Περί του ρόλου των οίκων αξιολόγησης.

Αντί να θεωρητικολογούμε σχετικά με το ρόλο των
οίκων αξιολόγησης θεωρώ ότι είναι σοφότερο να περιοριστούμε σε μια (από τις
πολλές που μπορούν να αναφερθούν) συγκεκριμένες περιπτώσεις στις οποίες ο ρόλος
των ήταν απολύτως αρνητικός και υπονομευτικός, με το αζημίωτο βεβαίως .
Πρόκειται για το ρόλο τους στην πρόσφατη κρίση των subprimes δανείων
στις ΗΠΑ το 2007, που ως γνωστόν πυροδότησαν την παγκόσμια χρηματοπιστωτική και
οικονομική κρίση[1].  
Οι εταιρίες πιστοληπτικής αξιολόγησης είναι αυτές
που έδωσαν τις συστάσεις  για αγορά
χρεογράφων που βασίζονταν σε υψηλού κινδύνου ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια. Με
βάση τις συγκεκριμένες αξιολογήσεις, οι επενδυτές προχωρούσαν στην αγορά των
συγκεκριμένων χρεογράφων και το αποτέλεσμα ήταν η άνθηση της αγοράς κατοικίας.
Οι συγκεκριμένες αξιολογήσεις γίνονταν πιστευτές, εξαιτίας των πρακτικών
μείωσης κινδύνου που ακολουθούνταν, όπως τα ασφάλιστρα κινδύνου. Ωστόσο,
υπάρχουν ενδείξεις σχετικά με το ότι η διαδικασία αξιολόγησης όχι μόνον  ήταν ελλιπής αλλά προπαντός ήταν διαβλητή.
Πρακτικά είναι αδύνατον να αποδοθούν σε λάθη όλα τα υπερεκτιμημένα δάνεια και
χρεόγραφα που μπήκαν στην αγορά. Ήταν πέρα για πέρα  μια συννενοημένη απάτη, μεταξύ αυτών που
παρήγαγαν CDO με βάση ενυπόθηκα δάνεια subprime με βαθμολογία 3Β (πρωτεργάτης
εδώ  είναι η Goldan Sachs) τα οποία στη
συνέχεια μετατρεπόταν σε CDO βαθμολογίας 3Α μετά τη βαθμολογία των οίκων
αξιολόγησης (πρωτεργάτες εδώ η Standard and Poor’s και η Moody’s).
Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία οι οίκοι αξιολόγησης έδωσαν βαθμολογία 3Α στο
80,0% των νέων χρεών που δημιουργούνταν από το 2005 μέχρι και το τέλος του
2006.  
Εκτιμώνται σε 3,2 τρις δολάρια  τα δάνεια που χορηγήθηκαν χωρίς σωστή ανάλυση
του πιστωτικού κινδύνου (πχ subprimes δάνεια )   ή χωρίς
καθόλου ανάλυση ( Alt-A δάνεια) την περίοδο μεταξύ 2002-2007. Είναι εύκολα
κατανοητό το γεγονός ότι τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα δεν θα μπορούσαν να
προβούν σε όλες αυτές τις χορηγήσεις χωρίς την άμεση συνεργασία των οίκων
αξιολόγησης. Παράλληλα αυτές οι
αξιολογήσεις στα παραχθέντα χρεόγραφα
(mortgage-backed security (MBS)  ως 3Α , ήταν
αυτές  που επέτρεψαν την έκδοσή τους και
κυρίως την μεταπώλησή τους. Η συγκεκριμένη συμπεριφορά των οίκων
αξιολόγησης  είναι πλέον βέβαιο ότι
ανταμείφθηκε δεόντως και υπερβολικά. Συγκεκριμένα για το έτος 2007 , περίπου τα
μισά έσοδα του γνωστού  οίκου αξιολόγησης
Moody’s , προήλθαν από τέτοιου είδους αξιολογήσεις. Γενικά οι οίκοι αξιολόγησης
κέρδισαν ως και τρεις φορές περισσότερο από τέτοιου είδους αξιολογήσεις παρά
από την αξιολόγηση των εταιρικών χρεογράφων που αποτελούσε την κύρια ενασχόλησή
τους. Ο συναγωνισμός μεταξύ των οίκων αξιολόγησης για μεγαλύτερα κέρδη ήταν
καθοριστικός στο να βαθμολογούν ευνοϊκότερα τέτοιου είδους δάνεια και χρεόγραφα
όπως τα subprime και τα MBS. [2]
Μετά το ξέσπασμα της κρίσης  επήλθε  μεγάλη αλλαγή στην αξιολόγηση των συγκεκριμένων
χρηματοπιστωτικών προϊόντων. Μεταξύ Q3 2007 and Q2 2008 οι συγκεκριμένοι οίκοι
υποβάθμισαν MBS αξίας περίπου 1,9 τρις δολαρίων. Μόλις τον Μάιο του 2006 η  Standard and Poor’s ανακοίνωσε ότι θα άλλαζε το υπόδειγμα
αξιολόγησης από την 1η
Ιούλιο του 2006 προς το αυστηρότερο. Βεβαίως αυτό ελάχιστα συνέβαλε στη
σωστή αξιολόγηση των ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων και των ομολόγων CDO.
Υπήρχαν όμως και πλευρές της εργασίας των οίκων αξιολόγησης που θα μπορούσε
κανείς να υποθέσει ότι χειραγωγήθηκαν κατά τρόπο εξωφρενικό από τις επενδυτικές
τράπεζες .Συγκεκριμένα αναφερόμαστε στα υποδείγματα αξιολόγησης των επιμέρους
στεγαστικών δανείων αλλά και των πακέτων δανείων .Ο τρόπος που λειτουργούσαν τα
υποδείγματα ήταν μυστικός. Επομένως σύμφωνα με τους οίκους αξιολόγησης δεν
μπορούσαν να βρεθούν σε καθεστώς χειραγώγησης. «Αλλά όλοι στη Wall Street ήξεραν
ότι οι άνθρωποι που χειρίζονται τα υποδείγματα προσφέρονται για εκμετάλλευση.
Όποιος δεν μπορεί να βρει δουλειά στη
Wall Street βρίσκει δουλειά στη Moody’s…»[3].
Τα χρησιμοποιούμενα υποδείγματα , τα γνωστά credit scored[4],
είναι γνωστό ότι έχουν πολλές αδυναμίες λόγω του τρόπου που είναι
κατασκευασμένα για να λειτουργούν. Όλα τα υποδείγματα τέτοιου τύπου έχουν
κάποιες αδυναμίες. Οι επενδυτικές τράπεζες της Wall Street απασχολούσαν κόσμο
που αποκλειστική δουλειά του ήταν να μηχανεύεται μεθόδους χειραγώγησης των
υποδειγμάτων που χρησιμοποιούσαν οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης.[5] 

