Η πραγματικότητα της βαρβαρότητας.

 

Η γνωστή ρήση
της Ρόζας Λούξεμπουργκ, «σοσιαλισμός ή
βαρβαρότητα»,
που τόσο εύκολα χρησιμοποιείται από τον καθένα  για την κατάδειξη  δήθεν μιας ιστορικής νομοτέλειας (στην
ιστορία δεν υπάρχουν νομοτέλειες), αλλά και προς επίρρωση των πολιτικών και
ιδεολογικών απόψεών του,(συνηθισμένο φαινόμενο στην απατηλή εποχή της μετανεωτερικότητας
όπου όλοι έχουν απόψεις επί παντός επιστητού) αντανακλά μια συγκεκριμένη
ιστορική πραγματικότητα και όχι μια διαχρονικά εμμενή κατάσταση. Αρκετοί ακόμη  θέλουν να ελπίζουν ότι εμπεριέχει το στοιχείο
της διαχρονικότητας. Όμως τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότερο γίνεται
κατανοητό , λόγω των κοινωνικών διεργασιών,  ότι εμπεριέχει το στοιχείο της συγχρονίας:
δηλαδή, το «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα» αφορούσε τις δεκαετίες 1910–1920 και ήδη
η ανθρωπότητα, χάνοντας την ιστορική ευκαιρία ενός σοσιαλιστικού
μετασχηματισμού, έχει εισέλθει σε μια εποχή αναπαραγόμενης καπιταλιστικής
βαρβαρότητας, η οποία θα την οδηγήσει σε απρόβλεπτους κοινωνικούς
μετασχηματισμούς. Η βαρβαρότητα έχει εγκατασταθεί παντού !!!
Ο καπιταλισμός
ως παγκόσμιο σύστημα βρίσκεται σε μια συνεχή μετεξέλιξη – που διαρκεί εδώ και
πολλές δεκαετίες – και η οποία δεν γνωρίζουμε που θα καταλήξει, ούτε καν αν θα  γεννήσει τους όρους της αντικατάστασής του
μέσω των εσωτερικών του αντιφάσεων όπως ισχυρίζονται οι μαρξιστές.
Τουλάχιστον μέχρι
σήμερα, παρά τις συνεχείς και αλλεπάλληλες κρίσεις του, εκείνο που παρατηρούμε
να διαλύεται (ίσως και να διαλύθηκε ήδη) είναι ο φορέας που θα επικαθόριζε  την αλλαγή προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση
που υποδείκνυε η μαρξιστική τελεολογία.
Και εδώ η σκέψη της
Ρόζας Λούξεμπουργκ βοηθά στην ερμηνεία της σημερινής πραγματικότητας (Η συσσώρευση του κεφαλαίου ,1913). Απ’
την στιγμή που ο καπιταλισμός εδραιώνεται σε ολόκληρη την εθνική επικράτεια, οι
καπιταλιστές υποχρεώνονται να στραφούν σ’ άλλα μέρη της υδρογείου, στις χώρες
που ακόμα δεν έχουν ολοκληρωθεί καπιταλιστικά, για να τις τραβήξουν μέσα στην
διαδικασία της συσσώρευσης του κεφαλαίου, η οποία, κατά κάποιον τρόπο, τρέφεται
με όλα όσα βρίσκονται εκτός της. Μ’ άλλα λόγια, η «πρωταρχική συσσώρευση του
κεφαλαίου» του Μαρξ δεν ήταν, όπως το προπατορικό αμάρτημα, κάτι που συνέβη
άπαξ, μια και μοναδική πράξη απαλλοτρίωσης που διέπραξε η γεννώμενη αστική
τάξη, η οποία ξεκίνησε μια διαδικασία συσσώρευσης που θ’ ακολουθούσε κατόπιν
«με σιδηρά αναγκαιότητα» τον εγγενή της νόμο μέχρι τελικής κατάρρευσης.
Απεναντίας, η απαλλοτρίωση έπρεπε να επαναλαμβάνεται κάθε τόσο, για να διατηρεί
σε λειτουργία το σύστημα. Άρα ο καπιταλισμός δεν είναι ένα κλειστό σύστημα, που
γεννούσε τις αντιφάσεις του και «εγκυμονούσε την επανάσταση». Τρεφόταν από
εξωτερικούς παράγοντες και η  αυτόματη
κατάρρευσή του θα ερχόταν, αν ερχόταν, μόνον αφού πρώτα είχε κατακτηθεί και
καταβροχθιστεί ολόκληρη η υδρόγειος!!!
