Ο ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΩΣ ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΘΕΣΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΔΗΡΙΤΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗΣ.

Στον τίτλο του κειμένου υπάρχουν τρεις βασικοί όροι των οποίων η έννοια χρειάζεται να αναλυθεί επαρκώς, προκειμένου η όλη ανάπτυξη του θέματος να αποκτήσει την απαιτούμενη λογική επάρκεια και την απαραίτητη συνοχή ώστε η τεθείσα αρχική στοχοθεσία να έχει αίσιο τέλος.
Oι τρεις αυτοί όροι είναι: α) η παγκοσμιοποίηση β) ο πολιτισμός και γ) η πολιτική. Για λόγους οικονομίας της παρουσίασης αλλά και για αναλυτικούς ,φρονώ ότι απαιτείται πρωτίστως η ανάλυση του κάθε όρου ανεξαρτήτως του άλλου έτσι ώστε να γίνει σαφές το τι εννοώ, αποφεύγοντας τις όποιες παρεξηγήσεις. Ακολούθως θα επιχειρήσω να προβώ σε μία σύνθεση των επιμέρους συμπερασμάτων εντοπίζοντας αντινομίες ,αντιθέσεις ή κάθε άλλου είδους προβλήματα έτσι ώστε τελικά να εξαχθεί ένα συμπέρασμα που να μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως σημείο αναφοράς στην προσπάθεια που συλλογικά όλοι καταβάλουμε να προσδιορίσουμε και να εντρυφήσουμε σε αυτό που ονομάζουμε πολιτικό πολιτισμό. Στο σημείο αυτό σημειώνω ότι όσον αφορά στην έννοια της παγκοσμιοποίησης θα περιορισθώ στα ζητήματα που έχουν συνάφεια με την πολιτική και τον πολιτισμό.

Στην Ελλάδα για λόγους στους οποίους δε θα αναφερθούμε στην παρούσα ομιλία ,δημιουργήθηκε το κρίνειν και το επιλέγειν .Στις δύο αυτές δραστηριότητες βρίσκεται υπό μία έννοια η βάση για τη δημιουργία της πολιτικής και της φιλοσοφίας. Στην Ελλάδα εμφανίζεται για πρώτη φορά η συλλογική δραστηριότητα δημιουργίας μιας θεσμισμένης κοινωνίας με την έννοια ότι οι άνθρωποι σκέφτονται ρητά τους νόμους σύμφωνα με τους οποίους δέχονται να κυβερνήσουν και να κυβερνηθούν. Δημιουργήθηκαν στη βάση της δυνατότητας του ανθρώπου να κρίνει και να επιλέγει μόνος του, αυτός ο ίδιος, όσον αφορά στον τρόπο που έπρεπε να κυβερνήσει και να κυβερνηθεί. Αυτή είναι κατά την άποψή μου η έννοια της δημοκρατίας στην αρχαία Ελλάδα. Εδώ πρέπει να σημειώσω ότι στη δική μου οπτική η Ελλάδα στην οποία αναφέρομαι είναι αυτή που περιλαμβάνεται ανάμεσα στον 7ο και τον 5ο αιώνα . Είναι η περίοδος που δημιουργείται η πόλις και σιγά-σιγά μετατρέπεται σε πολλές περιπτώσεις , σε δημοκρατική πόλιν.

Σ’ αυτήν την περίοδο, την περίοδο της δημοκρατικής πόλις, οι άνθρωποι θέσπιζαν αυτόνομα την κοινωνία τους. Είχαν τη δυνατότητα να αποφασίζουν για αυτά που έπρεπε να γίνουν στην πόλη τους.
Το γεγονός αυτό οδηγεί αναπόφευκτα στο ερώτημα του τι είναι δικαιοσύνη. Ποιος νόμος είναι καλός ή κακός ,δίκαιος ή άδικος. Παράλληλα η δημιουργία της δημοκρατίας και της φιλοσοφίας οφείλεται στον τρόπο που η ελληνική οπτική κοιτάζει τον κόσμο .Η φιλοσοφία είναι δυνατή επειδή το σύμπαν δεν είναι εντελώς τακτοποιημένο. Ως εκ τούτου υπάρχει η δυνατότητα δημιουργικής παρέμβασης η οποία δεν είναι μονοσήμαντη αλλά πάντα ενυπάρχει (βαδίζει βήμα – βήμα) ως δυνατότητα και η καταστροφή .

