Δημοσιονομικά μεγέθη : τι προβλέπεται για το 2017 και ποιες οι προοπτικές και οι κίνδυνοι για το 2018.

 

Σύμφωνα
με τα υπάρχοντα στοιχεία του οκταμήνου του 2017 και τις προβλέψεις που περιλαμβάνονται στο σχέδιο
προϋπολογισμού του 2018 η
 υπέρβαση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα το  2017, είναι σχεδόν βέβαιη.
Ας δούμε από πού θα προκύψει αυτό το αποτέλεσμα.
Έσοδα.
Τα καθαρά έσοδα του Τακτικού Προϋπολογισμού (σε ταμειακή βάση), μετά τη μείωση των επιστροφών
φόρων, εκτιμάται ότι θα διαμορφωθούν στα 49.804 εκατ. ευρώ παρουσιάζοντας απόκλιση κατά 1.860 εκατ. ευρώ ή 3,6% έναντι του στόχου του ΜΠΔΣ 2018-2021. Η απόκλιση αυτή οφείλεται κυρίως:
στις αυξημένες επιστροφές φόρων, οι οποίες αναμένεται να διαμορφωθούν σε 4.686 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας
αύξηση κατά 1.362 εκατ. ευρώ έναντι του στόχου.

– στη μείωση κατά 945 εκατ. ευρώ στο Φόρο Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων (ΦΕΦΠ),

