Οι διαπραγματεύσεις θα συνεχισθούν.


Παράταση παίρνει το θρίλερ της συμφωνίας της Ελλάδας
με τους δανειστές. Οι συγκεκριμένες προτάσεις των «θεσμών», όπως αυτές
διέρρευσαν στον τύπο, μπορούν ανεπιφύλακτα να θεωρηθούν «ακραίες» σε επίπεδο
πολιτικής μεταξύ «εταίρων»  και επιπλέον
ατελέσφορες σε οικονομικό επίπεδο.
Είναι διαπιστωμένη  ιστορικά, ότι σε περιόδους διαπραγματεύσεων
προκειμένου να επιλυθούν σημαντικά οικονομικά πρωτίστως προβλήματα, μια απαράδεκτη
επιμονή από τη μεριά των ισχυρών χωρών σε αδιέξοδες «λύσεις» που δεν μπορούν να
εξηγηθούν παρά μόνο μέσω της τυφλής κυριαρχίας 
, της βραχυπρόθεσμης ιδιοτέλειας και της έλλειψης μακροχρόνιας
προοπτικής.
Η σημερινή κατάσταση μου θυμίζει, παρά τις υπάρχουσες
σημαντικές διαφορές, την Αργεντινή  το
2001 όταν το ΔΝΤ επέβαλε συνεχή δημοσιονομικά μέτρα  στην κυβέρνηση του Ντε λα  Ρούα προκειμένου να μηδενισθεί το γενικό
δημοσιονομικό έλλειμμα . Η αδυναμία επίτευξης αυτού του στόχου  οδήγησε το ΔΝΤ να αρνηθεί την τελευταία δόση
του δανείου , «σπρώχνοντας» την χώρα στην πτώχευση και στην αδυναμία πληρωμών.

 Παρότι είναι αναμφισβήτητες οι
σημαντικότατες υποχωρήσεις που έχει πραγματοποιήσει η ελληνική πλευρά, γεγονός
που έχει φέρει πλησιέστερα  τις δύο
απόψεις, το χάσμα μεταξύ της χώρας μας και των δανειστών, όπως αποτυπώνεται
στις αντίστοιχες προτάσεις που έβαλε στο τραπέζι η κάθε πλευρά  παραμένει σημαντικό.

Η πίεση του χρόνου δεν είναι πίεση μόνο προς την ελληνική πλευρά. Είναι
πίεση προς όλες τις πλευρές, ειδικά μετά την απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης
να απορρίψει την εξωφρενική πρόταση των δανειστών, αφήνοντας όμως να εννοηθεί
ότι θα συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις. Μάλιστα  σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες οι δύο
πλευρές ήδη επεξεργάζονται τις αντιπροτάσεις τους.   

 Όμως  με δεδομένο ότι μέχρι το τέλος του μήνα φαίνεται
ότι δεν επαρκεί ο χρόνος για την σύγκλιση των απόψεων και την επίτευξη
συμφωνίας, η παράταση του υφιστάμενου προγράμματος φαίνεται να κερδίζει έδαφος.

 Η παράταση θα αποτελέσει μια
«σολομώντεια λύση» προκειμένου να εκταμιευθούν χρήματα προς την Ελλάδα από το
ποσό των 10,9 δισ. ευρώ που προορίζονταν για την ανακεφαλαιοποίηση των
ελληνικών τραπεζών ώστε να μπορέσει η Ελλάδα να συνεχίσει την αποπληρωμή των
υποχρεώσεών της και να μην οδηγηθεί σε χρεωκοπία με αγνώστου μεγέθους συνέπειες
για την ευρωζώνη και την παγκόσμια οικονομία.

Αυτή τη φορά πάντως η ελληνική κυβέρνηση γνωρίζει καλύτερα και περισσότερα
ως προς το περιβάλλον που είναι υποχρεωμένη να κινηθεί και διαφαίνεται η
πρόθεση αξιοποίησης της παράτασης προκειμένου να επιδιωχθεί  η
επανεκκίνηση της διαπραγμάτευσης από «μηδενική βάση»,  συμπεριλαμβανομένου
και του ζητήματος του χρέους.  Μάλιστα η ελληνική
πλευρά έχει διατυπώσει και συγκεκριμένη πρόταση για την αναδιάρθρωση του ελληνικού
δημοσίου χρέους. Η πρόταση είναι φιλόδοξη αλλά στο μεγαλύτερο
μέρος της  όμως είναι πολιτικά μη αποδεκτό
 για τους ηγέτες της ευρωζώνης. Εκτός από
την επέκταση των λήξεων για τα  διακρατικά
δάνεια του πρώτου μνημονίου , οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έδειξαν ότι είναι
απρόθυμες να υποστηρίξουν οποιαδήποτε ανακούφιση χρέους, παρά το γεγονός ότι το
ΔΝΤ έχει πολλές φορές υποστηρίξει ότι το χρέος είναι μη βιώσιμο χωρίς αυτή.

 Τελικά φαίνεται πως πάμε για «θερμό φθινόπωρο» σε ό, τι αφορά την τύχη
του προγράμματος της Ελλάδας,  καθώς ωριμάζει η ιδέα μιας ακόμη παράτασης
του τρέχοντος προγράμματος δανεισμού προς την Ελλάδα.