Μπορούμε να αναφέρουμε τη βασική διαφορά που υπάρχει μεταξύ των αρχαίων κλασσικών και των σύγχρονων αναφορικά με την αντίληψη τους περί της ουσίας της πολιτικής .
Ενώ για τους αρχαίους η πολιτική δραστηριότητα στοχεύει πρωταρχικά στην πραγμάτωση της ανθρώπινης αρετής , του ιδεώδους του καλού κ’αγαθού για τους σύγχρονους στοχαστές σκοπός της είναι να «βγάλει» τον άνθρωπο από τις συνθήκες της μέγιστης ανασφάλειας της φυσικής κατάστασης (bellum omnium contra omnes). Για τους αρχαίους η ουσία της πολιτικής είναι η Κυβέρνηση , με την έννοια in senso lato , του τρόπου ζωής μιας κοινωνίας, σωματοποιημένου σ’ αυτό που περισσότερο τείνει και επιδιώκει ή σ’ αυτό από το οποίο προέρχεται και βασίζεται. Για παράδειγμα , η Δημοκρατία βασίζεται στην ισότητα και στην ισοτιμία των δικαιωμάτων των πολιτών. Οι σύγχρονοι , αντιθέτως , ελαχιστοποιούν τη σημασία της έννοιας της Κυβέρνησης υπέρ αυτού που αυτοί θεωρούν την ηθικό-πολιτική στιγμή per eccellenza , το δικαίωμα της αυτοσυντήρησης. Η κλασσική πολιτική επιστήμη προσανατολιζόταν στο πρόβλημα της τελειοποίησης του ανθρώπου ή του πως πρέπει να ζουν οι άνθρωποι και αποκορυφωνόταν στην περιγραφή του καλύτερου πολιτικού καθεστώτος. Αυτό νοούνταν ως ένα καθεστώς του οποίου η πραγματοποίηση είναι δυνατή χωρίς θαυματουργή ή μη θαυματουργή μεταβολή στην ανθρώπινη φύση , αλλά η πραγματοποίησή του δεν θεωρούνταν πιθανή , επειδή πιστευόταν ότι εξαρτάται από την τύχη. Ο Machiavelli επιτίθεται σ’ αυτή την άποψη αφ’ ενός ισχυριζόμενος ότι πρέπει να προσανατολίζεται κανείς όχι στο πως πρέπει να ζουν οι άνθρωποι αλλά στο πως πράγματι ζουν, και αφ’ ετέρου υποστηρίζοντας ότι η τύχη θα μπορούσε ή θα έπρεπε να ελέγχεται. Αυτή η επίθεση έθεσε τα θεμέλια κάθε μοντέρνας πολιτικής σκέψης με την ειδοποιό έννοια του όρου.

Το δεύτερο ζήτημα στο οποίο θέλω να δοθεί έμφαση είναι ότι στη δικιά μου προβληματική προσπαθώ να αποφύγω δύο ακραίες αλλά συνηθισμένες την τελευταία περίοδο καταγέλαστες απόψεις. Η πρώτη άποψη είναι η ακόλουθη : Να προβαίνουμε σε γενικές διακηρύξεις, να μιλάμε γενικά και αφηρημένα περί αρχών ενώ στην πράξη της καθημερινής ζωής να πράττουμε ακριβώς, μα ακριβώς τα αντίθετα , να φοβόμαστε δηλαδή να ασκήσουμε την ελευθερία μας στον κόσμο σύμφωνα με τον ποιητή και το δεύτερο το οποίο με φοβίζει εξίσου, είναι ότι πολλές φορές πέφτουμε σε μία προγονοπληξία αδιαφορώντας για τις διαφορετικές συνθήκες που υπήρχαν τότε και τις συνθήκες που υπάρχουν στη σημερινή εποχή. Μια ελληνοκεντρική αναδίπλωση είναι μεν χρήσιμη ως υπενθύμιση ενός «πλουσίου» παρελθόντος και την εξαγωγή επωφελών συμπερασμάτων όμως παράλληλα όταν μετατρέπεται σε ιδεολογία βασιζόμενη σε μυθεύματα και ανιστόρητες ανοησίες χρησιμεύει μόνο ως υπεραναπλήρωση ενός λαού με ελάχιστη συνεισφορά στο σύγχρονο πολιτισμό και το μόνο που μπορεί να προσφέρει είναι νέες ήττες στον εθνικό κορμό. Με αυτό θέλω να πω ότι έχουμε απόλυτη ανάγκη την πολιτική φιλοσοφία των αρχαίων Ελλήνων, τον τρόπο που ασκούσαν πολιτική, αλλά πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί όσον αφορά στις συνθήκες στις οποίες σήμερα καλούμαστε να εφαρμόζουμε τα ίδια πράγματα.
