Η ΕΕ όλο και περισσότερο αποκαλύπτει τον εαυτό της.


Η απόφαση του Eurogroup
να επιβάλει εφάπαξ εισφορά στις καταθέσεις σε κυπριακές τράπεζες – 9,9% σε
καταθέσεις άνω των 100000 ευρώ, 6,75% σε καταθέσεις κάτω των 100000 ευρώ – δημιουργεί
νέα δεδομένα στον χώρο της ευρωζώνης και όχι μόνο. Αποτελεί μέτρο το οποίο ποιοτικά
μεταβάλλει άρδην το πλαίσιο λειτουργίας του χρηματοπιστωτικού τομέα και συνεπώς
και της οικονομίας γενικότερα.

 Το σύγχρονο χρηματοπιστωτικό σύστημα
ουσιαστικά στηρίζεται στην εγγύηση των καταθέσεων. Από το 1933, όταν
δημιουργήθηκε Federal Deposit Insurance Corporation
(FDIC) στις ΗΠΑ από τον
πρόεδρο F.D.Roosevelt ,ως
απάντηση στις χιλιάδες πτωχεύσεις τραπεζικών ιδρυμάτων , μέχρι την Οδηγία
94/19/EC του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της
30.Μαίου 1994,  η οποία προέβλεπε τη δημιουργία
οργανισμού ασφάλειας καταθέσεων σε κάθε χώρα  μέχρι ενός ορισμένου ποσού, (20000 χιλιάδες
ευρώ τότε) και η οποία βελτιώθηκε στη συνέχεια  ως προς το ύψος του ασφαλιζόμενου ποσού
(100000 ευρώ σήμερα) το προσφερόμενο  δίχτυ
ασφαλείας των καταθέσεων αποτελούσε βασικό πυλώνα ασφάλειας της σταθερότητας
του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

 Σήμερα η συγκεκριμένη απόφαση ως τέτοια
αλλά και το ότι θίγεται ακόμη και το υποτιθέμενο εγγυημένο ποσό θέτει εν
αμφιβόλω τη βασική  λειτουργία του
χρηματοπιστωτικού συστήματος όπως το γνωρίζαμε τουλάχιστον τα τελευταία 80 έτη.

Επομένως βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια εντελώς νέα κατάσταση όπου τίποτε
δεν είναι σίγουρο και ασφαλές. Ενώ λόγω των αλλεπάλληλων χρηματοπιστωτικών
κρίσεων των τελευταίων ετών[1]
σύσσωμες οι κυβερνήσεις των αναπτυγμένων χωρών της Δύσης εργάζονται προς μια
κατεύθυνση «ρύθμισης» των λειτουργιών του χρηματοπιστωτικού συστήματος έτσι
ώστε οι καταθέσεις να «αφεθούν έξω» από τις πολύπλευρες και αυξημένου κινδύνου
λειτουργίες της Επενδυτικής Τραπεζικής, ξαφνικά η απόφαση του  Eurogroup διαλύει την βεβαιότητα της εξασφάλισης
των καταθέσεων.

 Διαλύει ουσιαστικά την πεποίθηση και
την εμπιστοσύνη της κοινωνίας και των πολιτών έναντι του νομίσματος της χώρας
του. Μην ξεχνούμε ότι οι καταθέσεις επί της ουσίας θεωρούνται ρευστά , όπως τα χαρτονομίσματα.
Η  αποδοχή του νομίσματος της χώρας από τους
πολίτες της, ως τέτοιο, επιτρέπει τη λειτουργία της οικονομίας. Η αποδοχή  του νομίσματος σημαίνει εμπιστοσύνη.
 Η
κοινωνία πιστώνει το κράτος και την κεντρική του τράπεζα.
 Η κοινωνία δείχνει
εμπιστοσύνη και δέχεται ότι το κράτος της είναι φερέγγυο. Όχι το αντίθετο όπως πιθανά
να πιστεύουν πολλοί.

Επομένως το συγκεκριμένο μέτρο οδηγεί σε νέα δεδομένα τα οποία πρέπει να εξετασθούν
λεπτομερώς ως προς τις συνέπειές τους.
 Δεν αρκούν οι ανόητες τοποθετήσεις των
γερμανών (Σόιμπλε)και των ευρωπαίων ιθυνόντων (Όλι Ρεν) ότι αυτό δεν πρόκειται
να εφαρμοστεί σε άλλη χώρα. Άπαξ και έγινε κανένας λογικός άνθρωπος δεν μπορεί
να δεχτεί ότι δεν πρόκειται να ξαναγίνει. Δεν υπάρχει τρόπος η παραπάνω δικαιολόγηση
του γεγονότος να γίνει αποδεκτή.
 Όταν κάτι συνέβη  ιστορικά, μπορεί να ξανασυμβεί. Συνεπώς θα πρέπει
να περιμένουμε τις  αντιδράσεις των
πολιτών.

