Άρπα κόλλα[1]

Είναι κοινό μυστικό, ότι αυτοί οι οποίοι δρουν στο πλαίσιο
της πολιτικής , δηλαδή όσοι αναλίσκονται στο να αποκτήσουν ή να διατηρήσουν
κάποιο ψήγμα εξουσίας, δεν χάνουν τον καιρό τους ζυγίζοντας τις έννοιες που
χρησιμοποιούν και με τις οποίες το πνεύμα τους εφοδιάστηκε άπαξ και δια παντός.
Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι εκ της καταστάσεώς τους οφείλουν να εργάζονται έχοντας
ως βάση μιαν αρκετά χονδροειδή εικόνα του κόσμου, δεδομένου ότι χαρακτηρίζεται
και πρέπει να χαρακτηρίζεται από την ίδια ακρίβεια, από την ίδια έκταση και την
ίδια απλότητα διαρθρώσεως της εικόνας που ικανοποιεί τον μέσο όρο των
πνευμάτων, καθώς μάλιστα  συμβαίνει αυτός
ο μέσος όρος να αποτελεί το κύριο στήριγμα κάθε πολιτικής. Όπως ο άνθρωπος της
δράσης , έτσι και η κοινή γνώμη δεν έχει τον καιρό ούτε τα μέσα να εμβαθύνει
στα θέματα.
Αυτή η εικόνα του κόσμου, η οποία είναι αρκετά χονδροειδής
για να αποδεχθεί χρήσιμη, κυκλοφορεί στον αέρα, στο πνεύμα μας, στα καφενεία,
στα κοινοβούλια και στις δημόσιες υπηρεσίες, στις εφημερίδες, δηλαδή παντού,
και εξάγεται από μελέτες και βιβλία. Ο κοινός νους έχει μεγάλη χρησιμότητα στις
διενέξεις για αόριστα πράγματα και το ισχυρότερο επιχείρημα δεν είναι άλλο από
την επίκλησή του υπέρ αυτού που τον επικαλείται.
Το αποτέλεσμα αυτού του τρόπου θεώρησης και άσκησης της
πολιτικής , είναι ότι αναστατώνουν, ότι νοθεύουν στην κρίση  των πολιτών την ιεραρχική σπουδαιότητα των
θεμάτων και το βαθμό του επείγοντος χαρακτήρα τους. Το θέμα ζωτικής σημασίας
σκεπάζεται από το θέμα απλής ευημερίας. Το αναγόμενο στο μέλλον από το άμεσο.
Το άκρως αναγκαίο από το άκρως αισθητό. Το βαθύ και αργό από το ερεθιστικό.
Ό,τι υπάγεται στην πρακτική
πολιτική
είναι αναγκαστικώς επιπόλαιο.
 
Ανεξάρτητα όμως από τη γενική αυτή αντίληψη που , πράγματι  ισχύει , εκείνο που αξίζει να διερευνηθεί  περαιτέρω
είναι  ο βαθμός της επιπολαιότητας που αυτή λαμβάνει στην χώρα μας.
Άλλωστε η διερεύνηση του ειδικού αποτελεί τον κύριο  στόχο της έρευνας που θέλει να σέβεται τον
εαυτό της.
Δεν θα ήμουν μακριά από την πραγματικότητα ,
υποστηρίζοντας  ότι ο βαθμός  αυτός στην Ελλάδα είναι μέγιστος. Νομίζω ότι
λίγοι θα διαφωνήσουν , αν διαφωνήσουν.
 Αν επιχειρήσουμε να
αναζητήσουμε τις αιτίες αυτής της  κατάστασης , σίγουρα μεταξύ  άλλων  θα πρέπει να σταθούμε σε δύο:
Η πρώτη ότι οι ελληνικές πολιτικές αρχηγεσίες δεν έχουν
καταφέρει μέχρι σήμερα να διαχωρίσουν  (όπως
αρμόζει) την εργασία της σχόλης και της περισυλλογής  από την ακαριαία εργασία που επιτελείται εν
μέσω των γεγονότων, υπό την πίεση του χρόνου και υπό το βομβαρδισμό των
ειδήσεων  της καθημερινότητας, όταν δεν
υπάρχει περιθώριο για αναβολή , για επανάληψη και όταν η επινοητικότητα και η
φρόνηση πρέπει μα αποτελούν τον κανόνα. Αδυναμία(;)  δηλαδή να χρησιμοποιηθεί το υπόδειγμα μέσων –σκοπών
με στοιχειώδη τρόπο, για επίλυση των προβλημάτων που ανήκουν στην τρέχουσα αλλά
τόσο κρίσιμη καθημερινότητα.
Η δεύτερη αιτία, η οποία συναρτάται ευθέως με την πρώτη, έχει
να κάνει με την προσωπικότητα του εκάστοτε  πρώτου αρχηγέτη (πρωθυπουργού) ο οποίος δίνει και
τον τόνο, στο συμβολικό επίπεδο,  στις αντιλήψεις
, που οπωσδήποτε και με κάποιο τρόπο, διαπερνούν την κοινωνία.  Ειδικά οι πρωθυπουργοί των μνημονιακών κυβερνήσεων,
υπό την πίεση των γεγονότων , δεν κατάφεραν να ανταποκριθούν σε τίποτε άλλο παρά
στην εφαρμογή των μνημονιακών πολιτικών υπό την άμεση και απόλυτη καθοδήγηση των
δανειστών. Όλα τα υπόλοιπα, που έπραξαν και πράττουν, γίνονται «έτσι, χωρίς πρόγραμμα».
Δηλαδή άρπα κόλλα.  

[1]
Βιαστικά, πρόχειρα, επιπόλαια, τσαπατσούλικα.