Η αύξηση της παραγωγικότητας αναπτυξιακός μοχλός της οικονομίας.


Όσοι ασχολούνται
συστηματικά με την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας γνωρίζουν πάρα πολύ καλά ότι
το επιχειρούμενο να της επιβληθεί 
οικονομικό υπόδειγμα  …απλά δεν
πρόκειται να εφαρμοσθεί  διότι είναι …. αδύνατον
να εφαρμοσθεί. Όλοι όσοι πιστεύουν ότι οι εξαγωγές της χώρας θα αποτελέσουν την
αιχμή του δόρατος του νέου αναπτυξιακού υποδείγματος ήδη έχουν αρχίσει να
διαψεύδονται από την πραγματικότητα βεβαίως όταν αυτή παρουσιάζεται όπως είναι,
και όχι φτιασιδωμένη με τόσα επικοινωνιακά  μαλάματα κάτι που συμβαίνει την τελευταία
περίοδο. Οι ελληνικές εξαγωγές αγαθών (χωρίς καύσιμα και πλοία) δεν είναι σε
θέση να σηκώσουν το βάρος του αναπτυξιακού πυλώνα της ελληνικής οικονομίας για
πάρα πολλούς λόγους. Οι ελληνικές εξαγωγές αγαθών το 2012 ανήλθαν σε 13,8 δις
ευρώ ή στο 7,15% του ΑΕΠ. Το χαμηλότερο ποσοστό στην ΕΕ-27.  
Πρόκειται για προϊόντα
χαμηλής προστιθέμενης αξίας , χαμηλής- μεσαίας τεχνολογίας τα οποία  κυρίως αφορούν σε μικρό αριθμό τελικών
προϊόντων. Τα παραπάνω λεχθέντα δεν σημαίνουν ότι δεν πρέπει να καταβληθεί η
μέγιστη προσπάθεια για αύξηση των ελληνικών εξαγωγών. Κάθε άλλο. Απλά
σηματοδοτούν την αδυναμία των ελληνικών εξαγωγών αγαθών να αναλάβουν το βάρος της
εξόδου από την κρίση. Το να περιμένουμε την σχετική σταθεροποίηση και ανάπτυξη της
ελληνικής οικονομίας από τον τομέα των εξαγωγών σημαίνει ότι …όλοι εμείς που
ζούμε σήμερα στην Ελλάδα θα έχουμε μεταβεί στην αιώνια βασιλεία.   
Το γεγονός αυτό
υποδηλώνει την μικρή μεταποιητική βάση της ελληνικής οικονομίας η οποία τα
τελευταία έτη (2002-2012 περίοδο εισαγωγής στο ευρώ) συρρικνώνεται περαιτέρω.
Την περίοδο 2002-2012 κατά μέσο όρο αντιστοιχούσε στο 12,% του ΑΕΠ ενώ  το 2012μειώθηκε ακόμη περισσότερο  στο 10% . Αντιθέτως στην ευρωζώνη την ίδια
περίοδο ο μεταποιητικός τομέας αντιστοιχούσε κατά μ.ο στο 18%. 
Υπάρχει
όμως μια διαχρονική ιδιαιτερότητα της ελληνικής οικονομίας (σχεδόν από την
δεκαετία 1850) η οποία ενώ αναφέρεται από όλους τους μελετητές από ελάχιστους
έχει  αναλυθεί ο ρόλος της στην
διαμόρφωση της ελληνικής οικονομίας. Πρόκειται για τις εισπράξεις από υπηρεσίες
(ταξιδιωτικό συνάλλαγμα, μεταφορές θαλάσσιες και λοιπές υπηρεσίες). Μαζί με τα
μεταναστευτικά εμβάσματα  αλλά και άλλους
πόρους  αποτελούν αθροιστικά αυτό που
ονομάζουμε άδηλους πόρους . Δηλαδή πόρους που εισάγονται στην ελληνική
οικονομία και αποτελούν «οιονεί παραγωγή» της χώρας. Σύμφωνα με λογιστική
απεικόνιση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών οι πόροι αυτοί συμβάλλουν στην
κάλυψη των διαχρονικών ελλειμμάτων του εμπορικού ισοζυγίου. Όμως με
μακροοικονομική οπτική οι πόροι αυτοί δημιουργούν εισόδημα το οποίο  υπερβαίνει την παραγωγική βάση της ελληνικής
οικονομίας και οδηγείται στις εισαγωγές προκειμένου να καλυφτούν οι ανάγκες του
με αποτέλεσμα να ανακυκλώνονται τα εμπορικά ελλείμματα της χώρας . Έχουμε λοιπόν
το ακόλουθο σχήμα: εισροές άδηλων πόρων , δημιουργία κατανάλωσης η οποία δεν
καλύπτεται από την εγχώρια παραγωγή (ποσοτικά – ποιοτικά και σε τελικά προϊόντα)
αύξηση των εισαγωγών .
Εκείνο
που έχει τη μεγαλύτερη σημασία είναι η αδυναμία της μεταποιητικής βάσης να
ανταποκριθεί έστω και μερικώς στην καταναλωτική ζήτηση  η οποία προέρχεται από εισροές πόρων  και την «αφήνει» να διοχετευθεί στις εισαγωγές.  Αυτό όμως αποτελεί μια κατάσταση για την
ελληνική οικονομία η οποία διαρκεί πάνω 160 χρόνια. Επανειλημμένα έχουν καταβληθεί
 προσπάθειες να μεταβληθεί αυτή η
κατάσταση.  Ανάλογα με τις διεθνείς οικονομικές
συγκυρίες είχαμε μικρές βελτιώσεις ή χειροτερεύσεις.
 Αν λοιπόν η ιστορία μπορεί να μας διδάξει κάτι
, μας  δείχνει  ότι η ελληνική οικονομία , από την ύπαρξη του
ελληνικού κράτους  μέχρι και σήμερα ,
κινείται εντός ενός συγκεκριμένου πλαισίου παραγωγικών δυνατοτήτων, το οποίο  μεταβάλλεται αργά και δύσκολα  ως προς τη βασική του δομή αλλά μπορεί να
βελτιώνει συνεχώς την ποιοτική και ποσοτική αποτελεσματικότητά του. Βασική
προϋπόθεση η αναγνώριση των πραγματικών δυνατοτήτων εντός του υπάρχοντος
διεθνούς καταμερισμού εργασίας. Είναι δύσκολο στην εξέλιξη της οικονομικής ζωής
να κερδηθεί ο χαμένος ιστορικός χρόνος αλλά και εξίσου δύσκολο να υπερκεραστούν
οι ιδιοτυπίες και οι ιδιομορφίες  ενός κοινωνικού
σχηματισμού οι οποίες έχουν αποτυπωθεί την πρέπουσα ιστορική στιγμή . Βεβαίως
αυτές μετεξελίσσονται , μεταλλάσσονται αλλά πάντα ανιχνεύονται στην καθημερινή
λειτουργία της οικονομίας.       
 Η ελληνική οικονομία σήμερα
πρέπει να κινηθεί στη βάση ενός υποδείγματος στο οποίο η αύξηση της παραγωγικότητας
θα αποτελεί τον φέροντα πυλώνα. Όχι, της κενής νοήματος εθνικής ανταγωνιστικότητας
, αλλά  της παραγωγικότητας και μέσω αυτής
της επέκτασης της παραγωγικής της βάσης σε αριθμό τελικών προϊόντων.