Ο Ντάισελμπλουμ γνώριζε πολύ καλά τι έλεγε.


Τελικά ο  νέος
πρόεδρος του Eurogroup, ολλανδός υπουργός οικονομικών Γερούν   Ντάισελμπλουμ γνώριζε πολύ καλά τι έλεγε. Δεν  επρόκειτο για μια λανθασμένη ρήση ενός άπειρου
πολιτικού όταν υπογράμμιζε ότι το υπόδειγμα διάσωσης του τραπεζικού συστήματος της
Κύπρου θα αποτελέσει παράδειγμα και για άλλες περιπτώσεις όταν προκύψουν.  Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει εύκολα ,όποιος  έχει μελετήσει, προσεκτικά, τις κατά καιρούς
δηλώσεις της Μέρκελ , μέσω των οποίων εμφανίζονται οι οικονομικές της πεποιθήσεις
,  σχετικά με τις διασώσεις κρατών  και τραπεζών .
Για να είμαι ακριβής δεν
πρόκειται για πεποιθήσεις μόνο της Μέρκελ αλλά του συνόλου της γερμανικής
πολιτικής ηγεσίας , δεδομένου ότι η βασική τους θέση εκφράστηκε εκκωφαντικά στη
συνθήκη του Μάαστριχτ όπου δεν προβλεπόταν καμία διάσωση κρατών ή τραπεζών. 
Οι γερμανοί πολιτικοί , ακολουθούν
ένα δόγμα οικονομικής θεωρίας το οποίο αποτελεί δημιούργημα της λεγόμενης
σχολής του
Freiburg, το λεγόμενο φιλελευθερισμό με
τάξη
(
Ordoliberalism).
Στο συγκεκριμένο υπόδειγμα η λειτουργία του κράτους είναι σημαντική στο να
εξασφαλίζονται  στο έπακρο και στα όρια
των δυνατοτήτων  τους οι  λειτουργίες της ελεύθερης αγοράς.  Αν αυτό συμβεί δεν υπάρχει λόγος κάποιος να
διασωθεί, διότι η ορθή λειτουργία της αγοράς δεν θα το επιτρέψει να συμβεί. Αν
συμβεί ,θα εξετασθεί
ad hoc η περίπτωση και θα κριθεί με βάση συγκεκριμένα κριτήρια αν θα πρέπει να
διασωθεί. Με τον τρόπο αυτό δεν υπάρχει στην γερμανική οικονομική σκέψη η
διάσωση ως εργαλείο γενικής φύσεως.  
Η Κεντρική τράπεζα , διασφαλίζει
την σταθερότητα των τιμών, και απέχει από το να ασκεί διακριτική νομισματική
πολιτική.  Το χρήμα  σύμφωνα με την συγκεκριμένη αντίληψη  υπηρετεί 
(ή πρέπει να υπηρετεί) την πραγματική οικονομία.  Όσοι θεωρούν την γερμανική οικονομική
πολιτική νεοφιλελεύθερη έχουν άγνοια  και
τι είναι ο νεοφιλελευθερισμός και τι είναι η θεωρία του   
Ordoliberalism.  
 Επανέρχομαι λέγοντας, ότι την ανάγκη ποιούσα
φιλοτιμία η Μέρκελ , σύρθηκε στη διάσωση των διαφόρων χωρών , λέγοντας όμως με
δυνατή φωνή, ότι μετά τη μεταβατική περίοδο , και τη λειτουργία του μόνιμου
μηχανισμού
ESM, το κόστος των  διασώσεων  θα αναλαμβάνουν πρωταρχικά οι διασωζόμενοι και
στη συνέχεια  αν υπάρχει λόγος οι
υπόλοιποι.  
Σε αυτή τη λογική δεν υπάρχει
κάτι το οποίο να θεωρείται ιερό και να μην μπορεί να χρησιμοποιηθεί στη
διάσωση  κράτους ή τραπεζικού ιδρύματος :
κούρεμα των ονομαστικών μισθών, κούρεμα των ονομαστικών συντάξεων, τέλη επί της
ακίνητης και κινητής περιουσίας. Τώρα πέφτει και το τελευταίο οχυρό οι
καταθέσεις. Είναι κάτι το οποίο συνάδει απολύτως με την γερμανική οικονομική
λογική. Άρα θα συνεχιστεί στην πρώτη περίπτωση που θα προκύψει.
Όλο το παραπάνω σκεπτικό ντύνεται με διάφορα
ηθικοκανονιστικά προτάγματα όπως : να απαλλάξουν τους ευρωπαίους
(και κυρίως τους Γερμανούς) φορολογούμενους από το βάρος της διάσωσης των κρατών της ευρωζώνης και να το μεταθέτουν στους επενδυτές και στους πιστωτές. Υπάρχει όμως η πραγματικότητα που ξεσκεπάζει τέτοιου είδους προτάγματα: η διάσωση των γερμανικών τραπεζών, οι οποίες κατείχαν 46 δις ευρώ ελληνικά ομόλογα,  μέσω της ανάληψής τους από το γερμανικό δημόσιο.
Δύο μέτρα και δύο σταθμά.
Συνεπώς σε
αυτή την συγκυρία, και τα  οικονομικά
πιστεύω των γερμανών υποτάσσονται στην προσπάθειά τους να κατισχύσουν στο
ευρωπαϊκό οικοδόμημα.