Η «καθαρή θεωρία του εμπορίου» σε καθεστώς οικονομικής και νομισματικής ένωσης και ο Hans-Werner Sinn .


Ο Hans-Werner Sinn  σε πρόσφατο άρθρο του κριτικάρει τον Ντράγκι
για τα λάθη του που επιβαρύνουν την Ευρώπη. Θα επιχειρήσουμε μια κριτική
ανάλυση των όσων υποστηρίζει ο γερμανός οικονομολόγος. Σήμερα θα ασχοληθούμε με
την θέση του για τον τρόπο που εξασφαλίζεται ισορροπία στα εξωτερικά ισοζύγια
των χωρών της ευρωζώνης.
Το πρώτο
σημείο το οποίο θίγει ο Hans-Werner
Sinn  αφορά στη διαγραφόμενη πορεία
εμφάνισης αντιπληθωρισμού στην ευρωζώνη. Το γεγονός αυτό φέρνει στο νου την
Ιαπωνία όπου η κατάσταση αντιπληθωρισμού ταλανίζει την οικονομία της τα
τελευταία 15 έτη. Η πρόταση του Hans-Werner Sinn  είναι :
«Η ΕΚΤ δεν
πρέπει να δράσει εναντίον του μέτριου αποπληθωρισμού σε αυτές τις χώρες, αλλά
αντί αυτού χρειάζεται να βάλει στόχο να τον αντισταθμίσει με πληθωρισμό
στη βόρεια ευρωζώνη και ειδικά στη Γερμανία. Για να γίνει αυτό χρειάζεται
συγκράτηση – όχι ακτιβισμός».
Πως θα γίνει
αυτό; Η αγορά θα κάνει τη δουλειά αν την αφήσει ήσυχη η ΕΚΤ. Η θέση αυτή
επαναφέρει στο προσκήνιο την παλαιά θεωρία 
του καθαρού εμπορίου υπό καθεστώς χρυσού κανόνα η οποία κυριαρχούσε στο
δεύτερο μισό του 19ου αιώνα όταν
το κράτος δεν διέθετε άλλα μέσα για να αμβλύνει την οικονομική δυσπραγία στο
εσωτερικό παρά μόνο τον ανταγωνισμό για τις αγορές
. Όλα τα επιβοηθητικά
μέσα που είχε το κράτος για τη χρόνια ή διαλείπουσα υποαπασχόληση διαγράφηκαν,
εκτός εκείνα που στόχευαν στη βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου σε εισοδηματικά
μορφή.  Πρόκειται κατά αρχάς για μια θεωρία η οποία απεικονίζει την
πραγματικότητα αποτελούμενη από ξεχωριστά εθνικά κράτη και όχι από εθνικά κράτη
τα οποία συμμετέχουν σε μια νομισματική και οικονομική ένωση.
  Σύμφωνα με την άποψη του  Hans-Werner
Sinn  το εμπόριο μεταξύ των μελών κρατών
της ένωσης  αποτελεί το μοναδικό  μέσο για τη διατήρηση της εγχώριας
απασχόλησης. Πρόκειται κατά την άποψή μας για ένα μέσο απελπισίας διότι
οποιαδήποτε επιτυχία του ενός απλά θα ήταν αποτυχία του άλλου. Το πρόβλημα
μετατοπίζεται  απλά στον γείτονα. Άλλωστε
έτσι δείχνουν τα στοχεία.
 Όμως για να είμαστε αντικειμενικοί η παραπάνω
απεικόνιση της ΕΕ την οποία επικαλείται ο Hans-Werner Sinn  επί της
ουσίας προέρχεται από τη συνθήκη του Μάαστριχτ και από την γενικότερη
αρχιτεκτονική η οποία διέπει την άσκησης της οικονομικής πολιτικής για τη
δημιουργία και στήριξη του ενιαίου νομίσματος. Στη συνθήκη του Μάαστριχτ
καθορίστηκε ο ρόλος της ΕΚΤ, η μη διάσωση κρατών, ο τρόπος άσκησης της
νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής , το ύψος του λόγου ΔΧ/ΑΕΠ ,η
λειτουργία του τραπεζικού συστήματος ,ενσωματώθηκαν όλες οι αποφάνσεις του
νεοκλασικού υποδείγματος ενδογενούς μεγέθυνσης . Δεν νομίζω να αμφισβητείται
από κανένα ότι ουσιαστικά η Γερμανία πρωτοστάτησε και επέτυχε τη δημιουργία
αυτού του θεσμικού πλαισίου άσκησης της οικονομικής πολιτικής.
Όμως ας
επανέλθουμε στη συγκεκριμένη άποψη του Hans-Werner
Sinn. Το σημερινό σύστημα  λειτουργίας
της ΕΕ διαφοροποιείται επί τα χείρω ακόμη και από την παλαιά θεωρία του καθαρού
εμπορίου δεδομένου ότι τότε πλάι στους «αυτόματους» κανόνες του συστήματος
χρυσού, όπως υποτίθετο από τη θεωρία, υπήρχαν και ορισμένοι κανόνες που
αφορούσαν στην άσκηση κυρίως της νομισματικής πολιτικής και οι οποίοι
υποβοηθούσαν την πραγμάτωση της αυτόματης προσαρμογής του εξωτερικού ισοζυγίου.