– στη μετακύλιση της τελευταίας δόσης του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝΦΙΑ), του έτους 2017, εκτιμώμενου ποσού 325 εκατ. ευρώ, στον Ιανουάριο του 2018.
Ωστόσο, λόγω της εκτιμώμενης υπέρβασης άλλων κατηγοριών εσόδων έναντι του στόχου, ύψους 772
εκατ. ευρώ (σε ταμειακή βάση), η παραπάνω απόκλιση περιορίζεται στα 1.860 εκατ ευρώ.
Η μείωση των εσόδων από φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων αντανακλά δύο παράγοντες:
Πρώτον, το γεγονός ότι τα φυσικά πρόσωπα φαίνεται ότι αδυνατούν να αποπληρώσουν τις αυξημένες φορολογικές τους υποχρεώσεις καθώς η φοροδοτική ικανότητά τους έχει περιορισθεί σημαντικά. Τούτο αντικατοπτρίζεται
στην εξέλιξη των ληξιπρόθεσμων οφειλών των ιδιωτών, οι οποίες αυξάνονται συνεχώς, είτε πρόκειται για χρέη προς το Δημόσιο (κυρίως οφειλές προς την εφορία) είτε για χρέη προς επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας.
Ειδικότερα, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των ιδιωτών (νοικοκυριών και επιχειρήσεων) προς το Δημόσιο ανήλθαν στα € 95,3 δισ. το 2016, έναντι € 87,5 δισ. το 2015 ενώ το πρώτο επτάμηνο του 2017 αυξηθήκαν περαιτέρω και διαμορφώθηκαν σωρευτικά τον Ιούλιο σε €97,4 δισ.
Επίσης , παρατηρείται μείωση Των παλαιών ληξιπρόθεσμων οφειλών  από τον Ιανουάριο έως τον Ιούλιο του 2017 κατά €1,9 δισ., εξέλιξη που συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με την εντατικοποίηση των ελέγχων που είχε ως αποτέλεσμα την
εξόφληση φορολογικών υποχρεώσεων παρελθόντων ετών. Από την άλλη πλευρά, φαίνεται πως η αδυναμία στη φοροδοτική ικανότητα οδηγεί σε αύξηση των νέων οφειλών εντός του έτους, από €1,6 δισ. τον Ιανουάριο σε €7,5 δισ. τον Ιούλιο,
διαμορφώνοντας εν τέλει τις υποχρεώσεις των ιδιωτών προς το Δημόσιο, στο σύνολό τους, σε νέο υψηλότερο επίπεδο.
Επίσης,  το ποσοστό των ατόμων στο σύνολο του πληθυσμού που αδυνατούν να πληρώσουν εγκαίρως τις
οικονομικές υποχρεώσεις τους προς τις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας αυξήθηκε σημαντικά, την περίοδο της οικονομικής κρίσεως, από 15,7% το 2007 σε 42,2% το 2016. Το αντίστοιχο ποσοστό που αφορά τον μέσο όρο των χωρών της Ευρωζώνης
παραμένει σχετικά σταθερό και το 2015 (τελευταία διαθέσιμα στοιχεία ) ανήλθε σε 8,4%.
Δεύτερον, τη μείωση των δηλωθέντων εισοδημάτων των ελευθέρων επαγγελματιών το 2016 έναντι του 2015, που μπορεί να είναι είτε συγκυριακή (μειωμένα εισοδήματα δικηγόρων λόγω της πολύμηνης αποχής τους), είτε τεχνητής φύσεως (μεταφορά δραστηριοτήτων σε νομικά πρόσωπα ή μετατροπή της σχέσεως από ελεύθερο επάγγελμα σε μισθωτή εργασία εξαιτίας της αυξήσεως των φορολογικών συντελεστών) είτε συνδεόμενη με μετακινήσεις σε  δραστηριότητες που ενέχουν υψηλή φοροδιαφυγή. Το τελευταίο έχει ιδιαίτερη σημασία διότι  τα κέρδη στη μάχη εναντίον της φοροδιαφυγής μέσω της διευρύνσεως των ηλεκτρονικών συναλλαγών είναι πολύ πιθανό να αντισταθμισθούν από την αύξηση της παραοικονομίας που προσφέρουν οι αυξημένοι φορολογικοί συντελεστές και ασφαλιστικές εισφορές. Επιβεβαιώνεται εκ νέου ότι η υψηλή φορολογία αποτελεί κίνητρο για φοροδιαφυγή.
Δαπάνες.
Στο σκέλος των δαπανών, οι πρωτογενείς δαπάνες  σύμφωνα με το Προσχέδιο του Προϋπολογισμού 2018, για το 2017 (43,601 δις ευρώ) σε σχέση με το 2016 ( 47,919 δις ευρώ) θα είναι σημαντικά μειωμένες κατά 4,318 δις ευρώ (Πίνακας1). Αυτό επιβεβαιώνεται από την μείωσή τους στο πρώτο οκτάμηνο του 2017 κατά €1,45 δισ., σε ετήσια βάση. Το κονδύλι που αντιστοιχεί σε μισθούς και συντάξεις  θα υποστεί τη μεγαλύτερη μείωση : 5,672 δις ευρώ.
Τέλος, όσον αφορά στις δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (Π.Δ.Ε.), το ύψος τους εκτιμάται ότι θα
ανέλθει σε € 6,75 δισ. το 2017, έναντι € 6,23 δισ. το 2016. Οι δαπάνες ΠΔΕ, με βάση το Προσχέδιο του Προϋπολογισμού 2018, θα διαμορφωθούν στο ύψος που προέβλεπε και το ΜΠΔΣ 2018-2021.
Οι προοπτικές για το 2018.
 Η επίτευξη, ωστόσο, του στόχου για το 2018 δεν θα είναι εύκολη. Ο κυριότερος λόγος σχετίζεται με την ίδια τη φύση της
πλεονασματικής θέσεως του 2016 και 2017. Η τελευταία στηρίχθηκε σε κάποιο βαθμό στην επίδραση ορισμένων συγκυριακών και όχι μόνιμων στοιχείων.
Πρώτον, στο πλεόνασμα του 2017 συνέβαλαν ορισμένα έκτακτα εφάπαξ μέτρα που ακολούθησαν τις παρεμβάσεις στο
ασφαλιστικό και το φορολογικό σύστημα (όπως τα αυξημένα έσοδα από ασφαλιστικές εισφορές που οφείλονται περισσότερο στη διπλή καταβολή εισφορών από ασφαλισμένους ορισμένων ταμείων παρά στην αύξηση της απασχολήσεως καθώς και τα
έσοδα από τον αυξημένο συντελεστή προκαταβολής για ομόρρυθμες εταιρίες και αυτοαπασχολούμενους).
Δεύτερον, το 2017 ενισχύθηκε έτι περαιτέρω το φαινόμενο της καθυστερήσεως της απονομής συντάξεων, εξέλιξη
που ενδέχεται να επιβαρύνει τους προϋπολογισμούς των επόμενων ετών.
Παράλληλα, με βάση το ίδιο το Σχέδιο Προϋπολογισμού 2018, διαπιστώνεται  στασιμότητα στην είσπραξη εσόδων από άμεσους φόρους το 2017 και 2018, παρά την αύξηση των φορολογικών συντελεστών.
Επίσης προβλέπεται μεγάλη αύξηση του θετικού ισοζυγίου των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης (ΟΚΑ) (2018: 1,516 δις
ευρώ, 2017: 0,378 δις ευρώ).Για το 2018 απορροφά πλήρως την υστέρηση έναντι των μεγεθών του ΜΠΔΣ 2018 για τα έσοδα από άμεσους φόρους. Το ζήτημα είναι ότι με τα μέχρι τώρα στοιχεία δεν υπάρχει επίσημη τοποθέτηση αν αυτό το αποτέλεσμα
προέρχεται από τη μεριά των εσόδων (δηλαδή από νέες εισφορές) ή από τη μεριά των δαπανών (μείωση συντάξεων , κάτι που είναι μάλλον το προφανές).
Ακόμη για το 2018 προϋπολογίζεται  μια φιλόδοξη και μεγάλου μεγέθους περικοπή λειτουργικών δαπανών σε επίπεδο κεντρικής κυβέρνησης η οποία συνοδεύεται και από μια εθνικολογιστική προσαρμογή εξοικονόμησης δαπανών από
φορείς της γενικής κυβέρνησης που θα χρηματοδοτήσει κοινωνικές δαπάνες, και που προϋπολογίζεται ότι θα υπεραντισταθμίσει την αύξηση των δαπανών μισθοδοσίας του κράτους. Σε σχέση με το 2017 η μισθοδοσία της κεντρικής κυβέρνησης θα είναι αυξημένη σε €12,63 δισ. έναντι €12,37 δισ., δηλαδή κατά €340 εκατ. περίπου, ενώ οι λειτουργικές δαπάνες της κεντρικής κυβέρνησης υπολογίζεται ότι θα μειωθούν σημαντικά από 6,1 δισ. που είναι η εκτίμηση υλοποίησης το 2017 σε €5,24 δισ. για το 2018.
Οι εκτιμήσεις για την πορεία της οικονομίας και των εσόδων παραμένουν σε αυτό το στάδιο ακόμα εξαιρετικά
αβέβαιες, καθώς υπάρχουν καταγεγραμμένοι κίνδυνοι στην επίτευξη των στόχων, ειδικά σε ό,τι αφορά τα έσοδα από άμεσους φόρους, αλλά από την άλλη, είναι εφικτό και πιθανό τους επόμενους μήνες, οι εξελίξεις να υπερβούν αυτούς τους
κινδύνους.
Πίνακας 1
Ισοζύγιο Γενικής Κυβέρνησης
Πηγή: Προσχέδιο Προϋπολογισμού
2018.