Θα αναφέρω δύο απλά παραδείγματα.
Η πολιτική στην αρχαία Ελλάδα ή σωστότερα στην αρχαία Αθήνα δεν στηριζόταν στην επίλυση των οικονομικών συμφερόντων των Αθηναίων πολιτών. Τα ιδιωτικά ζητήματα , ο ιδιωτικός βίος ήταν πέρα και έξω από την πολιτική . Δεν απασχολούσε τους Αθηναίους πολίτες το τι θα κάνει στον ιδιωτικό του βίο, είτε αυτός είναι οικονομικός βίος ή οτιδήποτε άλλο, ο κάθε Αθηναίος πολίτης . Η πολιτική αφορά σε ίσους , δηλαδή μόνο στους πολίτες. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη , όταν φθάνει στη διαπραγμάτευση του δημόσιας δικαιοσύνης, υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει δίκαιο και άδικο στην πολιτική. Η πολιτική δεν είναι η διαχείριση των τρεχουσών υποθέσεων , όπου προφανώς υπάρχει δίκαιο και άδικο, αλλά όπως σημειώνει ο Καστοριάδης η θέσμιση. Το μοναδικό κριτήριο δεν είναι οι εκτιμήσεις των πολιτικών καθεστώτων ως προς το εάν είναι δίκαια ή άδικα , αλλά το κατά πόσον ταιριάζουν προς την ανθρώπινη φύση.
Δεύτερον, η πολιτική στην αρχαία Αθήνα είχε ένα δημόσιο χώρο, είχε την αγορά. Όμως δεν είχε μόνο το δημόσιο χώρο, είχε το δημόσιο χρόνο, είχε τη σχολή, έπρεπε οι αρχαίοι πολίτες να έχουν τη δυνατότητα, την ευκαιρία, τον χρόνο, για να έχουν τη διάθεση και τη δυνατότητα να συμμετέχουν στα κοινά. Σκεφτείτε σε αντιπαράθεση τη θέση του σημερινού ανθρώπου και τις ανυπέρβλητες δυσκολίες που αντιμετωπίζει στην προσπάθειά του να ασκήσει τα δικαιώματά του ως πολίτης. Παράλληλα το πλέον σημαντικό αφορά στη σημασία που είχαν τα Δημόσια Αγαθά στη αρχαία ελληνική Πόλις και την αντίστοιχη σημασία που έχουν στην εποχή της ύστερης νεωτερικότητας και μάλιστα στη σημερινή εποχή των γενικευμένων ιδιωτικοποιήσεων. Η συμμετοχή του πολιτικού σώματος στην Αρχαία Αθήνα έχει υποκατασταθεί στη σημερινή εποχή από την εγκατάλειψη της δημόσιας σφαίρας στα χέρια των ειδικών , των επαγγελματιών της πολιτικής.
Όσον αφορά τώρα την έννοια του πολιτισμού . Τον όρο πολιτισμό, όλοι μας στην καθομιλουμένη τον χρησιμοποιούμε κατά κόρον, λέμε παραδείγματος χάριν αυτός είναι πολιτισμένος. Τι εννοούμε; Ότι έχει μία παιδεία, ότι είναι εκλεπτυσμένος, ότι ξέρει να συμπεριφερθεί ή εν πάση περιπτώσει και άλλα πράγματα, και αυτά λέγονται σε αντιπαράθεση με κάποιον άλλο που τον χαρακτηρίζουμε ως απολίτιστο. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε μία άποψη στο μυαλό μας για τον πολιτισμό πάρα πολύ συγκεκριμένη, μπορεί να είναι μερική, μη-πλήρης ,όμως υπάρχει. Η άποψη αυτή οδηγεί σε έναν ορισμό της έννοιας του πολιτισμού που βασίζεται σε αξιολογικά κριτήρια. Έτσι προκύπτει μία αξιολογική ερμηνεία του πολιτισμού , μια σαφώς ιεραρχική δομή του πολιτισμού. Επομένως καλούμαστε σήμερα να θέσουμε ή να περιγράψουμε ποια είναι αυτά τα αξιολογικά κριτήρια βάσει των οποίων θα καθορίσουμε την έννοια του πολιτισμού.
