com/document/55991045).

Στις αγγλοσαξονικές χώρες (οι οποίες αναφανδόν έχουν υιοθετήσει το νεοκλασικό υπόδειγμα που είναι κυρίαρχο και καθοδηγεί τις παγκοσμιοποιητικές διαδικασίες οι οικονομικές ανισότητες (με βάση το συντελεστή Gini) έχουν επιστρέψει στις αρχές του 20ου αιώνα (η καμπύλη λαμβάνει τη μορφή U). Αντιθέτως στις χώρες τις Κεντρικής Ευρώπης και στην Ιαπωνία υπάρχει αύξηση των ανισοτήτων (την περίοδο της παγκοσμιοποίησης) αλλά απέχουν πάρα πολύ από τις αρχές του αιώνα (η καμπύλη λαμβάνει τη μορφή L) (Γράφημα 1)

Γράφημα 1

5.

Βασικά εργαλεία της μείωσης των οικονομικών ανισοτήτων , μέσω της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής, είναι η φορολογία και οι μεταβιβάσεις. Υπάρχουν στοιχεία που υπολογίζουν το συντελεστή Gini, με βάση το διαθέσιμο εισόδημα ( υπολογίζεται αν από το προσωπικό εισόδημα αφαιρεθούν οι άμεσοι φόροι (φόρος εισοδήματος) και οι εισφορές σε ταμεία κοινωνικών ασφαλίσεων) και όχι με το αντίστοιχο αγοραίο.

Στις χώρες που υπάρχουν στοιχεία και μπορεί να υπολογισθεί το διαθέσιμο εισόδημα ο συντελεστής Gini λαμβάνει μικρότερες τιμές, κατά μέσο όρο, περίπου 0,18 . Φυσικά αυτό προϋποθέτει προοδευτικό σύστημα φορολόγησης και σύστημα μεταβιβάσεων πόρων.

Στο Γράφημα 2  που ακολουθεί υπάρχουν στοιχεία για την εξέλιξη του συντελεστή Gini με βάση το διαθέσιμο εισόδημα για ορισμένες χώρες που υπάρχουν τα στοιχεία. Παρατηρούμε ότι σχεδόν σε όλες την περίοδο μετά το 1990 το μέγεθος του συντελεστή αυξάνει , δηλαδή αυξάνει η ανισότητα.

Γράφημα 2

Στο Γράφημα 3 , αντίστοιχα παρουσιάζεται η ανισότητα του εισοδήματος με βάση το αγοραίο εισόδημα στις ίδιες χώρες.

Γράφημα 3