Η σύγκρουση για τα πρόσωπα αφορούν την πολιτική των τραπεζών Συνέντευξη με τον Κώστα Μελά


Παρακολουθούμε τη σκληρή διαπάλη για τα πρόσωπα που θα διοικήσουν τις
τράπεζες, αλλά δεν γνωρίζουμε τι διαφωνία υπάρχει για την πολιτική που θα
ακολουθηθεί.
Οι διαφωνίες για την πολιτική
αντανακλώνται στα πρόσωπα. Είναι σαφές αυτό. Τα πρόσωπα που θα πάρουν θέσεις
ευθύνης θα επιλεγούν με τρόπο και κριτήρια, τα οποία δεν είναι κατά βάση
τεχνοκρατικά, παρ’ ότι ως τέτοια εμφανίζονται. Θα  εκφράσουν, ή εκφράζουν ήδη, συγκεκριμένες
πολιτικές στον χώρο των τραπεζών. Θέλω να πω ότι όλοι οι ξένοι που έχουν
τοποθετηθεί στα Διοικητικά Συμβούλια (ΔΣ) έχουν μια στενή τεχνοκρατική αντίληψη
για το πώς πρέπει να λειτουργούν τα τραπεζικά ιδρύματα στην Ελλάδα. Οι απόψεις
τους, ασφαλώς συναντώνται με απόψεις και στο εσωτερικό. Ταυτόχρονα, υπάρχει μια
προσπάθεια, η οποία εκκινεί από το έδαφος ελληνικών συμφερόντων, να
τοποθετηθούν, όσο το δυνατό, άνθρωποι οι οποίοι γνωρίζουν την εδώ
πραγματικότητα και εν πάση περιπτώσει έχουν μια αντίληψη για το πώς, με βάση
τις γενικότερες αρχές, τα τραπεζικά ιδρύματα μπορούν να λειτουργήσουν προς
όφελος της ελληνικής οικονομίας. Εδώ είναι η βασική αντίθεση και διαμάχη.
Η Τράπεζα της Ελλάδος πού τοποθετείται;
 Φαίνεται, ότι προσπαθεί να συμβιβάσει τις δύο πλευρές,
τουλάχιστον σ’ αυτή τη φάση, αλλά έχω την αίσθηση ότι περισσότερο κλείνει, επειδή
είναι και μέλος της ΕΚΤ, προς τις αντιλήψεις που προέρχονται από την ΕΚΤ χωρίς
συγχρόνως να θέλει να συγκρουσθεί ευθέως με την άλλη πλευρά.
 Με τις
αντιλήψεις του βασικού μετόχου, δηλαδή του ελληνικού κράτους; Έχουμε και την
παρέμβαση Δραγασάκη.
Και με του βασικού μετόχου αλλά και
γενικότερα με τις αντιλήψεις των ελληνικών απόψεων, όπως διαμορφώνονται, και εκφράζονται
από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) αλλά και από πρόσωπα. Αυτό
είναι το γενικό πλαίσιο όπου συμβαίνουν όσα βλέπουμε. Υπάρχουν, όμως, και οι
ειδικές περιπτώσεις, πχ, στην Τράπεζα Πειραιώς. Εδώ είναι ξεκάθαρο ότι η
μειοψηφία, του
Polson, επιχειρεί να επιβάλλει την άποψή της στην πλειοψηφία. Γι’
αυτό τόσους μήνες δεν προκύπτει ηγεσία και ΔΣ.
Στην Εθνική Τράπεζα γίνεται μια
προσπάθεια να κρατηθεί, όσο το δυνατό, εντός της ελληνικής πραγματικότητας,
καθώς είναι μια παραδοσιακή τράπεζα. Δεν μπορώ να σου προεξοφλήσω πώς θα
εξελιχθούν τα πράγματα. Πάντως έχουν ξεφύγει, έχουν πάρει το πάνω χέρι οι ξένοι
και στο ΤΧΣ, γενικότερα και στο ΔΣ των τραπεζών. Επομένως θα περάσουμε μια
περίοδο σύγκρουσης. Το ΤΧΣ έχει βάλει έναν αστερίσκο στην εκλογή του κ.
