Το Γεωπολιτικό δυναμικό της Ελλάδος και η Γεωστρατηγική διάσταση του[1]


Οι συστηματικές ιεραρχήσεις (επιστήμες  σε ευρεία έννοια) αποτελούν τη βασική γλώσσα
επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων  και
ίσως ένα από τα  σπουδαιότερα επιτεύγματα
τους. Με όλα τα υπάρχοντα μεθοδολογικά προβλήματα , τις ενδοεπιστημονικές   διαμάχες
και τις θεωρητικές αμφισβητήσεις  εξακολουθούν
και σήμερα να αποτελούν τη μοναδική «έγκυρη» γλώσσα μέσω της οποίας ο άνθρωπος
επιχειρεί να ερμηνεύσει τη φύση και να κατανοήσει την κοινωνία. Η άλλη γλώσσα
είναι αυτή των πεποιθήσεων  .  Στη σημερινή εποχή η τελευταία τείνει να
καταλάβει  την πρωτοκαθεδρία βοηθούμενη
από   την εξάπλωση της μαζικοδημοκρατίας και τη
δυνατότητα που παρέχουν τα τεχνολογικά μέσα.  Η γλώσσα της πολιτικής δεν μπορεί παρά να είναι  γλώσσα γνώμης (δόξα) βασισμένη όμως , in ultima istanza,  στη γλώσσα της επιστήμης.   
Μετά την αναγκαία όσο και οδυνηρή πρωταρχική παρέμβαση περνώ
στο προσδιοριζόμενο από τον τίτλο θέμα.
Οι ευρύτεροι χώροι, μέσα στους οποίους εκδιπλώνει ένα  εθνικό κράτος την πρωτογενή του ενέργεια με
ποικίλους (οικονομικούς, πολιτισμικούς, στρατιωτικούς κτλ) τρόπους , αλλά πάντα
σε συνάφεια με υπέρτερους πολιτικούς σκοπούς, συνιστούν το γεωπολιτικό του δυναμικό .
Οι χώροι  εκδίπλωσης
του γεωπολιτικού δυναμικού όπως είναι κατανοητό , συναρτώνται με το βεληνεκές
της πρωτογενούς ενέργειας του κρατικού μορφώματος , με τη γεωγραφία και με τα
ιστορικά προηγούμενα. Συναρτώνται επίσης με τις κινήσεις εχθρικών και φίλιων  δυνάμεων, οπότε ένας χώρος , ο οποίος καθ’
εαυτόν ελάχιστα ενδιέφερε τη μια πλευρά, έρχεται στο επίκεντρο της προσοχής της
επειδή σ’ αυτόν διεισδύει ήδη η αντίπαλη.
Μια συζήτηση αυτού του είδους  έχει επομένως ως αντικείμενο μελέτης το βασικό
ζήτημα που αφορά στο ποια είναι η ταυτότητα και η οντότητα του πολιτικού
υποκειμένου , δηλαδή στην προκειμένη περίπτωση της  Ελλάδος 
, το οποίο αφορά στη συζήτηση. Ως στόχο η συζήτηση θα έχει την
απεικόνιση των  αδυναμιών και
πλεονεκτημάτων άρα των πραγματικών δυνατοτήτων του υποκειμένου για άσκηση
εθνικής πολιτικής.   
Η σφαιρικότητα του σύγχρονου  προβλήματος «της ελληνικής κατάστασης» απαιτεί
σφαιρικότητα και συλλογικότητα της προσπάθειας για την επίλυσή του, δηλαδή
απαιτεί τη σύλληψή του ως πρόβλημα εθνικής επιβίωσης.  Σημαίνει με απλά λόγια χάραξη «εθνικής
στρατηγικής επιβίωσης» σε έναν παγκοσμιοποιημένο κόσμο όπου κυριαρχούν
πλανητικές και περιφερειακές δυνάμεις οι οποίες έχουν ίδια συμφέροντα και αυτά
επιχειρούν να εξυπηρετήσουν 
πρωτίστως.  Επειδή δεν υπάρχουν αυτόνομα και αφηρημένα «ελληνικά» ή «εθνικά»
συμφέροντα, πρέπει να θυμόμαστε πάντοτε ότι έτσι μπορούμε να χαρακτηρίσουμε και
να θεωρήσουμε τα συμφέροντα της μέγιστης πλειοψηφίας του λαού, των Ελλήνων, με
πρώτο την εξασφάλιση της συλλογικής ύπαρξής τους σε συνθήκες ελευθερίας και
ανεξαρτησίας, την εξασφάλιση των όρων διατήρησης του χώρου παραγωγής και
αναπαραγωγής της συλλογικής τους ύπαρξης.
 

Στη συνέχεια έρχεται στο προσκήνιο η γεωστρατηγική.

