Προκαλεί το ΔΝΤ πιστωτικά γεγονότα που οδηγούν χώρες σε άρνηση πληρωμών;

Νομίζω πως ναι. Η περίπτωση της Αργεντινής το 2001 το αποδεικνύει.
 Αντιγράφω από το πρόσφατο βιβλίο μου Αργεντινή
– Ελλάδα
 (Εκδόσεις Πατάκη 2015).
“Όταν
η οικονομία της Αργεντινής εισήλθε σε ύφεση το δεύτερο εξάμηνο του 1998,
βρίσκονταν υπό την καθοδήγηση του ΔΝΤ. Σειρά εξωτερικών  γεγονότων επέδρασαν αρνητικά στις οικονομικές
εξελίξεις  της χώρας. Συγκεκριμένα η
αθέτηση πληρωμών της Ρωσίας εκείνη τη χρονιά καθώς  και  η
κρίση του μεγάλου για την εποχή επενδυτικού fund,  Long Term Capital Management[1] (Αύγουστος –
Σεπτέμβριος 1998) προκάλεσαν αναταράξεις στην παγκόσμια οικονομία με σαφείς
αρνητικές συνέπειες για το κόστος χρηματοδότησης της οικονομίας της Αργεντινής.
Όμως και η υποτίμηση του βραζιλιάνικου νομίσματος ,
real, τον Ιανουάριο του 1999 δημιούργησε έντονα προβλήματα στην
ανταγωνιστικότητα των εξαγωγικών προϊόντων της Αργεντινής με αποτέλεσμα την
επιβάρυνση του εμπορικού της ισοζυγίου. 
Όπως γίνεται αντιληπτό όλες αυτές οι αρνητικές εξελίξεις επιβάρυναν το
δημοσιονομικό ισοζύγιο της χώρας.
Το 1999 το συνολικό δημοσιονομικό
έλλειμμα βρίσκονταν στο 2,5% του ΑΕΠ (υπήρχε πρωτογενές πλεόνασμα +0,6% )και το
εξωτερικό δημόσιο χρέος είχε υπερβεί το 50,0% του ΑΕΠ . Το ΔΝΤ θεώρησε
υπερβολικά !!! τα επίπεδα αυτά και διέταξε την κυβέρνηση De la Rúa, να εξισορροπήσει το συνολικό
δημοσιονομικό έλλειμμα (δηλαδή να το μηδενίσει)με την εφαρμογή μέτρων
λιτότητας, προκειμένου να αυξηθεί η εμπιστοσύνη των χρηματοπιστωτικών αγορών
έτσι ώστε να καταστεί δυνατή η εισροή ιδιωτικών κεφαλαίων αλλά και να μειωθεί
το κόστος δανεισμού  της χώρας .
Πρόκειται για το ίδιο επιχείρημα που χρησιμοποιείται  και σήμερα στην περίπτωση της Ελλάδος από το
ΔΝΤ , την  ΕΚΤ καθώς και η ΕΕ.
Στο τέλος του 1999, μερικές
εβδομάδες μετά την ανάληψη της εξουσίας, ο πρόεδρος  De la Rúa
επέβαλε μείωση δημοσιών δαπανών ύψους 1,4 δις δολάρια. Τον Ιούνιο του 2000,
πάντοτε με την καθοδήγηση του ΔΝΤ, με ανεργία 14,0% και προβλέψεις για αύξηση
του ΑΕΠ κατά 3,5% για το 2000, τα μέτρα λιτότητας επεκτάθηκαν: περαιτέρω μείωση
των δημοσίων δαπανών κατά 938 εκ δολάρια και αύξηση φόρων κατά 2 δις δολάρια.
Το αποτέλεσμα ήταν αντίθετο από το προβλεπόμενο: η οικονομία οδηγήθηκε σε  ύφεση. Αντί για την προβλεπόμενη αύξηση του
ΑΕΠ κατά 3,5%, το ΑΕΠ μειώθηκε κατά -0,8%. Τα φορολογικά έσοδα μειώθηκαν
αναγκάζοντας την κυβέρνηση να προβεί σε νέα μείωση των δημοσίων δαπανών μέσω
του περιορισμού των συντάξεων  εκ νέου ,τον
Νοέμβριο του 2000. 