Θωμόπουλου ως Προέδρου της Εθνικής. Κρατάει, δηλαδή, το δικαίωμα ανά πάσα
στιγμή να προχωρήσει σε Γενική Συνέλευση. Ο πρόεδρος, βέβαια, είναι μη
εκτελεστικός, δεν είναι, επομένως, και τόσο σοβαρό να γίνεται τόσος θόρυβος για
τη θέση ενός μη εκτελεστικού στελέχους. Στον τραπεζικό τομέα εξάλλου
επαναλαμβάνονται συνέχεια πενήντα άτομα που ανακυκλώνονται.
Η παρέμβαση του αντιπροέδρου της
κυβέρνησης και αρμοδίου για το χρηματοπιστωτικό σύστημα της χώρας, επιβεβαιώνει
εμμέσως ,πλην σαφώς, ότι υπάρχει διάσταση απόψεων μεταξύ του ΤΧΣ (που κατέχει
το 40,0% των μετοχών του ιδρύματος) και του ΔΣ της ΕΤΕ.  Η υποχώρηση του ΤΧΣ, με την επιφύλαξη
διατήρησης του δικαιώματος να συγκαλέσει τη ΓΣ των μετοχών, κινείται στο
πλαίσιο της μη δημιουργίας κρίσης στη διοίκηση σε μια πολύ κρίσιμη στιγμή για
το ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Την αποτρέπει θεσμικά ή και με πολιτικά μέσα;
 Και θεσμικά και πολιτικά. Διότι προσπαθεί να επιβάλλει
ανθρώπους οι οποίοι θα ακολουθήσουν ορισμένη πολιτική. Οι διοικήσεις θεωρούνται
ένα αποφασιστικό εργαλείο που θα ακολουθήσουν πολιτικές σύμφωνα με το μνημόνιο
και τις προδιαγραφές του
ESM. Για παράδειγμα, η αντίληψή τους για το πώς θα
αντιμετωπισθούν τα κόκκινα δάνεια είναι πολύ σκληρή. Ή για τον τρόπο χορήγησης
των νέων δανείων κτλ.
Δεν έχει καθορισθεί αυτό ή δεν θα καθορισθεί από την τρέχουσα
διαπραγμάτευση;
 Αυτό είναι σωστό αλλά παίζει ρόλο και η
εφαρμογή του, ο τρόπος που θα εφαρμοσθούν οι αποφάσεις.
Στα ρεπορτάζ επανέρχεται, σποραδικά, η πιθανότητα ανάγκης
ανακεφαλαιοποίησης, άρα και ο κίνδυνος από το περιβόητο
bail in.
Αυτή τη στιγμή οι τράπεζες έχουν ένα
μεγάλο πρόβλημα που πρέπει να το λύσουν, τα κόκκινα δάνεια. Η λύση του, όμως,
είναι αναγκαία αλλά δεν αποτελεί και ικανή συνθήκη  να καταστήσει τις τράπεζες βιώσιμες. Για να
συμβεί αυτό θα πρέπει να αρχίσει σιγά – σιγά οι τράπεζες να ξανασυγκεντρώνουν
καταθέσεις και έτσι να παίζουν, πάλι σιγά – σιγά, τον ρόλο τους. Αυτό προϋποθέτει
βέβαια μεγέθυνση του ΑΕΠ.
 Από το
τελευταίο
Eurogroup προέκυψε θετικότερο κλίμα.
