Άμεσες Ξένες Επενδύσεις στην Ελλάδα: μικρή ανασκόπηση

Η υιοθέτηση του νόμου 2687/53 αποτελεί την πρώτη συνειδητή προσπάθεια της Ελλάδας για την προσέλκυση ξένων κεφαλαίων, καθώς θωράκισε τα εισρέοντα κεφάλαια από τον κίνδυνο ανεπιθύμητων κρατικών παρεμβάσεων.

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’60 ψηφίστηκαν  δυο νόμοι, ο 89/67 και ο 378/68 για την εγκατάσταση στην Ελλάδα αλλοδαπών εμποροβιομηχανικών  εταιριών. Επίσης, στη δεκαετία του ’70 τέθηκαν σε εφαρμογή οι νόμοι 27/75 και 814/78, οι οποίοι περιλαμβάνουν κίνητρα για τις offshore δραστηριότητες ξένων επιχειρήσεων που είναι εγκατεστημένες στην Ελλάδα.

Την περίοδο 1953-1973 βάσει του νόμου 2687/53 υπεβλήθησαν περίπου 1000 αιτήσεις για επενδύσεις, συνολικού ύψους 3δις δολ. από τις οποίες πραγματοποιήθηκαν οι 215. Το 86% περίπου των επενδύσεων έγινε σε  τέσσερις κλάδους, ήτοι στη χημική βιομηχανία η οποία απορρόφησε το 375 του συνόλου των ΑΞΕ, στη ναυπηγοεπισκευαστική, στη μεταλλουργική και στα ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά είδη.

Στη δεκαετία του ’70 η εισροή επιχειρηματικών ιδιωτικών κεφαλαίων παρουσιάζει συνεχή και έντονα ανοδική τάση με μέσο ετήσιο ρυθμό ύψους 22%. Αυτή η εξέλιξη, σύμφωνα με σχετικές Εκθέσεις της Τράπεζας της Ελλάδας, οφειλόταν στην επενδυτική δραστηριότητα σε παραγωγικούς κλάδους της οικονομίας, λόγω της εμπιστοσύνης των ξένων κεφαλαίων στο οικονομικό μέλλον της χώρας [1].

Επίσης, οι προσδοκίες ένταξης της χώρας στην ΕΟΚ, δημιούργησαν θετικές προϋποθέσεις για την αύξηση των εισροών ΑΞΕ.

Στα μέσα της δεκαετίας του ’80, το ελληνικό κράτος υιοθέτησε πολιτικές για την απελευθέρωση του τραπεζικού συστήματος, τη μείωση του πληθωρισμού, του εξωτερικού και δημοσιονομικού ελλείμματος, συμβάλλοντας έτσι στην αύξηση των εισροών ΑΞΕ, ίση με 27,4% ετησίως.

Η εισροή ξένων επενδύσεων τη δεκαετία του ’90, με εξαίρεση τα δυο πρώτα έτη, παρουσιάζει πτωτική τάση μέχρι το 1998, όταν υποχώρησε απότομα σε ένα από τα χαμηλότερα με διαφορά επίπεδα της περιόδου 1970-1990, για να επανακάμψει δυναμικά τη διετία 1999-2000 με μεταβολή 91% συγκριτικά με το επίπεδο του 1999 και να ανέλθει στα 1,1δις δολ το 2000. Αυτή η ανάκαμψη συνεχίστηκε και το 2001, παρόλο που διεθνώς παρατηρήθηκε κάμψη των ΑΞΕ .

Όμως, η Ελλάδα δεν απέφυγε τις επιπτώσεις αυτής της κάμψης, αφού το 2002 καταγράφεται δραματική μείωση των εισροών ΑΞΕ ίση με 96% και το μέγεθος τους φτάνει στα 50εκ δολ., που αποτελεί το χαμηλότερο ιστορικό επίπεδο των ΑΞΕ στην Ελλάδα. Η
εξέλιξη αυτή είναι ιδιαίτερα ανησυχητική, αν ληφθεί υπόψη ότι με την υιοθέτηση
του νόμου 2601/98[2] τα επενδυτικά κίνητρα και οι επιδοτήσεις δεν έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο.

Για τους  παραπάνω λόγους, η Ελλάδα ως χώρα υποδοχής ξένων επενδύσεων καταλαμβάνει την τελευταία θέση μεταξύ των χωρών-μελών της Ε.Ε. τόσο σε όρους απόλυτων μεγεθών, όσο και σε όρους συμμετοχής των ΑΞΕ στο ΑΕΠ.

Η εξέλιξη και το μέγεθος των εισροών ΑΞΕ σε διεθνές επίπεδο προσδιορίζονται και από τις εκτεταμένες εξαγορές και συγχωνεύσεις που έλαβαν χώρα το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’90. Όμως, η Ελλάδα είχε χαμηλή συμμετοχή σ’ αυτή τη διεθνή κινητικότητα, με μοναδική εξαίρεση το 1999. Η διαφοροποίηση αυτή ανάμεσα στην τάση των εξαγορών και των συγχωνεύσεων διεθνώς και στην Ελλάδα μπορεί να αποδοθεί στο ότι το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων δεν ενθάρρυνε την προσέλκυση στρατηγικών επενδυτών, προτιμώντας την πώληση μεριδίων των υπό ιδιωτικοποίηση εταιριών σε ξένους θεσμικούς επενδυτές[3].

