Η Ελλάδα υστερεί σε επενδύσεις Έρευνας & Ανάπτυξης και σε καινοτομικές επιχειρήσεις.

Η αδιάκοπα επαναλαμβανόμενη ανάγκη για αλλαγή (;) του παραγωγικού υποδείγματος της ελληνικής οικονομίας , εκ μέρους των πολιτικών αρχηγεσιών της χώρας, αν δεν λάβει συγκεκριμένο περιεχόμενο, πολύ φοβάμαι ότι σύντομα και για ακόμη μια φορά, θα αποτελέσει μια ακόμη «βασιλοπούλα του παραμυθιού που θα την λες για να ονειρεύεσαι τις νυχτιές».
Είναι παγκοίνως γνωστό, ότι η όποια μεταβολή του παραγωγικού υποδείγματος στηρίζεται σε συγκεκριμένες ενέργειες οι οποίες , οργανικά ενταγμένες σε σχέδιο, θα δημιουργήσουν τις απαραίτητες προϋποθέσεις, ώστε μακροχρονίως, αργά αλλά σταθερά θα οδηγήσουν στην σχεδιαζόμενη αλλαγή.
Βασική προϋπόθεση, μεταξύ άλλων, αποτελούν οι επενδύσεις Έρευνας & Ανάπτυξης (Ε&Α).
Μάλιστα, στο σημερινό παγκοσμιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον όπου η ταχύτητα των τεχνολογικών εξελίξεων είναι υψηλή, οι επενδύσεις στην Έρευνα & Ανάπτυξη (Ε&Α) αναδεικνύονται ως βασική πηγή διαφοροποίησης των επιχειρήσεων και απόκτησης ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος.
Όμως, σύμφωνα με την τελευταία μελέτη της Εθνικής Τράπεζας , η Ελλάδα υστερεί διαχρονικά σε επίπεδο επενδύσεων Ε&Α τόσο έναντι της συνολικής παγκόσμιας δαπάνης όσο και της αντίστοιχης στην ΕΕ (1,12% του ΑΕΠ έναντι 2,23% και 2,03% του ΑΕΠ αντίστοιχα. Έτος 2016).
Εκείνο που χρειάζεται να υπογραμμισθεί, ως σημαντικό και αξιοσημείωτο, είναι ότι ο ιδιωτικός τομέας παρουσιάζει την μεγαλύτερη υστέρηση έναντι του μέσου όρου της ΕΕ, καθώς οι δαπάνες Ε&Α του αντιπροσωπεύουν μόλις τα 0,55% του ΑΕΠ (έναντι 1,28% κ.μ.ο. στην ΕΕ), ενώ η αντίστοιχη υστέρηση για τις δημόσιες δαπάνες είναι μόλις 0,18 ποσοστιαίας μονάδας (0,57% έναντι 0,75%).
Συνεπώς αν κάποιος πρέπει να αναζητήσει όχι μόνο ευθύνες για την υστέρηση αυτή, αλλά και την ανάγκη μεγέθυνσης των επενδύσεων Έρευνας & Ανάπτυξης (Ε&Α) , θα πρέπει να στραφεί στον ιδιωτικό τομέα της χώρας. Θα πρέπει, επομένως, να αναζητηθούν τα αίτια για τη συγκεκριμένη υστέρηση και μετά από συστηματική έρευνα να διερευνηθούν οι δυνατότητες αύξησής τους.
Επιπλέον, τα πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι παρά την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας ευκαιρίας, το μοντέλο ανάπτυξης των νέων επιχειρήσεων παρουσιάζει προβλήματα καθώς χαρακτηρίζεται από χαμηλή καινοτομία και χρήση καθιερωμένων τεχνολογιών.
Σύμφωνα πάντα με την αναφερόμενη έκθεση, στην πλευρά των εισροών καινοτομίας, (δηλαδή, τους παράγοντες που διαμορφώνουν το περιβάλλον ανάπτυξης της καινοτομικής δραστηριότητας : Θεσμικό περιβάλλον, Ανθρώπινο κεφάλαιο, Υποδομές, Χρηματοδότηση και Ποιότητα αγοράς) αλλά και στις Εκροές Καινοτομίας (δηλαδή, την ποσότητα και ποιότητα του παραγόμενου αποτελέσματος της καινοτομικής δραστηριότητας : Επιχειρηματικό αποτέλεσμα, Ακαδημαϊκό αποτέλεσμα, Ψηφιακή διείσδυση, Οικονομική συνεισφορά ), η Ελλάδα υστερεί σε όλες τις παραμέτρους έναντι της ΕΕ (από 20% ως 45%), και επιπλέον υστερεί σχεδόν σε όλες τις παραμέτρους έναντι του βαλκανικού μέσου όρου.
Όπως ήταν αναμενόμενο το συγκριτικό πλεονέκτημα της Ελλάδας είναι το Ανθρώπινο δυναμικό. Το υφιστάμενο brain drain, λόγω των μνημονιακών πολιτικών, στην ουσία στερεί από την ελληνική οικονομία το κύριο συγκριτικό της πλεονέκτημα!!!
Από την άλλη πλευρά, τα αδύναμα σημεία της Ελλάδας φαίνεται να είναι το Θεσμικό περιβάλλον (τόσο σε πολιτική όσο και σε νομική διάσταση) και οι Πηγές χρηματοδότησης (κυρίως λόγω ρηχής χρηματιστηριακής αγοράς και χαμηλής διαθεσιμότητας καινοτόμων κεφαλαίων).
Επιπλέον, οι τομείς των Υποδομών (ψηφιακών και μη) και του Περιβάλλοντος αγοράς παρουσιάζουν επίσης υστερήσεις έναντι του ευρωπαϊκού αλλά και του βαλκανικού μέσου όρου.

ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΝΕΑ ΣΕΛΙΔΑ ΚΥΡΙΑΚΗ 02 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2020