Η έννοια της προόδου της ανθρωπότητας συμβαδίζει με την έννοια του διαρκώς εκπολιτισμένου ατόμου. Όμως αργότερα βλέπουμε ότι η ιεραρχική άποψη για τον πολιτισμό, τραβιέται στην άκρη, την απαρνιέται η ακαδημαϊκή κοινότητα στη βάση της ύπαρξης των επιτευγμάτων των ανθρωπολόγων και της νέας επιστήμης της ανθρωπολογίας. Η Μπένετικτ Ρουθ η οποία πρώτη μίλησε για τον πολιτισμό, όχι ως ιεραρχικό μόρφωμα αλλά ως προσέγγιση του πολιτισμού ως διαφορετικότητα ανάμεσα στους λαούς, έφερε τα πάνω κάτω. Επομένως σήμερα βρισκόμαστε μπροστά στο αδιέξοδο, που προκύπτει από τη νέα θεώρηση . Στο σημείο αυτό καταθέτω μία προβληματική στην οποία πρέπει να δοθεί μια συγκεκριμένη απάντηση. Προσέξτε, ο ελληνικός πολιτισμός έχει το εξής ιδιαίτερο χαρακτηριστικό. Είναι ο πολιτισμός του επιλέγειν και του κρίνειν, βάσει των οποίων, όπως είπα στην αρχή, υπάρχει δυνατότητα να θεμελιωθούν οι άλλοι πολιτισμοί στη βάση της διαφορετικότητας. Πως μπορούμε λοιπόν να ταυτίσουμε, και εδώ εκτίθεμαι, εντός εισαγωγικών το «εκτίθεμαι», έναν πολιτισμό ο οποίος αποτελεί τη βάση διότι δίνει το δικαίωμα του επιλέγειν και του κρίνειν με όλους τους άλλους πολιτισμούς οι οποίοι νοούνται ως σχέσεις ανθρώπινες, ως τεχνικός πολιτισμός ή κάποια ιδιομορφία ή οτιδήποτε υπάρχει στους άλλους πολιτισμούς και στις άλλες ανθρωπογεωγραφικές ενότητες. Πως μπορούμε δηλαδή να ταυτίσουμε έναν πολιτισμό που αποτελεί τη βάση, γιατί σου δίνει τη δυνατότητα να είσαι διαφορετικός με όλους τους άλλους πολιτισμούς. Και εν πάση περιπτώσει είναι δυνατό να νοείται ως πολιτισμός οποιαδήποτε ιδιομορφία, η οποία βεβαίως είναι σεβαστή, καθ’ όλα σεβαστή, η οποία παράγεται σε οποιαδήποτε απομακρυσμένη ανθρωπογεωγραφική ενότητα μηδαμινή σε πληθυσμό; Βεβαίως είναι σεβαστή, όμως μπορούμε να ταυτίσουμε αυτόν τον πολιτισμό, με τον πολιτισμό που σας έλεγα στην αρχή; Ας επιλέξουμε ποια από τις δύο πλευρές πρέπει να ακολουθήσουμε ή εν πάση περιπτώσει να συζητήσουμε για την έννοια του πολιτισμού.
Με αυτά τα ερωτήματα τα οποία είναι ανοικτά όσον αφορά την έννοια του πολιτισμού, δεν μπορούμε να συζητήσουμε για την έννοια της πολυπολιτισμικότητας που αποτελεί βασική πρόταση της παγκοσμιοποίησης , χωρίς να ορίσουμε τι είναι πολιτισμός. Δεν μπορούμε να μελετήσουμε και να αποφασίσουμε για όλες αυτές τις καταστάσεις που αντιμετωπίζουμε σήμερα. Δηλαδή θέλω να πω χρησιμοποιούμε έννοιες τις οποίες δεν τις έχουμε ξεκαθαρίσει, κολυμπάμε σε θολά νερά.