Η γεωστρατηγική, αποτελεί  υποσύνολο της γεωπολιτικής, και μελετά τους
συσχετισμούς δυνάμεων σε διεθνές επίπεδο (παγκόσμιο ή περιφερειακό) και
συνδέεται με την έννοια της πολιτικής ισχύος και της εξωτερικής πολιτικής.
Συγκεκριμένα, η γεωστρατηγική αναφέρεται στην πολιτική που έχει ως αντικείμενο
γεωγραφικές περιοχές που ενδιαφέρουν το συγκεκριμένο κράτος και επηρεάζουν την
ασφάλειά του ή τα εθνικά του συμφέροντα. Υποστηρίζει τη στρατηγική, η οποία
αποτελεί τον τρόπο της χρήσης/σύζευξης των υπαρχόντων μέσων για την επίτευξη
των εθνικών/πολιτικών σκοπών . Το άλλο υποσύνολο είναι η γεωοικονομία.
Βασική εμπειρική – ιστορική (πραγματολογική)
παραδοχή από την οποία χρειάζεται να εκκινήσει η ανάλυση της γεωστρατηγικής
είναι η σημερινή πλανητική εποχή.
Η πλανητική πολιτική δημιουργεί  ένα «καθεστώς»  , εντός του οποίου  όλες οι συμμετέχουσες δρώντες κρατικές  (ή υπερεθνικές ή άλλου είδους ) δυνάμεις  αναγκάζονται λίγο-πολύ, έμμεσα ή άμεσα, να
προσδιορίσουν την πολιτική τους συμπεριφορά με κριτήριο τον συσχετισμό δυνάμεων
πάνω σ’ ολόκληρο τον Πλανήτη , μολονότι η ακτίνα δράσεως της κάθε Δύναμης είναι
διαφορετική. Η εξάπλωση του καπιταλισμού σε πλανητικό επίπεδο , με τα ειδικά
του  σύγχρονα χαρακτηριστικά, η
διαμορφούμενη μαζικοδημοκρατία στο κοινωνικό επίπεδο, μαζί με την  παρουσία των ΗΠΑ ως μοναδικής πλανητικής  υπερδύναμης ακόμη, αποτελούν βασικούς πυλώνες
του υπάρχοντος καθεστώτος.
 Η παγκόσμια κατάσταση αντικαθρεφτίζεται σε
κάθε περιφέρεια του πλανήτη μέσα στους συσχετισμούς που προκύπτουν από την εκεί
παρουσία των πλανητικών Δυνάμεων ή των μεγάλων Δυνάμεων  καθώς και από τις συναφείς δράσεις και
αντιδράσεις των τοπικών Δυνάμεων. Το αποτέλεσμα είναι ότι, με δεδομένη μια
σχετικά μεγάλη πυκνότητα της πλανητικής πολιτικής , δεν υπάρχει πια σε
περιφερειακό επίπεδο διεθνής πολιτική δίχως πλανητικές επόψεις και επιπλοκές.
Στην περίπτωση μικρών ή μεσαίων
Δυνάμεων ( η Ελλάδα ανήκει μάλλον στις μικρές Δυνάμεις όπως η μεγάλη πλειοψηφία
των κρατών)  το γεωπολιτικό τους
δυναμικό, με τη  έννοια  που έχουμε δώσει , έχει ουσιώδη σημασία ως
προς τον προσδιορισμό των σχέσεών τους με πλανητικές Δυνάμεις , οι οποίες
αναζητούν περιφερειακούς δορυφόρους, τοποτηρητές ή εταίρους.
Με αυτόν τον τρόπο (δηλαδή
εμμέσως),  κάθε μικρή ή μεσαία Δύναμη
γίνεται παράγοντας της πλανητικής πολιτικής και, ανεξάρτητα  από την αρχική στατική απεικόνιση  του γεωπολιτικού της δυναμικού  αυτό  αυξομειώνεται ανάλογα με την πλανητική
σπουδαιότητα του ευρύτερου χώρου όπου εκδιπλώνει την ενέργεια αυτή.
Με απλά λόγια:  ένα πρώτο συμπέρασμα  θα περιέκλειε την ακριβή καταγραφή του εθνικού
δυναμικού , με την ευρεία έννοια του όρου, όχι με στατικό τρόπο αλλά σε ένα
πολυδιάστατο πλέγμα πολιτικών , κοινωνικών , οικονομικών , πολιτιστικών και
ψυχολογικών παραγόντων , σε συνάρτηση με τις υπάρχουσες και συνεχώς εξελισσόμενες
περιφερειακές και πλανητικές διαμορφώσεις.   
Δίχως  αυτού του είδους την αυτογνωσία των
δυνατοτήτων του εθνικού δυναμικού οδηγούμεθα μέρα με την μέρα στην καταστροφή .

[1] Το
παρόν άρθρο αποτελεί μικρό τμήμα της εισήγησής μου στο Διήμερο Μαρξιστικού
Προβληματισμού ,29και 30 Μαΐου 2013 , το οποίο διοργάνωσε Ο Μαρξιστικός Χώρος
Μελέτης και Έρευνας (ΜΑΧΩΜΕ).