 Ένας ακόμα λόγος ο οποίος ενισχύει τα
όσα υποστηρίζουμε είναι ότι την τελευταία περίοδο στις χώρες του Νότου
χρησιμοποιούνται μέσα προκειμένου να επέλθει η λεγόμενη «δημοσιονομική
προσαρμογή» τα οποία επίσης είναι πρωτάκουστα στις ευρωπαϊκές χώρες, όπως :περικοπές
μισθών, συντάξεων, εργασιακών δικαιωμάτων, κλπ..
Τώρα  προστίθεται για πρώτη φορά και ένα ποιοτικά
νέο: η «κατάσχεση» των καταθέσεων όλων ανεξαιρέτως των πελατών των τραπεζών –
όχι μόνο εκείνων που, όπως προβλέπει η φορολογική νομοθεσία, βαρύνονται με
κάποιο οικονομικό έγκλημα.

Το μήνυμα που στέλνει η συγκεκριμένη απόφαση, σε όλους τους πολίτες της ευρωζώνης
και της ευρωπαϊκής ένωσης  είναι σαφές:
Από εδώ και τώρα τίποτα δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο, αν η οικονομία της
χώρας τους δεν  λειτουργεί «σωστά»  αν δεν επιτυχαίνει δηλαδή τους στόχους του
εφαρμοζόμενου υποδείγματος δημοσιονομικής προσαρμογής το οποίο έχει επιβληθεί στις
ευρωπαϊκές χώρες με τη συμφωνία όλων των ηγετών τους.
 Προσοχή από όλους τους ηγέτες
των ευρωπαϊκών χωρών βεβαίως υπό την ηγεσία της Γερμανίας. Η απόφαση, επίσης, σηματοδοτεί
ότι πλέον δεν υπάρχουν όρια στις δυνητικές «κατασχέσεις» οι οποίες μπορούν να
συμβούν στο μέλλον όχι μόνο στις τραπεζικές καταθέσεις αλλά και στην υπόλοιπη
κινητή και ακίνητη περιουσία του καθενός.
Η «κατάσχεση» όλων, δικαίων και
αδίκων, ανάγεται σε εργαλείο οικονομικής πολιτικής.

Η καγκελάριος Μέρκελ για άλλη μια φορά προσέφυγε στην ηθικολογία για να δικαιολογήσει
την συγκεκριμένη απόφαση: είναι δίκαιο να πληρώσουν όσοι συμμετείχαν στη
διαμόρφωση αυτής της κατάστασης. Η προσφυγή στην ηθικολογία από μια πολιτικό η
οποία υποτίθεται θέλει να ηγηθεί στην ΕΕ νομίζω ότι δείχνει την τεράστια
οπισθοδρόμηση της πολιτικής την οποία ζούμε τα τελευταία χρόνια στην Ευρώπη.
Η
εξάπλωση της ηθικής εις βάρος της πολιτικής σηματοδοτεί μόνο δυσάρεστες
μελλοντικές εξελίξεις.  

Αυτό που θίγει σήμερα τους Κύπριους, τους Έλληνες, τους Πορτογάλους κτλ  θα μπορούσε να θίξει αύριο και τους ίδιους.
Ιστορικά αυτό έχει συμβεί. Όμως η ιστορία  διδάσκει με διαφορετικό τρόπο από αυτόν που όλες
οι «χειραφετικές» θεωρήσεις υποθέτουν.

 Υπάρχει όμως και ένα ακόμα σημαντικό
συμπέρασμα το οποίο εξάγεται από την συγκεκριμένη απόφαση ή μάλλον από τον
τρόπο με τον οποίο πάρθηκε αυτή η απόφαση: ο
πολιτικός εκβιασμός
. Τόσο ο Σόιμπλε όσο και ο Άσμουνσεν  απλά είπαν : αυτή είναι η λύση  ή τη δέχεστε ή χρεοκοπείτε. Η Κύπρος δεν αποτελεί συστημικό κίνδυνο για
την ευρωζώνη.
 Αν αποτελούσε θα
έκαναν προφανώς κάτι άλλο. Δεν θέλω να αναφερθώ στην ενδοτικότητα του Ν. Αναστασιάδη
ή του Γ. Παπανδρέου ή οποιουδήποτε άλλου, η οποία είναι δεδομένη, αλλά να υπενθυμίσω σε όσους
υποστηρίζουν τις «ορθολογικές λύσεις» εντός ενός «ευρωπαϊκού κεκτημένου
αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας» ότι ήταν και είναι βαθειά νυχτωμένοι.
Κοιμούνται ύπνο βαθύ και οραματίζονται ατελείωτες «ισότιμες ορθολογικές συζητήσεις»
και «ισότιμες επικοινωνιακές δυνατότητες» μεταξύ ορθοφρονούντων ατόμων  οι οποίες οδηγούν σε βέλτιστες λύσεις για όλους.
Λησμονούν όμως ότι «ισότιμες ορθολογικές συζητήσεις» απαιτούν και ισοδύναμους
συζητητές. Ισοδύναμους συζητητές ,όχι βέβαια στην πολιτική ρητορεία, αλλά στην πολιτική
ισχύ και συνεπώς στην οικονομική, πολιτιστική και στρατιωτική ισχύ.