Έχοντας υπόψη λοιπόν αυτές τις δύο τοποθετήσεις μου όσον αφορά τον πολιτισμό και την πολιτική, ας δούμε τι είναι η παγκοσμιοποίηση. Ας παρακολουθήσουμε πολύ σύντομα ορισμένα βασικά επίπεδα που αποτελούν την παγκοσμιοποίηση. Είπα ότι είναι μια ιστορική εποχή, μια ιστορική εποχή η οποία το βασικό της χαρακτηριστικό είναι η πρόταξη της οικονομίας ως βασικής και κυρίαρχης στιγμής του ανθρώπινου βίου. Είναι η απόλυτη κυριαρχία του νεοφιλελεύθερου οικονομικού υποδείγματος, συνοδευόμενο από έναν χρηματιστηριακό ευδαιμονικό καταναλωτισμό. Η πρόταξη της οικονομίας ως θεμελιώδους ισχύος στιγμής της παγκοσμιοποίησης, βάζει ορισμένα ερωτηματικά. Υπηρετώ την οικονομική επιστήμη. Σας λέω λοιπόν ότι η οικονομική επιστήμη είναι εκείνο το κατασκεύασμα το οποίο στηρίζεται στη μονοδιάστατη θεώρηση του ανθρώπου ως ορθολογικού όντος και τίποτα άλλο . Άρα έχει τις δυνατότητες ως ορθολογικό ον , να συναλλάσσεται με τους άλλους ανθρώπους κάτω από μία ειρηνική ομπρέλα του αμοιβαίου συμφέροντος καθοριζόμενου από τις απρόσωπες δυνάμεις της αγοράς και να οδηγεί υποτίθεται την ανθρωπότητα, σε αρμονική διαβίωση όπου όλοι οι συμμετέχοντες μεγιστοποιούν την ευημερία τους. Πέρα από την αλήθεια ή το ψεύδος που περιέχει η παραπάνω άποψη και το οποίο συνάγεται από τη θεωρητική και εμπειρική διερεύνηση της, η οποία προφανώς δεν είναι της παρούσης δεδομένου ότι αφορά σε εσωτερικά επιστημολογικά προβλήματα της οικονομικής επιστήμης, προκύπτουν δύο άκρως ενδιαφέροντα ζητήματα που χρειάζεται να αναδυθούν στο φως και να τεθούν υπό διερεύνηση .Πρώτον : Η συγκεκριμένη άποψη αναφέρεται στη λειτουργία μιας αγοράς, μιας αγοράς δίχως ιστορικό προσδιορισμό, δηλαδή μιας αγοράς που λαμβάνει διαχρονικά χαρακτηριστικά πάνω από τις ιστορικές εποχές που χαρακτήρισαν την πορεία της ανθρωπότητας. Προσέξτε εδώ μιλούμε όχι για μια οποιαδήποτε αγορά, αλλά για μια πολύ συγκεκριμένη αγορά που έχει επιθετικό προσδιορισμό, που λέγεται καπιταλιστική αγορά. Δεν αντιλαμβάνομαι γιατί τα τελευταία χρόνια ,( ο Γκαλμπρέιθ υποστηρίζει ότι αυτό συνέβη από το 1930 και μετά συνδέοντας αυτή την αποφυγή με την παγκόσμια καπιταλιστική κρίση ), δεν μιλάμε για καπιταλιστική αγορά, μιλώντας γενικά και αόριστα για αγορά. Καμία σχέση δεν έχει η καπιταλιστική αγορά με την αγορά που υπήρχε στην αρχαία Ελλάδα, στην αρχαία Αίγυπτο, στην αρχαία Μεσοποταμία , στην αρχαία Ρώμη, στο Βυζάντιο , στο Μεσαίωνα κλπ, καμία απολύτως. Δεύτερον : Όταν εναποθέτουμε την επίτευξη της λύσης των οικονομικών προβλημάτων όλων των υποκειμένων, που συμμετέχουν σε αυτό το παιχνίδι, στους νόμους της απρόσωπης και έξω από τη βούληση των ανθρώπων καπιταλιστικής αγοράς, ξέρετε τι κάνουμε; Διαλύουμε το πολιτικόν. Παραδεχόμαστε ότι οι άνθρωποι είμαστε ανίκανοι να καθορίσουμε τα του οίκου μας εναποθέτοντας τη ζωή μας στα χέρια απρόσωπων μυστικών δυνάμεων που τους δίνουμε το χαρακτηρισμό φυσικών. Υπονοούμε ότι στην οικονομία υπάρχουν νόμοι έξω και πέρα από τη δράση των ανθρώπων τους οποίους οι άνθρωποι μπορούν μόνο να ανακαλύψουν όπως η αστρονομία μπορεί να ανακαλύψει τους πλανήτες. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να φτιάξουν την ιστορία τους. Όσο και αν προσπαθήσουν μάταια ο κόπος. Αυτό που χρειάζεται είναι η προσαρμογή στους αδήριτους νόμους που λειτουργούν ανεξάρτητα από τη θέληση τους. Ενώ για τους αρχαίους οι ηθικές και οι πολιτικές σκέψεις λαμβάνουν χώρα στην κατεύθυνση της τελειοποίησης του ανθρώπου και των σκοπών του στους μοντέρνους στοχαστές και ειδικά στους φιλελεύθερους αντίστοιχα καθοδηγούνται από αυτό που ονομάζεται φυσική κατάσταση η οποία υποτίθεται ότι υπήρχε στην αρχική περίοδο ζωής του ανθρώπου πριν δημιουργηθεί ο κοινωνικός βίος. Οι αρχαίοι πίστευαν ότι ο άνθρωπος είναι από φύση ζώον πολιτικόν. Η κοινωνία είναι αυτή που διαμορφώνει το άτομο.
Οι σύγχρονοι φιλελεύθεροι πιστεύουν ότι το άτομο προϋπήρχε της κοινωνίας. Επομένως η κάθε πολιτική εξουσία εμπεριέχει την καταπίεση. Από εδώ πηγάζουν οι ιδέες περί του ατόμου που εναντιώνεται στο κράτος ή την κοινωνία , καθώς και της κοινωνίας των πολιτών που εναντιώνεται στο κράτος. Στόχος επομένως , είναι η επαναφορά του ανθρώπου ,μέσα από τη μακριά πορεία της ιστορίας ,στην αρχική «φυσική» του κατάσταση. Πρέπει να κατανοήσουμε ότι δεν μπορεί να υπάρξει εξω-κοινωνικός άνθρωπος. «Δεν υπάρχει ανθρώπινο «άτομο» ως α-κοινωνική , εξω-κοινωνική ή προ-κοινωνική «ουσία» ούτε ως πραγματικότητα ούτε ως συγκροτημένη φαντασία» . Δεν μπορεί να νοηθεί άτομο δίχως γλώσσα , για παράδειγμα , και κάθε γλώσσα είναι αναγκαστικά κοινωνικό δημιούργημα και θεσμός. Εδώ είναι και η μεγάλη αντιπαράθεση της αρχαίας ελληνικής σκέψης με τη φιλελεύθερη μοντέρνα άποψη. Η πολιτική επομένως στην αριστοτελική της εκδοχή δεν έχει την έννοια της σκόπιμης ανθρώπινης δραστηριότητας , παρά εκφράζει τη δημόσια – πολιτική επικοινωνία των ανθρώπων στο πλαίσιο της «κοινωνικής ένωσης» τους. Στη φιλελεύθερη άποψη η πολιτική κοινότητα παραμένει κατά βάσιν «εξωτερικό στοιχείο» ως προς την ανθρώπινη ιδιότητα του ανθρώπου. Η άποψη της πολιτικής φιλοσοφίας του φιλελευθερισμού που αποτελεί τον πυρήνα του οικονομικού προβληματισμού της παγκοσμιοποίησης και όχι μόνο, είναι η πλέον εγγενώς α-πολιτική άποψη που έχει εκφρασθεί στην ανθρώπινη φιλοσοφική σκέψη. Το πολιτικό ,δηλαδή αυτό που σχετίζεται , σε κάθε κοινωνία, με τη ρητή εξουσία και αφορά στη ρητή συνολική θέσμιση της κοινωνίας και τις αποφάσεις που αφορούν στο μέλλον της , εμπεριέχει εγγενώς τη βία, δημιουργεί αντιπαλότητες πολεμικής διάστασης . Αν αντιθέτως εναποθέσουμε το παρόν και το μέλλον μας στις α-πολιτικές λειτουργίες της αγοράς θα οδηγηθούμε στην απελευθέρωση και στην ευημερία , στην πανανθρώπινη οικουμενικότητα του φιλελευθερισμού. Άρα όλα τα προβλήματα θα μας τα λύσει η αγορά. Διότι η αγορά (η οποία λειτουργεί πέρα και έξω από τις βουλήσεις των ενδιαφερομένων, ως Φυσικός Νόμος) μπορεί να εξασφαλίσει την πραγμάτωση της αρμονίας των συμφερόντων τα οποία βεβαίως έχουν προϋποτεθεί ως ανθρωπολογική ψυχορμητική σταθερά , όπως προηγουμένως έχουμε αναφέρει. Να, με τον απλό αυτό τρόπο, η φιλελεύθερη άποψη , επιχειρεί την κατάργηση του πολιτικού και να μας πείσει ότι δεν υφίσταται πολιτικό.
