Η αυτό – καταστροφική πολιτική της μονόπλευρης δημοσιονομικής προσαρμογής.


Αξίζει να
διαβαστούν προσεκτικά τα όσα αναφέρονται στην πρόσφατη Νομισματική Έκθεση της
ΤτΕ σχετικά με τη Δημοσιονομική προσαρμογή η οποία ακολουθείται στις χώρες της
ΕΕ την περίοδο 2011-2013. Όλα τα συμπεράσματα των εμπειρικών ερευνών για τους
δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές οδηγούν στο άποψη ότι σε περιόδους κρίσεων
είναι πολύ υψηλότεροι από ότι σε «κανονικές» περιόδους  με αποτέλεσμα η αρνητική επίδραση μιας
προσαρμοστικής  δημοσιονομικής πολιτικής
να είναι μεγαλύτερη και μάλιστα αυτοκαταστροφική στις περισσότερες των
περιπτώσεων. Σύμφωνα με πρόσφατη εμπειρική μελέτη[1]
, η ακολουθούμενη συγχρονισμένη πολιτική δημοσιονομικής πολιτικής (λιτότητας σε
ευρεία κλίμακα) στις χώρες της ευρωπαϊκής ένωσης και  σε κατάσταση ύφεσης της οικονομίας  είναι απολύτως αυτοκαταστροφική κυρίως για το
βασικό στόχο που υποτίθεται ότι εξασκείται δηλαδή τη μείωση του λόγου ΔΧ/ΑΕΠ.
Σύμφωνα με τη μελέτη ο λόγος ΔΧ/ΑΕΠ θα αυξηθεί σε όλες τις χώρες της ευρωζώνης.
 Έχω την γνώμη ότι αυτά ήταν γνωστά σε
όσους έχουν ευρεία γνώση της οικονομικής θεωρίας και δεν ακολουθούν απλά  ιδεολογικά δόγματα.
Όμως η αδυναμία
υπέρβασης των συντριπτικών εμπειρικών ευρημάτων (νομίζω ότι περίπου όλες οι
εμπειρικές έρευνες συγκλίνουν στο ίδιο αποτέλεσμα κάτι σχετικά δύσκολο για την
εμπειρική έρευνα στην οικονομία) από τους επίμονους θιασώτες της άνευ όρων
βίαιης δημοσιονομικής πολιτικής , επιχειρείται να αμβλυνθεί από ερμηνείες
διαφόρων ειδών για τον τρόπο αντιμετώπισης ενός 
προβλήματος που κινδυνεύει να γίνει , αν δεν έχει γίνει , σοβαρότατο
εμπόδιο στην ανάκαμψη της ευρωπαϊκής αλλά και της παγκόσμιας οικονομίας. Είναι
αλήθεια ότι το εύρημα ότι οι δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές για τις προηγμένες
οικονομίες είναι υψηλότεροι στην παρούσα οικονομική συγκυρία δεν συνεπάγεται
αυτόματα μεταβολή στη θέση ή στην κατεύθυνση της ασκούμενης δημοσιονομικής
πολιτικής , όπως ισχυρίζεται η ΝΕ της ΤτΕ; 
Αν αυτό το εύρημα δεν μας επιτρέπει να αναθεωρήσουμε τον τρόπο που
αντιμετωπίζουμε την παρούσα κρίση χρέους στην ευρωζώνη τότε τι θα πρέπει να
συμβεί για να το αναθεωρήσουμε; Διότι τα ευρήματα αυτά δείχνουν την αδυναμία
επίτευξης των στόχων που έχουν τεθεί . Επίσης δείχνουν το μεγάλο κόστος
ευκαιρίας που καταβάλλεται από τις ευρωπαϊκές οικονομίες σε χρηματικούς ,
φυσικούς και ανθρώπινους πόρους στο όνομα δογματικών αντιλήψεων και υποστήριξης
συμφερόντων πάσης φύσεως (από εθνικά μέχρι ταξικά). Οι ιστορικές εμπειρίες αλλά
και η πρόσφατη των ΗΠΑ δείχνουν το περίγραμμα αντιμετώπισης της κρίσης. Είναι
βέβαιο ότι εκεί θα καταλήξει και η ευρωζώνη αλλά κινδυνεύει το κόστος το οποίο
θα καταβάλλει θα είναι πολλαπλάσιο από αυτό που θα μπορούσε να καταβάλει εξ
αρχής. Άλλωστε το παράδειγμα της Ελλάδος είναι χαρακτηριστικό. Η δημοσιονομική
προσαρμογή και η μείωση του ΔΧ/ΑΕΠ χρειάζεται βεβαίως να πραγματοποιηθεί αλλά
με βάση τους «νόμους λειτουργίας» της οικονομίας .  