Η περιγραφή
αυτή, για τους γνωρίζοντες, είναι ουσιαστικά μη μαρξιστική. Αντιβαίνει προς το
καθαυτό θεμέλιο της μαρξιστικής και εγελιανής διαλεκτικής, που υποστηρίζει ότι
κάθε θέση οφείλει να δημιουργεί την αντίθεσή της- η αστική κοινωνία δημιουργεί
το προλεταριάτο- έτσι ώστε η κίνηση της όλης διαδικασίας να συνδέεται με τον
αρχικό παράγοντα που την προκάλεσε.
Εγκαταλείποντας
τους προβληματισμούς της Ρόζας Λούξεμπουργκ, στη σημερινή συγκυρία θα πρέπει να
σημειώσουμε ότι :
Οι γεωπολιτικές
ανακατατάξεις και ο νέος συγκρουσιακός μερκαντιλισμός θα καθορίσουν τόσο την
εξέλιξη των εθνικών κρατών όσο και την επιβίωση όλων των γνωστών μορφών
κοινωνικών κινημάτων, συμπεριλαμβανομένων και των λεγόμενων αντισυστημικών.
Θεωρώ ότι θα είναι εξαιρετικά δύσκολο από το χώρο των αντισυστημικών κινημάτων
να αναπτυχθεί μια στρατηγική που να αφορά την παγκόσμια εξέλιξη και αλλαγή του
ιστορικού καπιταλισμού.
Παράλληλα θα
πρέπει να πούμε ότι τα αντισυστημικά κινήματα, τα διεκδικητικά κινήματα και τα
κινήματα γενικότερων συμφερόντων συνυπήρξαν, συνυπάρχουν και θα συνυπάρχουν με
το σοσιαλδημοκρατικό κίνημα. Η σοσιαλδημοκρατία έχει τη δυνατότητα να
διεμβολίσει τόσο τα διεκδικητικά κινήματα όσο και μέρος των κινημάτων
γενικότερων συμφερόντων, αλλά και να ηγεμονεύσει σε αυτά. Η σοσιαλδημοκρατική
άποψη θα αντιπροσωπεύει πάντα τη δυνατότητα άμεσης ικανοποίησης λαϊκών διεκδικήσεων
–πάντοτε μέσα στα όρια αναπαραγωγής του καπιταλισμού και όχι σε αντιπαράθεση με
τα συμφέροντα των κυρίαρχων τάξεων– έναντι της μακροχρόνιας και πολυεπίπεδης
στοχοθέτησης των αντισυστημικών κινημάτων.
Προσοχή όμως, ομιλούμε για την
σοσιαλδημοκρατική άποψη και όχι για τα σύγχρονα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα
.
Διότι, η σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία, χάρη στους παραδοσιακούς δεσμούς της με τον
εργατικό κόσμο και τα μεσαία στρώματα, που την καθιστούσαν αξιόπιστο συνομιλητή
τους, έφερε σε πέρας μέσα σε μια εικοσαετία, με ιδιαίτερη αποτελεσματικότητα και
δίχως επώδυνους κραδασμούς, το έργο της υστεροκαπιταλιστικής αναδιάρθρωσης,
δηλαδή της κατάλυσης κοινωνικών και εργασιακών δικαιωμάτων ενός αιώνα. Στην
Ευρώπη, ιδιαίτερα, οι σοσιαλιστές πρωτοστάτησαν προγραμματικά στην εμπέδωση και
στην εξάπλωση της νεοφιλελεύθερης πολιτικής (Κ.
Μελάς,
Ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία : από την Πολιτική
στη Νεοφιλελεύθερη διαχείριση. (
Monthly Review
Μάρτιος 2007), του «μονόδρομου» της «ενιαίας σκέψης» και της
αύξησης των ανισοτήτων. Η οικονομική τους πολιτική ταυτίστηκε πλήρως με τις
απόψεις της νεοκλασικής σχολής που ουσιαστικά στόχευσε στην επινομή πόρων στα
επιχειρηματικά συμφέροντα και στην περιστολή των δημοσίων δαπανών εις βάρος των
οικονομικά ασθενέστερων στρωμάτων(Κ.
Μελάς,
 
Η «φιλοσοφία» της οικονομικής
πολιτικής των «ευρωπαϊκών σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων» διαφέρει  από τη νεοκλασική προσέγγιση;
(Monthly
Review
,Μάιος 2007).