Ακολούθησαν και οι δηλώσεις Ράις, πιο χαλαρές, από άλλες φορές. Ποια η εκτίμησή
σου;
 Ας ξεκαθαρίσουμε δυο πράγματα. Το πρώτο είναι πώς πάει
η διαπραγμάτευση και το δεύτερο πώς κινείται η οικονομία, το οποίο βέβαια δεν
είναι ανεξάρτητο από το πρώτο. Ως προς το πρώτο υπάρχει ένας ξεκάθαρος οδικός
χάρτης. Αδιάφορο αν θεωρούμε λιγότερο ή περισσότερο σωστή τη διαπραγμάτευση η
ελληνική κυβέρνηση έχει υποχρέωση να την κλείσει όσο γίνεται πιο γρήγορα. Αν αυτό
συμβεί, σύμφωνα με τον οδικό χάρτη, θα υπάρξει συζήτηση για τα βραχυχρόνια
μέτρα, για το χρέος και από εκεί και πέρα, αν προχωρήσει η συζήτηση, θα δούμε,
πιθανότατα, μια θετική απόφαση της ΕΚΤ ώστε να μπει η ελληνική οικονομία στην
ποσοτική χαλάρωση, μετά τον Μάρτη του 2017. Αν όλα πάνε θετικά. . Με βάση τις δηλώσεις
Ράις , φαίνεται ότι το ΔΝΤ δεν απαιτεί , σε αυτή τη φάση, συνολική διευθέτηση
του χρέους , αλλά έναν οδικό χάρτη με συγκεκριμένα μέτρα για το χρέος , όπως
υποστηρίζει ο
ESM, αλλά παράλληλα επιμένει σε όρους και προϋποθέσεις που θα καταστήσουν
την ελληνική οικονομία ικανή για  να
είναι σε θέση  να ανταπεξέλθει στις
υποχρεώσεις που έχει αναλάβει. Αναφέρω παραδειγματικά τη μείωση των πρωτογενών
πλεονασμάτων αλλά και την επανεξέταση του ασφαλιστικού που δεν το θεωρεί
βιώσιμο.
Και n ελληνική οικονομία πώς κινείται;
 Όσον αφορά τη μεγέθυνση του ΑΕΠ κινείται σύμφωνα με
τις προβλέψεις. Για το 2017 η πρόβλεψη των διεθνών οργανισμών για ανάπτυξη 2,5%
– 3% έχει, νομίζω, αρκετές αβεβαιότητες. Εννοώ ότι από την πλευρά των εσόδων
είναι δύσκολο να εισπράττονται όπως έχουν προϋπολογισθεί από μια κοινωνία η
οποία βλέπει να μειώνεται συνεχώς το διαθέσιμο εισόδημά της. Αφετέρου, δεν
είναι εύκολο να προβλέψει κανένας πώς θα αυξηθεί η ιδιωτική κατανάλωση κατά
1,8%, εφόσον μειώνεται το διαθέσιμο εισόδημα. Επίσης υπάρχει αβεβαιότητα ως
προς το ύψος των επενδύσεων. Κατά τα άλλα δεν περιμένουμε ιδιαίτερες αλλαγές
από την πλευρά των ευρωπαίων.
 Τίθεται,
ιδίως από τ
nν πλευρά της ΝΔ, η πιθανότητα ενός τύπου μνημονίου, το συνδέουν και με το
ΔΝΤ.
Τίθεται με τον εξής απλό τρόπο. Αν
συμμετάσχει το ΔΝΤ από το 2017 και μετά, κατά κάποιο τρόπο το ΔΝΤ θα πρέπει να
υπογράψει μια νέα συμφωνία και με την Ελλάδα. Δεν είναι σίγουρο, αλλά πιθανό.
Ούτε γνωρίζουμε το περιεχόμενό του. Όπως ανέφερα προηγουμένως υπάρχουν και
θετικά και αρνητικά μέτρα.Μπορεί να είναι κοντά σ’ αυτά που έχει ήδη συμφωνήσει
η χώρα με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Το δεύτερο το οποίο είναι ίσως το πιο
πραγματικό απ’ όλα είναι το εξής: εάν δεν καταφέρουμε να κάνουμε τη δεύτερη
αξιολόγηση γρήγορα, αν δεν πετύχουμε μια συζήτηση για το χρέος, έστω το
βραχυπρόθεσμο, που θα κάνει την ΕΚΤ να παραχωρήσει την ποσοτική χαλάρωση, θα
είναι πάρα πολύ δύσκολο το 2017, προς το τέλος, να μπούμε σε μια διαδικασία
αναχρηματοδότησης του χρέους από τις αγορές ώστε το 2018 να μπορούμε να
αναχρηματοδοτήσουμε τα δάνειά μας. Αυτό είναι αναγκαίο, διότι τότε θα έχει
τελειώσει η χρηματοδότηση.