Η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών


 Μετά από πολύμηνες
διαδικασίες  «διερεύνησης» των
δεδομένων  προκειμένου καθορισθούν οι «
στόχοι»,  κυρίως με βάση τις θελήσεις του
ΤΧΣ ,στο τελικό στάδιο της διαδικασίας ανακεφαλαιοποίησης εισέρχονται οι
τέσσερις μεγάλες συστημικές τράπεζες -η Εθνική Τράπεζα, η Alpha Bank, η
Eurobank και η Τράπεζα Πειραιώς.

Οι έκτακτες γενικές συνελεύσεις των τεσσάρων αυτών τραπεζών καλούνται να
εγκρίνουν τις αυξήσεις των μετοχικών τους κεφαλαίων, στο πλαίσιο της
ανακεφαλαιοποίησής τους. Ήδη  τη σχετική
απόφαση έλαβε πρώτη η Alpha Bank, την Τρίτη 16 Απριλίου , πραγματοποιείται η
γενική της συνέλευση για το θέμα αυτό.

Η επόμενη γενική συνέλευση για αποφάσεις σχετικά με την
αύξηση κεφαλαίου της είναι της Τράπεζας Πειραιώς και θα πραγματοποιηθεί την
Δευτέρα 22 Απριλίου. Και στις δύο περιπτώσεις η εξασφάλιση του 10% της
ιδιωτικής συμμετοχής θεωρείται σχεδόν δεδομένη από τα διοικητικά στελέχη των  τραπεζών.
Η γενική συνέλευση της Eurobank πραγματοποιείται την Τρίτη 20 Απριλίου, με
στόχο επίσης την κάλυψη του 10% της ιδιωτικής συμμετοχής, προκειμένου η τράπεζα
να συνεχίσει την αυτόνομη πορεία της .
H γενική συνέλευση της Εθνικής Τράπεζας πραγματοποιείται την Δευτέρα 29
Απριλίου.
Μόλις ολοκληρωθούν οι γενικές συνελεύσεις των τραπεζών θα συνεδριάσουν τα
διοικητικά τους συμβούλια προκειμένου να καθοριστούν οι όροι και η τιμή έκδοσης
των μετοχών. Το σχετικό ενημερωτικό δελτίο της αύξησης θα κατατεθεί στην
Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και εντός του Μαΐου θα ξεκινήσει η διαδικασία άσκησης
των δικαιωμάτων των μετόχων στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου.

Σημειώνεται ότι οι κεφαλαιακές ανάγκες της Εθνικής Τράπεζας ανέρχονται σε 9,7
δισ.ευρώ, της Eurobank στα 5,8 δισ.ευρώ, της Alpha Bank στα 4,5 δισ. ευρώ και
της Τράπεζας Πειραιώς στα 7,3 δισ. ευρώ.

Μετά την πλήρη ανατροπή της
αρχικής στρατηγικής που ήταν η ανακεφαλαιοποίηση του ενιαίου ομίλου Εθνικής και
Eurobank-που βρισκόντουσαν στην τελικά φάση μεταξύ τους συγχώνευσης-που
επέφεραν οι πρόσφατες αποφάσεις των αρχών, η διοίκηση της τράπεζας δίνει αγώνα
δρόμου για την κάλυψη του 10% της ιδιωτικής συμμετοχής. Οι ευθύνες όχι για την
αλλαγή  αυτή καθ’ αυτή,  αλλά για την χρονική στιγμή που αυτή
επιλέχθηκε , και τους εγκυμονούντες κινδύνους  
βαρύνουν τις αρχές οι οποίες την αποφάσισαν (τρόικα) και τις αρχές που
συμφώνησαν ασμένως (Τράπεζα της Ελλάδος – Υπουργείο Οικονομικών – Μαξίμου).
Νομίζω ότι το ζήτημα της
διατήρησης τουλάχιστον του παρόντος καθεστώτος 
 της Εθνικής  μέσω της ανακεφαλαιοποίησης, αποτελεί θέμα
θεμελιώδες αφενός  για τις επερχόμενες  εξελίξεις και αφετέρου  για την προσπάθεια οικονομικής ανόρθωσης
της  χώρας όποτε αυτή αποφασισθεί αφού  βεβαίως πρώτα έχει τεκμηριωθεί επαρκώς.
Η Εθνική τράπεζα δεν πρέπει  να θεωρείται όπως οποιαδήποτε άλλη τράπεζα
στην χώρα.  Η πορεία της πηγαίνει pari passo με
την ιστορία αυτού του τόπου. Σε όλα τα σκαμπανεβάσματα , στις καλές αλλά και
στις κακές στιγμές της πορείας αυτού του τόπου , η παρουσία της Εθνικής ήταν
καταλυτική.  Υπάρχουν σκοτεινές  περίοδοι στην ιστορία της.   Όμως 
αποτελεί ακόμη και σήμερα το μοναδικό εργαλείο στο χρηματοπιστωτικό
τομέα το οποίο μπορεί να συμβάλλει άμεσα , διατηρώντας τη σχετική του αυτονομία
από το ελληνικό δημόσιο, αυτονομία η οποία θα πρέπει να  σχετίζεται πρωτίστως  με τα σωστά κριτήρια άσκησης της τραπεζικής
λειτουργίας , στην χρηματοδότηση της οικονομίας της χώρας. Μην επαναληφθούν
λάθη του παρελθόντος όπως με τις αναπτυξιακές τράπεζες οι οποίες θεωρήθηκαν ότι
είχαν επιτελέσει το έργο τους, προφανώς οι πολιτικοί ιθύνοντες θεώρησαν ότι η
Ελλάδα αναπτύχθηκε τόσο όσο να μην τις έχει ανάγκη σε αντίθεση με την Γερμανία
η οποία φαίνεται ότι δεν έχει αναπτυχθεί… επαρκώς για να διατηρεί ακόμη τη
δικιά της .  
Στις σύγχρονες ευρωπαϊκές
κοινωνίες,  ακόμα και σήμερα  εξακολουθεί μεγάλο μέρος  του πληθυσμού, να τρέφεται από τις αυταπάτες
της υποτιθέμενης διάλυσης  των εθνικών
ιδιομορφιών, πολιτισμών  και της άρνησης
της  ιδιαιτερότητας στην άσκηση της
οικονομικής πολιτικής . Όμως η απτή πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική.
Όλα τα ισχυρά κράτη κατέχουν , το κάθε ένα με τον τρόπο του, τους απαραίτητους
διαύλους μέσω των οποίων μπορούν να επιδράσουν στην άσκηση της οικονομικής
πολιτικής. Μόνο τα κράτη τα οποία αρνούνται αυτό το ρόλο, κράτη παρίες ,
επιτρέπουν στον εαυτό τους την εγκατάλειψη 
αυτής της υποχρέωσης ,   στο όνομα
υπερεθνικών κανόνων , «ορθολογικά και κανονιστικά» σύμφωνων με την λειτουργία
μιας υπερεθνικής αγοράς στην οποία …κατά σύμπτωση κερδίζουν πάντα οι
ισχυρότεροι.