Κυρίως αφορούσαν τη δυνατότητα των κεντρικών τραπεζών μέσω της αυξομείωσης των
επιτοκίων να επεμβαίνουν στη ροή του «πολύτιμου μετάλλου». Η αύξηση των επιτοκίων
σε περίοδο εκροής του χρυσού δυνάμωνε τη μείωση των τιμών που δημουργούνταν από
την απώλεια του χρυσού και μείωνε την οικονομική δραστηριότητα. Η μείωση των
τιμών στην εγχώρια αγορά προκαλούσε μείωση των εισαγωγών και αύξηση των
εξαγωγών με αποτέλεσμα την εξισορρόπηση του εξωτερικού ισοζυγίου. Αντίθετα σε
περιόδους εισροής μεγάλων ποσοτήτων χρυσού, λόγω του πλεονάσματος του
εξωτερικού ισοζυγίου, η ΚΤ μείωνε τα επιτόκια και επομένως το κόστος χρήματος,
άρα και την πρόσβαση στο δανεισμό. Αυτό δυνάμωνε την κατανάλωση, αύξανε τις
τιμές με αποτέλεσμα τη μείωση των εξαγωγών και την αύξηση των εισαγωγών. Το
τελικό αποτέλεσμα ήταν η εξισορρόπηση του εξωτερικού ισοζυγίου. Εκείνο που θα
πρέπει να υπογραμμισθεί είναι το γεγονός ότι αυτό που αποτελούσε πρωταρχικό στόχο
όλων των διαδικασιών ήταν η εξισορρόπηση του εξωτερικού τομέα της οικονομίας
εις βάρος της εσωτερικής ισορροπίας (επίπεδο εισοδήματος, απασχόληση κτλ).
Ανεξαρτήτως του ότι η μεγάλη ωφελημένη από τη διαδικασία αυτή ήταν η ΜΒ λόγω
του ότι η στερλίνα ήταν παγκόσμιο νόμισμα και ταυτόχρονα το
City του
Λονδίνου ήταν το κυρίαρχο χρηματοπιστωτικό κέντρο του κόσμου , απαραίτητος
δίαυλος μεταφοράς των κεφαλαίων, όλες οι υπόλοιπες χώρες που συμμετείχαν στον
κανόνα χρυσού είχαν το εργαλείο της νομισματικής πολιτικής το οποίο μπορούσαν
να χρησιμοποιήσουν στο μέτρο των δυνατοτήτων τους.
Σήμερα στο πλαίσιο της ευρωζώνης δεν υπάρχει ούτε αυτή η δυνατότητα η
οποία συγκυριακά θα μπορούσε να υποβοηθήσει την εξισορρόπηση   του εξωτερικού ισοζυγίου. Μόνο ο
ανταγωνισμός μεταξύ των εταίρων μπορεί να συνεισφέρει σε αυτή την εξισορρόπηση.
Σύμφωνα λοιπόν με την άποψη του Hans-Werner Sinn. η συσσώρευση του «πολύτιμου
μετάλλου» – ευρώ θα δημιουργήσει πληθωριστικές πιέσεις στις πλεονασματικές
χώρες  , θα μειώσει τις εξαγωγές των πλεονασματικών
χωρών (διάβαζε Γερμανία) και θα αυξήσει τις εισαγωγές από τις ελλειμματικές
χώρες έτσι ώστε να επέλθει ισορροπία. Όμως καλή θεωρία αλλά μόνο αν συνάδει με
την πραγματικότητα. Και η πραγματικότητα μας λέει ότι δεν υπάρχει αύξηση του
πληθωρισμού στην Γερμανία η οποία έστω και αχνά να οδηγεί στα συμπεράσματα του Hans-Werner
Sinn. Ούτε καν αξιοπρόσεκτη μείωση του διαφορικού πληθωρισμού μεταξύ των
πλεονασματικών χωρών και των ελλειμματικών χωρών της ευρωζώνης.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Eurostat: ο ρυθμός πληθωρισμού της Γερμανίας από 2,1% τον Οκτώβριο 2012, έπεσε
στο 1,2% τον Οκτώβριο 2013. Στην Φιλανδία αντιστοίχως από 3,5% τον Οκτώβριο του
2012 στο 1,3% τον Οκτώβριο του 2013. Στην Αυστρία στο ίδιο χρονικό διάστημα από
2,9% σε 1,5%.
Στην Ελλάδα από 0,9% τον Οκτώβριο του 2012 σε -1,9% τον ίδιο μήνα του
2013. Στην Πορτογαλία από 2,1% σε 0,0%. Στην Ιταλία από 2,8% σε 0,8% .
Δυστυχώς τα στοιχεία δεν επιβεβαιώνουν την άποψη του Hans-Werner Sinn.
Σήμερα η Γερμανία βρίσκεται στη θέση 
στην οποία ευρισκόταν η ΜΒ στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα :
στη θέση του ασυναγώνιστου αγγλικού χρηματοπιστωτικού τομέα , απολύτως
ρυθμιστικού παράγοντα της κίνησης των κεφαλαίων με τις γνωστές συνέπειες , έχει
θέση την ισχυρή παραγωγική της βάση , την υψηλή παραγωγικότητα, τον μεγάλο
αριθμό τελικών προϊόντων που παράγει (μεταξύ των οποίων τα 25 από τα 50
υψηλότατης τεχνολογίας) , την καθοριζόμενη εγχωρίως εισοδηματική της πολιτική,
με τις εξίσου γνωστές συνέπειες.