 Το μέλλον των φυσικών ατόμων αλλά και
των θεσμικών υποκειμένων (οικονομικών, κρατικών κτλ) δεν καθορίζεται από τις κανονικότητες
της καθημερινότητας αλλά από το κρίσιμο γεγονός (crucial event) όταν καλείσαι να
αποφασίσεις «με ποιόν θα πας και ποιόν θα αφήσεις».
 Οι κανονικότητες είναι άνευ
σημασίας και δεν αφορούν κανένα αν δεν υπηρετούν τα επερχόμενα κρίσιμα γεγονότα[2] .
Για αυτό όσοι ασχολούνται με αυτές, (πρώτοι μεταξύ αυτών οι στατιστικοί και οι σύγχρονοι οικονομολόγοι) δεν μπορούν ποτέ να αντιληφθούν
τις επερχόμενες αλλαγές στην ιστορία και βρίσκονται απροετοίμαστοι ως μωρές
παρθένες.  

Η απόφαση της Eurogroup δείχνει με απόλυτη σαφήνεια ότι  όσα υποστηρίζω παραπάνω βρίσκονται πολύ κοντά
στην πραγματικότητα και του τρόπου άσκησης πολιτικής:  η Κύπρος, είναι οικονομικά αδύναμη και
γεωπολιτικά βρίσκεται αντιμέτωπη με σοβαρές προκλήσεις και προβλήματα.
 Η
συγκυριακή αδυναμία και της πολιτικής της ηγεσίας πολλαπλασιάζει το πρόβλημα.
 Αυτό καθιστά ευκολότερη την επιβολή των μέτρων καθώς ο εκβιασμός γίνεται
αποδεκτός και δεν υπάρχουν αντιστάσεις.
 Όμως αυτό δεν μεταβάλλει σε τίποτε τον
τρόπο με τον οποίο πολιτεύονται οι ισχυρές χώρες έναντι των λιγότερο ισχυρών.
Μάλιστα αυτό επιτείνεται σε περιόδους κρίσεων.   

Για να επανέλθουμε στα συγκεκριμένα μέτρα είναι φανερό ότι το πρωτοφανές
αυτό μέτρο δεν μπορεί να διαχυθεί αυτόματα στην υπόλοιπη ευρωζώνη. Όμως ο ασκός
του Αιόλου  έχει ανοίξει .

Μπορεί η επιβολή του στην Κύπρο να  οφείλεται στη διπλή αδυναμία της: την
οικονομική (η Κύπρος είναι ο αδύναμος κρίκος της νομισματικής ένωσης) και την
πολιτική (την απίστευτη ενδοτικότητα της νέας κυβέρνησής υπό το Νίκο
Αναστασιάδη
) αλλά κανένας δεν γνωρίζει πότε η οικονομία της χώρας του
θα βρεθεί στην ίδια κατάσταση και η πολιτική της ηγεσία θα αποδειχθεί ανίκανη ή
παγιδευμένη στα πολιτικά φληναφήματα της «δίκαιης διαπραγμάτευσης με τους εταίρους».

Κλείνοντας θέλω να υπενθυμίσω ότι οι Κύπριοι καταψήφισαν το ΑΚΕΛ για τα
απίστευτα λάθη του στην οικονομική πολιτική και ψήφισαν τον Αναστασιάδη  για να τους βελτιώσει την οικονομική
κατάσταση. Τα αποτελέσματα είναι ήδη γνωστά. Το ίδιο είχε συμβεί και στην
Ελλάδα όταν καταψηφίστηκε ο Καραμανλής με τα ανομολόγητα λάθη του στην
οικονομία, για να ψηφιστεί στη συνέχεια ο Γ Παπανδρέου με τα γνωστά
αποτελέσματα. Ανέλαβε στη συνέχεια ο Σαμαράς ο οποίος άλλα έλεγε χθες και άλλα
πράττει σήμερα.
  Μήπως βρισκόμαστε σε
αδιέξοδο το  οποίο οδηγεί σε σκοτεινά
μονοπάτια;


[1]
Για όλα αυτά δες: Κ. Μελάς, Σύγχρονες Κρίσεις του Παγκόσμιου Χρηματοπιστωτικού
Συστήματος, ΑΑ.Λιβάνη 2011.  
[2]
Σχετικά δες: Κ. Μελάς, Η Ατελέσφορη Επιστήμη, Ευρασία Απρίλιος 2013.