Περισσότερο από το 90% των ΑΞΕ στην Ελλάδα προήλθε την περίοδο 1960-2001, από τα κράτη- μέλη της ΕΕ και τις ΗΠΑ. Μέχρι το 2000, το συνολικό επενδυμένο ξένο κεφάλαιο στην Ελλάδα ανήλθε σε 17δις ευρώ, το οποίο προέρχεται από την Ολλανδία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Αγγλία, την Ιρλανδία και τις ΗΠΑ, ενώ αρκετές επενδύσεις γίνονται μέσω
Λουξεμβούργου[4].

Μεγάλο μέρος των ξένων επιχειρήσεων (περίπου το 40%) που λειτουργούν στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται στην παραγωγή καταναλωτικών αγαθών, ένα άλλο 34% παράγει χημικά προϊόντα και μηχανήματα –εξοπλισμό.

Οι υπόλοιπες εισροές ΑΞΕ στην ελληνική βιομηχανία απορροφούνται σε διάφορους επιμέρους κλάδους, με αυτόν των βασικών μετάλλων να πρωτοστατεί με 8% του συνόλου. Επενδυτική δραστηριότητα παρατηρείται τα τελευταία χρόνια και στον τομέα υψηλής τεχνολογίας. Στον τραπεζικό τομέα οι συμμαχίες με τράπεζες του εξωτερικού υιοθετήθηκαν ως ένα αναγκαίο βήμα για τη διατήρηση της ανταγωνιστικής θέσης του κλάδου μετά την
ένταξη της  Ελλάδας στην ΟΝΕ. Σύμφωνα με στοιχεία της UNCTAD, στο τέλος του 2000, λειτουργούσαν στην Ελλάδα 674 θυγατρικές επιχειρήσεις ξένων συμφερόντων
με 87.600 εργαζομένους και με πωλήσεις 20,5εκ δολ[5].

Όσον αφορά τις εκροές ΑΞΕ, η Ελλάδα, έχοντας την πιο ανεπτυγμένη οικονομία στη Νοτιοανατολική Ευρώπη απέκτησε προβάδισμα έναντι των άλλων χωρών των Βαλκανίων και διαδραμάτισε ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της ευρύτερης περιοχής. Περισσότερες από 3500 επιχειρήσεις ελληνικών συμφερόντων δραστηριοποιούνται σήμερα στα Βαλκάνια, έχοντας επενδύσει περίπου 6δις δολ. την τελευταία δεκαετία.

Το μεγαλύτερο μέρος των εκροών ΑΞΕ της Ελλάδας κατευθύνεται κυρίως προς τις χώρες της Βαλκανικής, αλλά και στις αγορές της Β. Αφρικής και των ΗΠΑ. Το 2000, για πρώτη φορά, η αξία των ελληνικών επενδύσεων στο εξωτερικό ξεπέρασε αυτή των εισροών, ενώ το 2001
καταγράφεται κάμψη στις εκροές ΑΞΕ ίση με 71%. Το 2002 οι εκροές ΑΞΕ της Ελλάδας αυξήθηκαν κατά 8% σε σχέση με το 2001, με αποτέλεσμα η χώρα, δεδομένου του ιδιαίτερα χαμηλού όγκου εισροών ξένων επενδύσεων, να αποτελεί καθαρό εξαγωγέα.

Με βάση τα αποτελέσματα τα οποία προέκυψαν από την εμπειρική- οικονομετρική μελέτη, ανεξαρτήτως κλάδου στο οποίο επενδύουν οι ξένοι επενδυτές, το μέγεθος της εγχώριας αγοράς αποτελεί γι’ αυτούς τον κυρίαρχο παράγοντα των αποφάσεων τους. Οι ξένες πολυεθνικές επιχειρήσεις εισήλθαν στην ελληνική αγορά για να εκμεταλλευτούν το μονοπωλιακό ή ολιγοπωλιακό πλεονέκτημα, το οποίο εμφανίστηκε στον ιδιωτικό τομέα και στην αγορά που ελέγχονταν από το δημόσιο τομέα.

Επίσης, το 90% των ξένων επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνταν στους κλάδους καουτσούκ, χημικών και πλαστικών και πάνω από το 50% των ξένων επενδύσεων στους κλάδους μηχανημάτων και μετάλλων ήταν προσανατολισμένες στη ζήτηση της εγχώριας αγοράς

 

 

[1] Έκθεση του Διοικητή(1977),Τράπεζα της Ελλάδας

[2] Ο Ν. 2601/98, τροποποιήθηκε  με τον Ν.3299/04 αναφορικά με τα κίνητρα ιδιωτικών επενδύσεων για την οικονομική ανάπτυξη και την περιφερειακή σύγκλιση.

 

[3] Παλάσκας Θ.- Πεχλιβάνος Λ.-Στοφόρος Χ.(2004), « Ο ρόλος των ξένων επενδύσεων στην Ελληνική οικονομία», Περιοδικό Τάσεις

 

[4] Από τη γεωγραφική κατανομή των ΑΞΕ φαίνεται ότι η Βόρεια- Ανατολική Ελλάδα και η Βόρεια- Δυτική είναι οι κύριοι δέκτες ΑΞΕ, ενώ ο μεγαλύτερος όγκος των τουριστικών ΑΞΕ γίνονται στην Κρήτη, στην Κέρκυρα, στη Ρόδο και τη Χίο.

 

[5] Νικολαϊδου Έλενα (2002), « Ο πιο αδύναμος επενδυτικός προορισμός της Ευρώπης », Περιοδικό Επιλογή, σελ.55