Η αποτυχία των μακροοικονομικών στόχων του Μνημονίου Β’ πρέπει να θεωρείται σχεδόν βέβαιη.

Είναι περίεργο το ότι σε τακτά χρονικά διαστήματα , καλούμαστε όλοι εμείς που είχαμε εξ’ αρχής εκφράσει τις έντονες αντιρρήσεις μας   ως προς την αποτελεσματικότητα, του  οικονομικού  προγράμματος  που συμπεριλαμβανόταν στο Μνημόνιο 1 , και έχουμε παντελώς δικαιωθεί , να αποφανθούμε εκ νέου για την αποτελεσματικότητα ενός προγράμματος  που έχει διαφοροποιηθεί ,όχι στη βασική του φιλοσοφία , αλλά στην ποσότητα των χρησιμοποιουμένων μέσων για την επίτευξη των ίδιων και απαράλλακτων στόχων.
Μέχρι σήμερα είμαστε μάρτυρες μιας παντελούς αποτυχίας του μνημονίου ως προς όλους σχεδόν τους μακροοικονομικούς στόχους που έχουν τεθεί και οι οποίοι αποτελούν το βασικό ζητούμενο του προγράμματος.  Εδώ υπάρχει η εύκολη απάντηση  εκ μέρους των θιασωτών του Μνημονίου , οι οποίοι υποστηρίζουν ότι δεν είναι λανθασμένο και αναποτελεσματικό το πρόγραμμα , αλλά η αδυναμία εκείνων που επιχείρησαν να το υλοποιήσουν . Δυστυχώς όμως για αυτούς , ένα οικονομικό πρόγραμμα θα πρέπει εξ αρχής να έχει συμπεριλάβει όλες τις παραμέτρους που αφορούν στην  πολιτική και  κοινωνική  διάσταση του προγράμματος τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Συνεπώς η αυτονόμηση του οικονομικού περιεχομένου του προγράμματος που επιχειρείται από το πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον αδυνατεί να αποδείξει την ορθότητά του εκτός αν το θέσει μόνο στο πλαίσιο μια απαγωγικής λογικής σκέψης (δηλαδή ως άσκηση μαθηματικού προβληματισμού). Όμως τα οικονομικά μεγέθη δεν λειτουργούν στο πλαίσιο της κοινωνίας ως αντικειμενικά μεγέθη μη επηρεαζόμενα από τον παρατηρητή , αλλά ως ανακλαστικά μεγέθη .
Όμως ακόμα και στο επίπεδο της απαγωγικής μαθηματικής λογικής, αν θελήσουμε να την δεχθούμε ως υπόθεση εργασίας,   υπάρχουν σοβαρότατοι λόγοι που καθιστούν το πρόγραμμα αίολο  με υψηλή αβεβαιότητα ως προς την επιτυχία των στόχων του. Συγκεκριμένα :
          Παραβιάζεται καταφανώς η γενική οικονομική αρχή που υποστηρίζει θεωρητικά και εμπειρικά , ότι : Όταν ένα κράτος εφαρμόζει μέτρα λιτότητας, ενώ η οικονομία βρίσκεται σε ύφεση, οξύνεται η ύφεση, μειώνονται τα φορολογικά έσοδα και αυξάνεται το δημόσιο χρέος. Πρέπει να σπάσει αυτός ο φαύλος κύκλος. Σε πολύ δύσκολους καιρούς, η συγκεκριμένη  κυβέρνηση θα πρέπει να μπορεί να καταπολεμήσει την ύφεση με προγράμματα οικονομικής ανάπτυξης. Για να γίνει αυτό, χρειάζεται κανείς μεγάλο χρονικό περιθώριο. Η χώρα  θα έπρεπε να ετοιμάσει ένα δημοσιονομικό σχέδιο σε βάθος τουλάχιστον 15ετίας. Οι πολιτικοί και οικονομικοί ιθύνοντες της χώρας είναι αυτοί που πρέπει να πουν με τί ρυθμούς θα πρέπει να επιδιωχθούν  οι στόχοι της δημοσιονομικής εξυγίανσης  και πόσο αντικυκλική πρέπει να είναι η δημοσιονομική πολιτική της χώρας. Ακόμα και το ΔΝΤ στα τελευταία θεωρητικά κείμενά του ομιλεί για προσεκτική δημοσιονομική προσαρμογή που δεν θα πρέπει καθόλου να δρα ενάντια στην μεγέθυνση της χώρας.
          Παρότι το συγκεκριμένο πρόγραμμα φαίνεται να παρουσιάζει εσωτερική συνοχή εν τούτοις τα ποσοτικά στοιχεία των μεταβλητών που χρησιμοποιούνται ως μέσα οικονομικής πολιτικής (ρυθμός μεγέθυνσης , πρωτογενές πλεόνασμα , και έσοδα από αποκρατικοποιήσεις) πόρρω απέχουν τόσο από τα αντίστοιχα ιστορικά στοιχεία της ελληνικής οικονομίας αλλά και από τις πιο αισιόδοξες εκτιμήσεις που οι περισσότεροι εκτιμητές κάνουν. Στον Πίνακα 1 φαίνονται οι εκτιμήσεις που κάνει το ΔΝΤ για το απαιτούμενο
πρωτογενές πλεόνασμα .
Πίνακας 1
 
                      2011
-2,4
                      2012
-1,0
                      2013
+1,8
                      2014
+4,5
                      2015
+4,5
                      2016
+4,5
                      2017
+4,5
                      2018
+4,5
                      2019
+4,5
                      2020
+4,5

   Δηλαδή από το  2013 η ελληνική οικονομία  θα παρουσιάσει  πρωτογενές πλεόνασμα περίπου 4 δις ευρώ και τα υπόλοιπα έτη αντίστοιχα πλεόνασμα περίπου 10 δις ευρώ. Πράγμα πολύ δύσκολο αν όχι ακατόρθωτο. Όμως το πλέον σημαντικό είναι ότι αυτό το πλεόνασμα θα αποσύρεται από την ελληνική οικονομία και θα κατευθύνεται στους δανειστές. Δηλαδή η όποια δημόσια αποταμίευση δεν θα επανέρχεται    στο εισοδηματικό κύκλωμα για να βοηθήσει μια χειμάζουσα οικονομία αλλά θα αποσύρεται.
           Σχετικά με το ρυθμό μεγέθυνσης του ΑΕΠ σύμφωνα με τα στοιχεία του Πίνακα 2 υποστηρίζει ότι ,
Πίνακας 2
2009
-3,3
2010
-3,5
2011
-6,1
2012
-4,3
2013
0,0
2014
2,3
2015
2,9
2016
2,8
2017
2,8
2018
2,6
2019
2,5
2020
2,2
Τα επόμενα χρόνια από το 2013 θα έχουμε ρυθμούς μεγέθυνσης κατά μ.ο 2,7%. Νομίζω ότι ήδη από τώρα έχει πέσει έξω δεδομένου ότι για το έτος 2011 η ύφεση έχει ανέβει στο 7,1%. Μπορούμε να φανταστούμε για τα μελλούμενα.
Κλείνοντας το σύντομο αυτό σημείωμα θα πρέπει να υπογραμμίσουμε για ακόμα μια φορά τα αδιέξοδα του Μνημονίου ακόμα και ως οικονομικό πρόγραμμα.
ΚΩΣΤΑΣ  ΜΕΛΑΣ  Εφημερίδα ΕΠΟΧΗ  26. 02.2012