 


[1] Για
όλα αυτά δες: Κ. Μελάς, Οι Σύγχρονες Κρίσεις του Παγκόσμιου Χρηματοπιστωτικού
Συστήματος (1974-2008), Εκδόσεις ΑΑ. Λιβάνη 2011.

[2] Είναι χαρακτηριστική η φράση που αφορά στον τρόπο που
λειτουργούν οι οίκοι αξιολόγησης: ” Είναι δύσκολο να κάνεις έναν άνθρωπο
να καταλάβει όταν η δουλειά του εξαρτάται από το να μην καταλαβαίνει».

[3] Lewis M, Το Μεγάλο Σορτάρισμα.
Παπαδόπουλος 2010, σ.142.
[4] Ένα
από τα πλέον γνωστά είναι το υπόδειγμα Fair Isaac CorporationFICO το οποίο χρησιμοποιείται στις αμερικανικές τράπεζες από τη
δεκαετία του 1950.
[5] «Ο Έϊσμαν
δεν ήξερε πως ακριβώς είχαν χειραγωγηθεί οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης.
Έπρεπε να μάθει….Σ’ ένα δωματιάκι στο ξενοδοχείο RitzCarlton του Ορλάντο συναντήθηκαν τότε με
τη Moodys, όσο και με την S&P. …..η κυρία από τη Moodys,ήταν απροσδόκητα ειλικρινής. Τους είπε , λόγου χάρη, πως αν και
ήταν αρμόδια για την αξιολόγηση των subprime ενυπόθηκων ομολόγων, οι
προϊστάμενοί της δεν της επέτρεπαν να υποβαθμίζει έτσι απλά όσα θεωρούσε ότι
τους άξιζε να υποβαθμιστούν. Υπέβαλλε στους ανωτέρους της μια λίστα με τα
ομόλογα που ήθελε να υποβαθμίσει, κι έπαιρνε πίσω μια λίστα με τα ομόλογα που
επιτρεπόταν να υποβαθμίσει…». Lewis M, Το
Μεγάλο Σορτάρισμα. Παπαδόπουλος 2010, σ.147.