Σημειώνει αμέσως
παρακάτω η έκθεση :   Προκειμένου να συμβεί αυτό, θα πρέπει να
συνεκτιμηθούν παράγοντες όπως οι χρηματοδοτικοί περιορισμοί, η εμπιστοσύνη των αγορών
και οι κοινωνικές συνθήκες που αντιμετωπίζει κάθε χώρα.
Αναφορικά με το
πρώτο σημείο: οι υφιστάμενοι χρηματοδοτικοί περιορισμοί οφείλονται πρωτίστως
στον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα και το
οποίο παρακρατά σημαντικότατους χρηματικούς πόρους τους οποίους θέτουν σε κυκλοφορία
οι Κεντρικές Τράπεζες και οι Κυβερνήσεις των Ισχυρών κρατών. Είναι πασίγνωστο
ότι τα σημαντικότατα ποσά τα οποία διάθεσε η ΕΚΤ με τα λεγόμενα μη συμβατικά
μέτρα  προς τα Ευρωπαϊκά ιδρύματα
παρακρατούνται από αυτά και επανακαταθέτονται  
στην ΕΚΤ. Οι πολυεθνικές επιχειρήσεις διαθέτουν τεράστια ρευστότητα η
οποία επίσης παρακρατείται και δεν εισρέει στην οικονομία. Όλα αυτά διότι η
πραγματική οικονομία είναι κατατονική . Επειδή η μεγέθυνσή της έχει τεθεί σε δευτερεύουσα
 μοίρα από τη δημοσιονομική προσαρμογή
και την υποστήριξη των χρηματοπιστωτικών ομίλων.
Το δεύτερο
σημείο σχετικά με την εμπιστοσύνη των αγορών. Η έλλειψη εμπιστοσύνης των αγορών
είναι το αποτέλεσμα της ακολουθούμενης οικονομικής πολιτικής και όχι η αιτία .
Ακόμη και το ΔΝΤ πλέον υποδεικνύει ότι η μεγέθυνση του ΑΕΠ είναι ικανή και
αναγκαία συνθήκη για τη βελτίωση του οικονομικού κλίματος. Η εμπιστοσύνη δεν
παράγεται με λόγια και ευχές ούτε με πολιτικές αυτοκαταστροφικής λιτότητας σε
περιόδους κρίσης. Η εμπιστοσύνη για τις αγορές δημιουργείται όταν θα υπάρχουν
λειτουργικές πηγές αποπληρωμής των δάνειων πόρων τους οποίους παραχωρούν. Η
δημιουργία θετικών προσδοκιών δεν είναι αποτέλεσμα  μιας εργαλειακής –τυπικής ορθολογικότητας σαν
και αυτή που χρησιμοποιούν τα υποδείγματα
DSGE
. Είναι κυρίως το αποτέλεσμα εγγυήσεων και πράξεων από τη μεριά των θεσμικών
οργάνων , ως εκφραστών της γενικής βούλησης, που ανοίγει το δρόμο μέσω της μείωσης
της αβεβαιότητας στη δημιουργικότητα των επιχειρήσεων.
 Το τρίτο σημείο αναφέρεται στις  κοινωνικές συνθήκες που επικρατούν σε κάθε
χώρα. Δηλαδή τι σημαίνει αυτό; Με ποια κριτήρια θα αξιολογηθεί η κατάσταση στις
κοινωνίες; Πάλι με την χρήση αριθμοδεικτών θα αποφασίσουμε την αντοχή τους; Το
παράδειγμα της Ελληνικής κοινωνίας πως αξιολογείται; Υπάρχει περιθώριο για
περαιτέρω μειώσεις; Η κοινωνική συνοχή πως αξιολογείται; Η ανθεκτικότητα του
πολιτικού συστήματος ; Η ίδια η δημοκρατία; Μήπως θα πρέπει μιας και είμαστε
στην Ευρώπη να σκεφτούμε λίγο τους βασικούς άξονες και τα ιδιαίτερα
χαρακτηριστικά του ευρωπαϊκού υποδείγματος ;    

[1] Dawn Holland, Jonathan Portes,  Self-defeating
austerity?  VoxEU.org, 1 November 2012