Όμως στο σημείο αυτό θα ήθελα να προσθέσω ακόμη ένα σημαντικό σημείο. Η αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία αποτελεί το πρώτο πολίτευμα που υπόκειται στο συνεχή κίνδυνο της ύβρεως δεδομένου ότι οι κανόνες λειτουργίας της τίθονται μόνο από τους πολίτες χωρίς αναφορά σε έξωθεν τιθέμενα κριτήρια. Συνεπώς πρέπει πάντα να θέτει ως προτεραιότητα το ζήτημα του αυτοπεριορισμού της. Τούτο την θέτει ευθέως και σε πλήρη αντίθεση με αυτό που χαρακτηρίζει τις σημερινές καπιταλιστικές κοινωνίες «της ανάπτυξης δίχως όρια». Φθάνει να θυμηθούμε την αριστοτελική εντελέχεια για την πληρέστερη κατανόηση αυτού που υποστηρίζω.

Το δεύτερο όσον αφορά τον πολιτισμό. Ποιος είναι ο πολιτισμός της παγκοσμιοποίησης; Είναι ένας τεχνολογικός πολιτισμός τον οποίο ονοματίζουμε «κοινωνία της πληροφορίας και της γνώσης» και στην ουσία είναι κοινωνία του απαλφαβητισμού . Υπάρχουνε χιλιάδες παραδείγματα. Οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές λειτουργούν, για τους γνωρίζοντες, με έναν απλό τρόπο, έναν διφυή τρόπο. Άρνησης-κατάφασης, ναι – όχι, ναι – όχι. Η εισαγωγή των ηλεκτρονικών υπολογιστών στα σχολεία κατ΄ αυτόν τον τρόπο τον οποίο εισάγεται σήμερα στην Ευρώπη αλλά και σε όλο τον κόσμο, έχει δείξει τα αποτελέσματά του στα παιδιά. Αρνούνται να διαβάσουν ιστορία και αρνούνται να διαβάσουν ιστορία όχι γιατί δεν είναι καλός ο καθηγητής, αλλά γιατί δεν καταλαβαίνουν τι τους χρησιμεύει η ιστορία. Δεν μπορούν, απαλλοτριωμένα από αυτόν τον απλό τρόπο ναι – όχι, ναι – όχι, που υπάρχει στον υπολογιστή, να σκεφτούν, να αναπτύξουν τη σκέψη τους, να αναπτύξουν την άποψή τους. Το δεύτερο πράγμα που μας έχει δώσει η παγκοσμιοποίηση. Μιλάμε για επικοινωνία. Τι πάει να πει επικοινωνία; Υπάρχει στην αρχαία Ελλάδα ένας θαυμάσιος όρος που λέγεται στοχασμός, στοχάζομαι. Μας λένε παραδείγματος χάριν ότι είμαστε στον αιώνα της ταχύτητας και πρέπει γρήγορα όλοι να κάνουμε γρήγορα τα πράγματα γιατί χάνουμε το χρόνο. Σε ποια εποχή; Σε μια εποχή η οποία χαρακτηρίζεται μεταμοντέρνα ,στην οποία δεν υπάρχει ο χρόνος, έχει καταργηθεί ο χρόνος και οι μεγάλες διηγήσεις, η ιστορία ως ανθρώπινη δημιουργία , υπάρχει μόνο ο χώρος. Γι’ αυτό τα παιδιά δεν ενδιαφέρονται για το παρελθόν και για το μέλλον, ενδιαφέρονται μόνο για ένα παρόν, διότι καταργήθηκε ο χρόνος, η μεγάλη διήγηση. Να σας πω μία απλή ιστορία και θα κλείσω. Εάν παρακολουθήσουμε πως συμπεριφέρεται η κότα θα δούμε ότι