Η αβεβαιότητα για Συναλλαγματική Ισοτιμία και η συμβολή της στην Οικονομική Μεγέθυνση στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής νομισματικής ένωσης και του ευρωπαϊκού κοινού νομίσματος .

Το επιχείρημα ότι η εξάλειψη του συναλλαγματικού κινδύνου θα οδηγήσει σε αύξηση της οικονομικής μεγέθυνσης καταλαμβάνει σημαντική θέση στις απόψεις που έχουν διατυπωθεί από τους οικονομικούς ιθύνοντες της ΕΕ[1] και έχουν γίνει αποδεκτές από τους ηγέτες των χωρών μελών.
Η άποψη αυτή θεωρητικά στηρίζεται στο νεοκλασικό υπόδειγμα ενδογενούς ανάπτυξης που αναφέρεται σε καταστάσεις δυναμικών οικονομιών κλίμακας[2].
Το υπόδειγμα υποστηρίζει ότι η εξάλειψη του συναλλαγματικού κινδύνου μειώνει το συστημικό κίνδυνο προκαλώντας μείωση του πραγματικού επιτοκίου. Αυτό προκαλεί συσσώρευση κεφαλαίου και αύξηση
του ρυθμού μεγέθυνσης μετακινώντας την οικονομία σε υψηλότερη θέση ισορροπίας.
Σε αντίθεση με το απλό νεοκλασικό υπόδειγμα , όπου η  νέα θέση ισορροπίας δεν μπορεί να διατηρηθεί
μακροχρονίως , στο υπόδειγμα ενδογενούς ανάπτυξης η μείωση του επιτοκίου μπορεί να θέσει την οικονομία σε μόνιμη υψηλότερη πορεία μεγέθυνσης. Αυτό επιτυγχάνεται επειδή η αύξηση της συσσώρευσης του κεφαλαίου δημιουργεί επιδράσεις στην εκμάθηση των εργαζομένων , συσσωρεύονται επιπρόσθετες γνώσεις οι οποίες αυξάνουν την παραγωγικότητα της εργασίας και συνεπώς την
παραγωγικότητα του αποθέματος κεφαλαίου ανά εργάτη.
Σύμφωνα με το παραπάνω σκεπτικό   δίνεται η εντύπωση ότι υπάρχει σοβαρή επίδραση της νομισματικής ένωσης στη μεγέθυνση της οικονομίας. Όμως καμία εμπειρική μελέτη δεν υπάρχει που να το επιβεβαιώνει. Είναι σχεδόν σίγουρο ότι οι πιθανές επιδράσεις της νομισματικής ένωσης στην οικονομική μεγέθυνση έχουν υπερτονιστεί. Έκτός της παντελούς έλλειψης εμπειρικών επιβεβαιωτικών
στοιχείων έχουν διατυπωθεί και σημαντικά θεωρητικά επιχειρήματα που καταδεικνύουν την αδυναμία της συγκεκριμένης άποψης. Συγκεκριμένα:

Ακόμα και σε μια πλήρη νομισματική ένωση – όπως αυτή της ζώνης του ευρώ – η αβεβαιότητα για τη συναλλαγματική ισοτιμία δεν μπορεί να εξαλειφθεί παντελώς.

 Αν δεχθούμε ως υπόθεση ότι υπάρχει μείωση της αβεβαιότητας για τη συναλλαγματική ισοτιμία σε μια νομισματική ένωση , αυτό δεν σημαίνει ότι μπορεί να επέλθει μείωση του συστημικού κινδύνου. Η μικρότερη αβεβαιότητα για τη συναλλαγματική ισοτιμία μπορεί να αντισταθμιστεί από μεγαλύτερη αβεβαιότητα για κάποια άλλη αγορά πχ των  προϊόντων ή της αγοράς εργασίαςή του τραπεζικού τομέα.

Είναι γνωστόν ότι η μείωση της διακύμανσης της συναλλαγματικής ισοτιμίας (όπως και του πληθωρισμού) μειώνει την προσδοκώμενη αξία των μελλοντικών κερδών των επιχειρήσεων . Επομένως δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι η μείωση του κινδύνου από τη συναλλαγματική ισοτιμία θα τονώσει την επενδυτική δραστηριότητα.

Η μείωση των επιτοκίων ενώ αποτελεί (θεωρητικά) αναγκαία συνθήκη δεν αποτελεί ικανή συνθήκη για τη αύξηση των επενδύσεων. Οι αγορές Αποταμίευσης και Επένδυσης δεν συνδέονται μέσω του επιτοκίου όπως ισχυρίζεται η νεοκλασική οικονομική. Η απόφαση της επένδυσης εξαρτάται πρωταρχικά από την ύπαρξη θετικών προσδοκιών για την ύπαρξη της απαιτούμενης
ενεργούς ζήτησης.
 Montlureview.gr  28.05.2009

[1] ΕΕ: Μια αγορά ένα νόμισμα 1990.
[2] Romer. P : Increasing Returns and Long- Term Growth. Journal of Political Economy. 1986.