Με αφορμή την εκλογή της νέας προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής

 

Η μέχρι σήμερα πορεία προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση πραγματοποιήθηκε χωρίς ποτέ να
αντιμετωπισθούν οι θεμελιώδεις αντιθέσεις στο εσωτερικό της ΕΕ. Θεμελιώδεις και πάγιες αντιθέσεις , όχι απλές αποκλίσεις θέσεων , ποικιλία απόψεων ή έστω ιδεολογικές συγκρούσεις.
Τις αντιθέσεις αυτές οι ευρωπαϊκές πολιτικές ελίτ με την μέχρι σήμερα ακολουθούμενη διαδικασία για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση δεν θέλησαν να αντιμετωπίσουν. Παραμερίστηκαν με επιμέλεια, κρύφτηκαν κάτω από το χαλί. Η προώθηση της ολοκλήρωσης ουσιαστικά στηρίχθηκε σε «μη-λύση» των βασικών προβλημάτων. Αυτή η λογική της ολοκλήρωσης ήταν απολύτως σύμφωνη με τη «μέθοδο Μονέ»  η οποία στηρίζεται ως γνωστό ,στην αλληλουχία κρίσεων.
 Με τα ίδια τα λόγια του Μονέ  «Η Ευρώπη θα συντίθεται μέσω κρίσεων και δεν θα είναι παρά το άθροισμα των λύσεων που η ίδια θα φέρει στις λύσεις αυτές» Η κρίση αποτέλεσε πάντοτε ανάγκη γιατί μόνο έτσι η λύση , ο τελικός συμβιβασμός επεκτεινόταν και σε άλλους τομείς , διευρύνοντας το φάσμα των τομέων της από κοινού δράσης , βαθαίνοντας την ολοκλήρωση.
Οι ευρωπαϊκές πολιτικές ελίτ αντελήφθησαν εγκαίρως ότι η επέκταση της ενοποίησης σε χώρους που παράγουν σύγκρουση και όχι συναίνεση , εκεί δηλαδή όπου διακυβεύεται η ίδια η αυτονομία των κρατών , όπως στους χώρους της «υψηλής πολιτικής» θα υπονόμευε την επιχειρησιακή ικανότητα της υπερεθνικής μεθόδου να ορίσει το κοινό συμφέρον και να το αναδείξει μέσα από συντονισμένες μορφές συλλογικής δράσης. Είναι γνωστό και ιστορικά επιβεβαιωμένο ότι σαε χώρους εξαιρετικής σημασίας για το εθνικό συμφέρον , τα έθνη προτιμούν τη βεβαιότητα ή την αυτοελεγχόμενη αβεβαιότητα της εθνικής αυτάρκειας έναντι μιας ανεξέλεγκτης αβεβαιότητας.
Αποτέλεσμα αυτής της νεολειτουργικής λογικής ήταν και η διαμόρφωση των ευρωπαϊκών θεσμών κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο με προεξάρχουσα την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Σε πλήρη αντίθεση με όσα ανέφερε ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Jean Claude Juncker κατά τον εορτασμό της 60ης επετείου από την ίδρυση της ΕΟΚ (Μάρτιος του 1957) European integration was always a project created by the people, for the people“, η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση υπήρξε προϊόν μιας συνωμοσίας των πολιτικών ελίτ.
Η αδυναμία άρνησης αυτής της πραγματικότητας είναι τόσο προφανής που δεν χρειάζεται ούτε στοιχειώδη επιχειρηματολογία προς επιβεβαίωση
.  Η πραγματικότητα αποκαλύπτει περίτρανα την
αλήθεια για την βούληση που κινεί τα νήματα της δημιουργίας της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Ένας ακόμη κρίκος σε αυτή την αλυσίδα των απαράδεκτων συμπεριφορών αφορά στην επιλογή και τη διαδικασία ανάδειξης της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στην προεδρία της Κομισιόν. Οι ευρωπαϊκοί λαοί παρά την υποτιθέμενη κυριαρχία τους έχουν τεθεί στις ελληνικές καλένδες. Τι κέρδισαν οι ψηφοφόροι που προσήλθαν στις κάλπες των ευρωεκλογών του περασμένου Μαΐου; Πώς μεταφράζεται πρακτικά
αυτό; Πώς αντικατοπτρίζονται οι πολιτικές προτιμήσεις τους στα πρόσωπα και στους μηχανισμούς διακυβέρνησης της Ευρώπης; Τελικά για τις τύχες των 500 εκατομμυρίων κατοίκων της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφάσισαν η Μέρκελ και ο Μακρόν, και οι υπόλοιποι ηγέτες των χωρών της ΕΕ σύρθηκαν σε συμφωνία. Η προτίμηση που εκφράστηκε αποκλειστικά σχεδόν από το δίδυμο Μέρκελ – Μακρόν για τη νέα πρόεδρο της Κομισιόν, καθώς και η οριακή πλειοψηφία με την οποία έγινε αποδεκτή από το
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο έτσι κι αλλιώς τη φορά αυτή δεν ήταν ο πρωταγωνιστής των εξελίξεων, θέτουν επί τάπητος για ακόμη μια φορά, πολύ οξυμένα πλέον, το ζήτημα σχετικά με το έλλειμμα δημοκρατίας που εμφανίζει διαχρονικά  η διακυβέρνηση της Ευρώπης.
Υπήρξε εποχή κατά την οποία εκείνο που θεωρούνταν απειλή για την κοινωνική τάξη και τις εκπολιτιστικές παραδόσεις του δυτικού πολιτισμού ήταν η «εξέγερση των μαζών». Στις μέρες μας όμως, φαίνεται πως η πρωταρχική απειλή δεν προέρχεται από τις μάζες αλλά από εκείνους που βρίσκονται στην κορυφή της πυραμίδας. Βαθιά ριζωμένες στην πλανητική οικονομία και τις εξεζητημένες τεχνολογίες της, πολιτιστικά φιλελεύθερες , δηλαδή «μοντέρνες», «ανοιχτόμυαλες», θα λέγαμε «αριστερές», οι νέες ελίτ του αναπτυγμένου καπιταλισμού- αυτές που ελέγχουν τις διεθνείς ροές του χρήματος και της πληροφορίας- στον βαθμό που η εξουσία τους ενισχύεται και παγκοσμιοποιείται,
εκδηλώνουν μια αυξανόμενη περιφρόνηση για τις αξίες και τις αρετές που, κάποτε, θεμελίωναν το δημοκρατικό ιδεώδες. Έγκλειστες μέσα στα πολλαπλά τους «δίκτυα» , στους κόλπους των οποίων ζουν μονίμως «νομαδικά», βιώνουν τον εγκλεισμό τους , μέσα στον ανθρώπινα συρρικνωμένο κόσμο της Οικονομίας, σαν μια ευγενή, «κοσμοπολίτικη» περιπέτεια, ενώ καθημερινά, γίνεται όλο και πιο έκδηλη
η δραματική ανικανότητά τους να κατανοήσουν αυτούς που δεν τους μοιάζουν: και πρώτα απ’ όλους τους καθημερινούς ανθρώπους της ίδιας της χώρας τους.
Ο κοσμοπολιτισμός δεν είναι παρά η αποβολή όλων εκείνων των στοιχείων που κάνουν κάποιον να είναι όσο το δυνατόν πιο ανθρώπινος, όσο το δυνατόν ο εαυτός του.