Στις αρχές του Νοεμβρίου 2000 ο
οίκος αξιολόγησης Standard and Poors έθεσε την οικονομία της
Αργεντινής υπό στενή παρακολούθηση. Η  απόδοση των εντόκων γραμματίων του δημοσίου ,
σε δημοπρασία που πραγματοποιήθηκε τον ίδιο μήνα,  ανήλθε στο 16,0% (από 9,0% τον Ιούλιο 2000). Επρόκειτο
για τη  δεύτερη υψηλότερη απόδοση στη Λ.
Αμερική εκείνη την περίοδο.
Μάλιστα λίγους μήνες αργότερα (Ιούλιος 2001)
μείωσε το αξιόχρεο κάθε είδους  ομολόγων
της χώρας, ανεβάζοντας περαιτέρω τις αποδόσεις τους. Αντιμέτωπο με την κατακόρυφη αύξηση του κόστους δανεισμού ,
το Υπουργείο Οικονομικών  της χώρας (Υπουργός
Cavallo) αντέδρασε προσφέροντας στους ομολογιούχους ένα swap – ομολόγων , μεγαλύτερης χρονικής διάρκειας  και υψηλότερης απόδοσης το οποίο θα αντικαθιστούσε
τα ομόλογα που θα έληγαν το 2010. Η προσφορά έγινε αποδεκτή από πολλούς
ομολογιούχους και μετατόπισε χρέος ύψους 30 δις δολαρίων που θα έπρεπε να
πληρωθεί το 2005.  Με τον τρόπο αυτό ,
όμως,  αυξήθηκαν σημαντικά οι τόκοι που
έπρεπε να καταβάλλει το δημόσιο τα προσεχή έτη . Συγκεκριμένα προσέθεσε
επιπλέον 38 δις δολάρια για πληρωμή τόκων. Σημειώνω σε αυτό το σημείο ότι από τα
82 δις δολάρια ομολόγων που θα οδηγούνταν σε αναδιάρθρωση, μετά την αθέτηση
πληρωμών ,  το 60,0% προέρχεται από το
συγκεκριμένο
swap του 2001[2].
Η αύξηση του συνολικού δημοσιονομικού
ελλείμματος από 2,0% το 2000 και η πρόβλεψη ότι αυτό θα αυξηθεί σε 2,5% το 2001,
θεωρήθηκε ότι έβγαζε την οικονομία από τους στόχους του μηδενικού ελλείμματος
που είχε θέσει το ΔΝΤ, με αποτέλεσμα  τον
Ιούλιο του 2001 η κυβέρνηση προχώρησε σε μείωση κατά 13,0% των μισθών και των
συντάξεων  των δημοσίων υπαλλήλων, ενώ
άρχισε η πληρωμή των υψηλόμισθων δημοσίων υπαλλήλων με ομόλογα του δημοσίου (τα
γνωστά  Patacón που επισήμως
ονομάζονται  Letra de Tesorería para
Cancelación de Obligaciones de la Provincia de Buenos Aires
). Οι
διαδηλώσεις στην χώρα  άρχισαν να
γίνονται έντονες μετά τα συγκεκριμένα μέτρα. 
Μεταξύ Ιουλίου και Νοεμβρίου, οι
κάτοικοι της Αργεντινής απέσυραν περίπου 15 δις δολάρια από το τραπεζικό
σύστημα , τα μετέτρεψαν σε δολάρια και τα έστειλαν στο εξωτερικό προκαλώντας
τραπεζικό πανικό (
bank run). Τρεις τοπικές τράπεζες   (η ιδιωτική Banco de Galicia, και δύο κρατικές , Nacion  και Provincia de Buenos Aires) επηρεάστηκαν σημαντικά. Στις 2 Δεκεμβρίου 2001 η
κυβέρνηση επέβαλε πάγωμα στις τραπεζικές καταθέσεις επιτρέποντας αναλήψεις 1000
δολαρίων τον μήνα (το γνωστό ως
corralito).