τσιμπάει, τρέχει συνέχεια, γρήγορα, πάνω- κάτω, κοιτάει απάνω και συνεχίζει αυτή τη δουλειά όλη μέρα. Αυτή είναι μία κατάσταση η οποία κατά την άποψή μου περιγράφει την κατάσταση την οποία ζούμε. Είναι δυνατό ζώο η κότα; Για σκεφτείτε το λιοντάρι που κάθεται, σκέφτεται, κοιτάει τον αντίπαλό του, τον εχθρό του, τη λεία του, αποφασίζει, ορμάει, τελειώνει και ξανακάθεται. Γιατί πρέπει να είμαστε κότες και δεν πρέπει να είμαστε λιοντάρια; Αυτό είναι το ερώτημα. Όταν λέω λιοντάρια εννοώ να είμαστε πολίτες. Γιατί δεν πρέπει να είμαστε πολίτες; Πολίτες που να πάρουμε στα χέρια μας τις αποφάσεις για το μέλλον μας. Και προσέξτε, στην αρχαία ελληνική σκέψη δεν υπάρχει απάντηση στο ερώτημα στο τι ελπίζω. Η ελπίδα είναι κλεισμένη στο κουτί της Πανδώρας και περιμένει εκεί, όμως έχω τη δυνατότητα να παλεύω μέσα σε αυτό το χάος από το οποίο ξεπήδησε ο λόγος, επειδή ακριβώς δεν είναι τέλειο αυτό που ξεπήδησε και για αυτόν ακριβώς τον λόγο υπάρχει χώρος για τη φιλοσοφία. Επίσης ακριβώς γι’ αυτόν το λόγο υπάρχει χώρος και για την πολιτική, γιατί η πολιτική είναι πρωταρχικά φιλοσοφία. Συνεπώς το ανθρώπινο όν στο οποίο ενυπάρχει το αγωνιστικό στοιχείο και το οποίο η δημοκρατική πολιτεία πρέπει να το αναδεικνύει και να το επιβραβεύει, χρειάζεται να παλεύει συνέχεια, χωρίς να θέτει τελικούς σκοπούς ευτυχίας ( πρέπει να είναι κανείς νεκρός για να έχει υπάρξει ίσως ευτυχής, όπως υποστηρίζει ο Ηρόδοτος διηγούμενος την ιστορία του Σόλωνα και του Κροίσου) σε πλήρη αντίθεση με διάφορες θεωρίες οι οποίες καθορίζουν ένα έσχατο τέλος της ανθρώπινης διαδρομής το οποίο λαμβάνει την μορφή της πλήρους απελευθέρωσης του ανθρώπου. Αναφέρομαι στην καντιανή ,στην χεγκελιανή , στην εβραϊκή , στην χριστιανική , στη μαρξιστική και εν πάση περιπτώσει σε όλες αυτές τις εσχατολογικές προσεγγίσεις.
Κλείνοντας θέλω να σημειώσω και το εξής. Στην αρχαία Ελλάδα, στην αρχαία Αθήνα ειδικότερα δεν υπήρχαν πολιτικοί, υπήρχαν πολίτες. Οι αξιωματούχοι εκλέγονταν ως εκπρόσωποι των πολιτών, μόνο στην περίπτωση που τα καθήκοντά τους προϋπόθεταν ειδικές γνώσεις (οι στρατηγοί), οι υπόλοιποι αξιωματούχοι δια κλήρου. Ως πολιτεία είχε ανάγκη από τους ειδικούς αλλά ήταν ειδικοί που τους καλούσαν να επιτελέσουν ένα έργο το οποίο η Εκκλησία του Δήμου είχε αποφασίσει. Διότι η πολιτική δεν είναι επιστήμη, αλλά είναι δόξα, γνώμη . Επομένως όλοι μπορούμε να συμβάλουμε για την καλυτέρευση του μέλλοντός μας.

ΚΩΣΤΑΣ ΜΕΛΑΣ 12.05.2011