Παράλληλα επέβαλε και συναλλαγματικούς περιορισμούς. Οι συγκεκριμένες εξελίξεις
προκάλεσαν σφοδρές αντιδράσεις κυρίως από τους κατοίκους των μεγάλων πόλεων και
ειδικά στο
Buenos Aires, γνωστές ως cacerolazo (ειρηνικές διαδηλώσεις στις οποίες
χτυπούσαν κατσαρόλες και τηγάνια). Στη συνέχεια όμως πολλές από αυτές
μετατράπηκαν σε βίαιες διαδηλώσεις με καταστροφές ιδιοκτησιών, καταστημάτων
τροφίμων και ηλεκτρικών ειδών, τραπεζών και 
επιχειρήσεων που είχαν ιδιωτικοποιηθεί και τώρα βρίσκονταν υπό ξένη
ιδιοκτησία. Αυτές εκδηλώθηκαν το Δεκέμβριο του 2001. Οι συγκρούσεις με την
αστυνομία ήταν έντονες γεγονός που οδήγησε τον πρόεδρο
De la Rúa να
κηρύξει την χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης την 20.12.2001. Όμως οι
συγκρούσεις συνεχίστηκαν με μεγαλύτερη σφοδρότητα εξαναγκάζοντας τον 
De la Rúa σε παραίτηση. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι και το 2002
είχαμε συνέχεια των συγκρούσεων οι οποίες πάντως μειώθηκαν σημαντικά .
Η Αργεντινή , και ο νέος
πρόεδρος  Rodriguez Saá, δήλωσε αδυναμία πληρωμών
την τελευταία εβδομάδα του 2001στο μεγαλύτερο μέρος του δημοσίου χρέους ύψους
132 δις δολάρια. Το ύψος αυτό αντιπροσώπευε τότε , περίπου το 1/7 των συνολικών
δανείων του Τρίτου Κόσμου.  Πριν το τέλος
του 2001 ο Rodriguez Saá
παρατήθηκε και το νομοθετικό σώμα εξέλεξε ως Πρόεδρο τον Eduardo Duhalde”.
Όλη αυτή την περίοδο το ΔΝΤ αρνήθηκε πεισματικά να εκταμιεύσει τη δόση
του δανείου που είχε συμφωνηθεί , επειδή υπήρχε απόκλιση των δημοσιονομικών
στόχων, οδηγώντας την Αργεντινή στην γνωστή άρνηση πληρωμών και σε ότι επακολούθησε.

[1]
Δες : Κ. Μελάς, Οι Σύγχρονες Κρίσεις του Παγκόσμιου Χρηματοπιστωτικού Συστήματος
(1974-2008), Α.Α.Λιβάνη 2011, σ 225-245.
[2]
Ευκαιρίας δοθείσας, το ίδιο έχει γίνει και στην περίπτωση της ελληνικής
περίπτωσης.  Με την δεκαετή περίοδο
χάριτος που έχει δοθεί  στην αποπληρωμή
τόκων στα διακρατικά δάνεια (ύψους 52,9 δις ευρώ) και στα δάνεια του EFSF (ύψους
141,8 δις ευρώ) οι τόκοι έχουν «σπρωχθεί» την περίοδο    2021 -2030. Συγκεκριμένα τη δεκαετία αυτή
το συνολικό ύψος των τόκων που πρέπει να αποπληρώσει το ελληνικό δημόσιο
ανέρχονται σε 114.446 δις ευρώ με την προϋπόθεση ότι δεν θα μεταβληθεί το
επιτόκιο δανεισμού (είναι κυμαινόμενο). Μάλιστα την περίοδο 2021-2024 το ύψος
των τόκων ανέρχεται σε 66,67 δις ευρώ. Μόνο το 2022 το ύψος των τόκων ανέρχεται
σε 24,5 δις ευρώ.